Γέροντα, τι είπατε στους μαθητές που ήρθαν σήμερα και σας είπαν ότι κάλεσαν το πνεύμα;
-Τι να τους πω; Τους έδωσα πρώτα ένα καλό ξεσκόνισμα! Είναι άρνηση πίστεως αυτό που έκαναν. Από την στιγμή που καλούν τον διάβολο και τον δέχονται, αρνούνται τον Θεό.
Γι’ αυτό τους είπα κατ’ αρχάς να μετανοήσουν, να εξομολογηθούν ειλικρινά, και στο εξής να προσέχουν· να εκκλησιάζωνται, να κοινωνούν με ευλογία του πνευματικού τους, για να εξαγνισθούν. Έχουν ελαφρυντικά, επειδή είναι παιδιά και το έκαναν σαν παιχνίδι.
Αν ήταν μεγάλοι, θα πάθαιναν μεγάλο κακό· ο διάβολος θα αποκτούσε μεγάλη εξουσία επάνω τους· αλλά καθ αυτά τώρα τα τραντάζει.
– Δηλαδή, Γέροντα, τι έκαναν ακριβώς;
– Αυτό που κάνουν πολλοί… Βάζουν σε ένα τραπέζι ένα ποτήρι με νερό και γύρω-γύρω τοποθετούν τα γράμματα του αλφαβήτου Α, Β, Γ, κ.λπ. Βάζουν μετά το δάχτυλο τους μέσα στο νερό και καλούν το πνεύμα, δηλαδή τον διάβολο.
Το ποτήρι γυρίζει, σταματά μπροστά σε γράμματα και σχηματίζει λέξεις. Αυτά κάλεσαν το πνεύμα και, όταν ήρθε, το ρώτησαν: «Υπάρχει Θεός;». «Δεν υπάρχει!», τους λέει.«Ποιος είσαι εσύ;», το ρωτούν. «Ο σατανάς!», τους λέει. «Υπάρχει σατανάς;». «Υπάρχει!». Δηλαδή βλακείες χονδρές! Δεν υπάρχει Θεός και υπάρχει σατανάς! Όταν το ξαναρώτησαν, αν υπάρχη Θεός, τους είπε: «Ναι, υπάρχει». Μια «ναι», μια «όχι», οπότε προβληματίσθηκαν τα παιδιά.
Έτσι οικονόμησε ο Θεός, για να βοηθηθούν. Μια κοπέλα από την συντροφιά τους την χτύπησε το ποτήρι. Επέτρεψε ο Θεός να την χτυπήση, για να συνέλθουν και τα άλλα παιδιά.
Σήμερα πολλοί, όταν θέλουν να κάνουν κακό σε κάποιο πρόσωπο, καταφεύγουν σε μάγους που χρησιμοποιούν την κέρινη κούκλα του βουντού[1]. Οι μάγοι το έχουν κάνει αυτό παιχνίδι, χόμπι.alt
– Γέροντα, τι κάνουν;
– Φτιάχνουν μια κούκλα από κερί και, όταν κάποιος τους ζητάη να βλαφθή ο εχθρός του π.χ. στα μάτια, καρφώνουν μία βελόνα στα μάτια της κούκλας και αναφέρουν το όνομα αυτού που θέλουν να βλάψουν, κάνοντας διάφορα μαγικά.
Και πράγματι το άτομο εκείνο, αν ζή αμαρτωλή ζωή και δεν εξομολογήται, προσβάλλεται από δαιμονική ενέργεια στα μάτια. Πάνε να βγουν τα μάτια του από τον πόνο! Κάνει εξετάσεις, αλλά οι γιατροί δεν βρίσκουν τίποτε.
Να, και τα μέντιουμ τι κακό κάνουν! Δεν φθάνει που παίρνουν τα χρήματα από τους ανθρώπους, αλλά διαλύουν και οικογένειες. Πάει λ.χ. κάποιος στο μέντιουμ και λέει κάποιο πρόβλημα που έχει. «Κοίταξε, του λέει εκείνο, μια συγγενής σου που είναι λίγο μελαχρινή, λίγο ψηλή κ.λπ. σου έχει κάνει μάγια». Ψάχνει αυτός να βρη ποιά από το σόι του έχει αυτά τα χαρακτηριστικά.
Κάποια θα βρη που να μοιάζη έστω και λίγο. «Α, αυτή είναι, λέει, που μου έκανε μάγια» και τον πιάνει ένα μίσος εναντίον της. Κι εκείνη η φουκαριάρα να μην ξέρη τίποτε – μπορεί να τον έχη ευεργετήσει κιόλας , και αυτός να έχη μια αγανάκτηση εναντίον της, να μη θέλη ούτε να την δη!
Ξαναπάει στο μέντιουμ κι εκείνο του λέει: «Τώρα πρέπει να λύσουμε τα μάγια. Και για να τα λύσουμε, δώσε μερικά χρήματα». «Ε, αφού τα βρήκε, λέει αυτός, πρέπει να τον ανταμείψω»! Δώσ’ του χρήματα…
Βλέπεις ο διάβολος τι κάνει; Βάζει σκάνδαλα. Ενώ ένας καλός άνθρωπος, ακόμη κι αν ξέρη κάτι συγκεκριμένο για κάποιον, ποτέ δεν θα πη: «ο τάδε σε έχει βλάψει», αλλά θα προσπαθήση να τον βοηθήση. «Κοίταξε, θα του πη, μη βάζης λογισμούς. Να εξομολογηθής και μη φοβάσαι». Και έτσι βοηθάει και τον έναν και τον άλλον. Γιατί και αυτός που έβλαψε τον άλλον, όταν τον βλέπη να του φέρεται με καλωσύνη, προβληματίζεται με την καλή έννοια, και μετανοεί.
«Ο διάβολος ποτέ δεν μπορεί να κάνη καλό »