Ενοχλεί η έντονη παρουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην ελληνική κοινωνία και επιχειρείται σύγκριση με τις υπόλοιπες θρησκευτικές ομάδες στη χώρα μας.. Αυτό προκύπτει από την 16η ετήσια έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις «Θρησκευτικές Ελευθερίες» το 2013. Στην έκθεση για το περασμένο έτος αναφέρεται μεταξύ άλλων πως «το Σύνταγμα και άλλοι νόμοι και πολιτικές προστατεύουν τη θρησκευτική ελευθερία με κάποιους περιορισμούς. Γενικά, η κυβέρνηση σέβεται τη θρησκευτική ελευθερία, αλλά επέβαλε περιορισμούς που επηρεάζουν μέλη μη ελληνορθόδοξων θρησκευτικών ομάδων. Η κυβέρνηση χορήγησε προνόμια και νομικά προνόμια στην Ορθόδοξη Εκκλησία -ό,τι δεν παρέχει σε άλλες θρησκευτικές ομάδες- όπως η προνομιακή φορολογία και η θεσμοθετημένη σύνδεση με την κυβέρνηση».
Η Έκθεση των Αμερικανών αναφέρει ακόμη ότι «τον Ιανουάριο, η κυβέρνηση τροποποίησε το νόμο για να προσληφθούν 240 θρησκευτικοί ισλαμιστές εκπαιδευτικοί για να διδάξουν το Κοράνι στα ελληνικά δημόσια σχολεία της Θράκης, ως εναλλακτική λύση για την ελληνική ορθόδοξη διδασκαλία» και «τον Αύγουστο, η κυβέρνηση ψήφισε ένα νόμο που προβλέπει εξαιρέσεις για τα παράνομα κτίρια, συμπεριλαμβανομένων των οίκων προσευχής και λατρείας στη Θράκη, που στερούνται τίτλους ιδιοκτησίας και δεν είναι σύμφωνα με τους κανονισμούς, επιτρέποντας έτσι την έκδοση των αδειών για την ανακαίνιση και την ανοικοδόμηση» και «συνεχίστηκε ο σχεδιασμός» για το τζαμί στην Αθήνα.
Στην Έκθεση γίνεται λόγος και για περιπτώσεις θρησκευτικών διακρίσεων και συγκεκριμένα αναφέρεται ότι «υπήρξαν αναφορές για κοινωνικές καταχρήσεις ή διακρίσεις με βάση το θρήσκευμα και τις πεποιθήσεις». Προστίθεται μάλιστα πως «η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία ασκεί σημαντική κοινωνική, πολιτική και οικονομική επιρροή, που συχνά έχει ως αποτέλεσμα την υποτίμηση των άλλων θρησκειών» καθώς και ότι «ορισμένοι μη Ορθόδοξοι πολίτες εξέφρασαν παράπονα ότι αντιμετωπίζονται με καχυποψία ή πως δεν ήταν γνήσιοι Έλληνες όταν αποκάλυψαν τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις σε άλλους Έλληνες πολίτες» και «μέλη μη ορθόδοξων θρησκευτικών ομάδων ανέφεραν περιστατικά κοινωνικών διακρίσεων».
Υπάρχουν αναφορές και “για παρενόχληση και για όλο πιο βίαιες σωματικές επιθέσεις εναντίον ατόμων που εκλαμβάνονταν ως μετανάστες και πρόσφυγες, η πλειοψηφία των οποίων ήταν μουσουλμάνοι”, ενώ γίνεται λόγος και για τη συνάντηση που είχε ο Αμερικανός πρέσβης και ο Γενικός Πρόξενος των ΗΠΑ στη Θεσσαλονίκη με κυβερνητικούς και θρησκευτικούς ηγέτες «για την προώθηση της θρησκευτικής ανοχής, την ενθάρρυνση του διαθρησκευτικού διαλόγου και τη διερεύνηση καταγγελιών για διακρίσεις».
Για Χρυσή Αυγή
Ειδικό κομμάτι της Έκθεσης των Αμερικανών αναφέρεται στη δράση της Χρυσής Αυγής. Χαρακτηιρστικά αναφέρει πως «μέλη και υποστηρικτές του αντιπολιτευόμενου πολιτικού κόμματος Χρυσή Αυγή συνέχισαν να ασπάζονται ανοιχτά τον αντισημιτισμό και τον ρατσισμό και συνδέονται με βίαιες επιθέσεις εναντίον ατόμων που θεωρήθηκαν ότι είναι μετανάστες και πρόσφυγες».
Στον κόσμο
Σε παγκόσμιο επίπεδο δίνεται βαρύτητα στις συγκρούσεις ανά τον πλανήτη το 2013 που προκάλεσαν τις μεγαλύτερες εκτοπίσεις πληθυσμών για θρησκευτικούς λόγους στη σύγχρονη ιστορία, όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά στην εν λόγω έκθεση.
«Σε σχεδόν κάθε γωνιά του κόσμου εκατομμύρια χριστιανοί, μουσουλμάνοι, ινδουιστές και πιστοί άλλων θρησκειών αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων», αναφέρεται και εκφράζεται η ανησυχία για τις τελευταίες εξελίξεις των συρράξεων στη Συρία, στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, αλλά και για τις θρησκευτικές ταραχές στη Μιανμάρ.
Για την περίπτωση της Συρίας σχολιάζεται πως μετά από τρία και πλέον χρόνια πολέμου, «η παρουσία χριστιανών δεν είναι παρά σκιά του εαυτού της» πλέον. Όπως τονίζεται χαρακτηριστικά στο κείμενο, «στην πόλη Χομς ο αριθμός των χριστιανών κατακρημνίστηκε από τους περίπου 160.000 πριν από το ξέσπασμα της σύρραξης σε χίλιους» σήμερα.
Για τη θρησκευτική βία στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία επισημαίνεται η έντονη διαμάχη ανάμεσα στους χριστιανούς και τους μουσουλμάνους, η οποία στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 700 ανθρώπους τον περασμένο Δεκέμβριο στην Μπανγκί, και προκάλεσε την εκτόπιση ενός εκατομμυρίου προσώπων σε όλη τη χώρα ολόκληρο το 2013.
Όσον αφορά τέλος στη Μιανμάρ, η έκθεση στέκεται στις βιαιότητες εναντίον των μουσουλμάνων που είχαν αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τουλάχιστον 100 άνθρωποι και τουλάχιστον άλλοι 12.000 να αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους στην Μεϊχτίλα στις αρχές της περασμένης χρονιάς.
«Σε όλο τον κόσμο άνθρωποι γίνονται θύματα διακρίσεων, βιαιοτήτων και επιθέσεων (. . .) διότι απλώς ασκούν την (θρησκευτική) πίστη τους», επισήμανε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ στην έκθεσή του αναφερόμενο ιδίως σε χώρες όπως το Πακιστάν, η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, το Ιράν, η Κίνα και το Μπανγκλαντές.