ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ- Η Πατρίδα περνοῦσε περίοδο πολιτικῆς ἀστάθειας, λόγω σχηματσμοῦ κυβερνήσεως, ὁ Γέροντας πονοῦσε καὶ εὐχόταν πολύ. Τὴν Τρίτη φορὰ ποὺ θὰ γίνονταν ἐκλογὲς σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα συνέβη τὸ ἑξῆς, ὅπως διηγήθηκε:
«Ἦταν παραμονὴ ἐκλογῶν. Καθόμουν στὸ ξυλοκρέββατο στὸ Ἀρχονταρίκι καὶ ἔλεγα τὴν εὐχή. Ξαφνικὰ παρουσιάστηκε ὁ διάβολος μὲ τὴν μορφή του ἀνωτάτου πολιτικοῦ προσώπου τῆς ἐποχῆς ἐκείνης τοῦ ὁποίου κατέκρινε ἐνέργειες καταστρεπτικὲς καὶ μὲ ἀπειλοῦσε. Ἀλλὰ δὲν μποροῦσε νὰ πλησιάση. Ἦταν σὰν δεμένος, κάτι τὸν κρατοῦσε καὶ σφιγγόταν».
Τὸ ἴδιο βράδυ ὁ Γέροντας παρουσιάσθηκε σὲ ἕναν ἔγγαμο ἱερέα στὸν ὕπνο του. Τοῦ εἶπε αὐστηρά: «Πάπα-… τί κοιμᾶσαι; Σήκω νὰ κάνης προσευχή, γιατί ἡ πατρίδα κινδυνεύει».
Τὴν σωτηρία τοῦ Ἔθνους τὴν περίμενε ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔλεγε: «Ἂν ὁ Θεὸς ἄφηνε τὴν τύχη τοῦ ἔθνους στοὺς πολιτικοὺς θὰ καταστρεφόμασταν. Ἀλλὰ ἀφήνει λίγο τὰ πράγματα, γιὰ νὰ φανοῦν οἱ διαθέσεις τοῦ καθενός».
(Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου)