– Όταν, Γέροντα, μου περνάη ένας λογισμός εις βάρος ενός άλλου, είναι πάντοτε κατάκριση;
– Δεν το καταλαβαίνεις εκείνη την ώρα;
– Μερικές φορές αργώ να το καταλάβω.
– Κοίταξε να καταλαβαίνης το συντομώτερο την πτώση σου και να ζητάς συγχώρεση και από την αδελφή την οποία κατέκρινες και από τον Θεό, γιατί αυτό γίνεται εμπόδιο στην προσευχή. Με την κατάκριση φεύγει αυτομάτως η Χάρις του Θεού και δημιουργείται αμέσως ψυχρότητα στην επικοινωνία σου με τον Θεό. Πώς να κάνης μετά προσευχή; Η καρδιά σου γίνεται πάγος, μάρμαρο.
Η κατάκριση και η καταλαλιά είναι οι μεγαλύτερες αμαρτίες και απομακρύνουν την Χάρη του Θεού περισσότερο από κάθε άλλο αμάρτημα. «Όπως το νερό σβήνει την φωτιά, λέει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, έτσι και η κατάκριση σβήνει την Χάρη του Θεού».
– Γέροντα, νυστάζω πολύ στην πρωινή Ακολουθία.
– Μήπως κατέκρινες καμμιά αδελφή; Εσύ βλέπεις εξωτερικά τα πράγματα και κατακρίνεις, γι’ αυτό νυστάζεις μετά στην Ακολουθία. Από την στιγμή δηλαδή που κατακρίνει κανείς και δεν αντιμετωπίζει τα πράγματα πνευματικά, μαζεύονται δέκατα πνευματικά και αποδυναμώνεται. Και όταν αποδυναμωθή, ή νυστάζει, ή έχει αϋπνία.
– Γέροντα, συχνά πέφτω και στην γαστριμαργία.
– Κοίταξε, εκείνο που τώρα πρέπει να προσέξης πολύ είναι η κατάκριση. Αν δεν κόψης την κατάκριση, ούτε από την γαστριμαργία θα μπορέσης να απαλλαγής. Ο άνθρωπος που κατακρίνει, επειδή διώχνει την Χάρη του Θεού, μένει αβοήθητος και δεν μπορεί να κόψη τα ελαττώματά του. Και αν δεν καταλάβη το σφάλμα του, για να ταπεινωθή, θα έχη συνέχεια πτώσεις. Αν όμως το καταλάβη και ζητήση την βοήθεια του Θεού, τότε ξαναέρχεται η Χάρις του Θεού.
Από το βιβλίο: “Πάθη και Αρετές”