– Γέροντα, πώς τα βλέπετε τα πράγµατα;- Εσείς πώς τα βλέπετε;- Εµείς τι να πούµε, Γέροντα; Εσείς να µας λέγατε.- Ή ησυχία πού επικρατεί µε ανησυχεί. Κάτι ετοιµάζεται.
∆εν έχουµε καταλάβει καλά σε τι χρόνια ζούµε ούτε σκεφτόµαστε ότι θα πεθάνουµε. ∆εν ξέρω τι θαγίνει· πολύ δύσκολη κατάσταση.
Ή τύχη τού κόσµου κρέµεται από τα χέρια µερικών, άλλα ακόµη ό Θεός κρατά φρένο. Χρειάζεται να κάνουµε πολλήπροσευχή µε πόνο, για να βάλει ό Θεός το χέρι Του. Να το πάρουµε στα ζεστάκαι να ζήσουµε πνευµατικά. Είναι πολύ δύσκολα τα χρόνια.
Έχει πέσει πολλή στάχτη, σαβούρα, αδιαφορία. Θέλει πολύ φύσηµα, για να φύγει. Οι παλιοί έλεγαν ότι θα έρθει ώρα πού θα κλωτσήσουν οι άνθρωποι. Πετάνε τους φρά-κτες, δεν υπολογίζουν τίποτε. Είναι φοβερό! Έγινε µία βαβυλώνια. Να κάνουµε προσευχή να βγουν οι άνθρωποι από αυτήν την βαβυλώνια. ∆ιαβάστε τηνπροσευχή των Τριών Παίδων, να δείτε µε πόση ταπείνωση προσεύχονταν και τον 82° Ψαλµό: «
Ό Θεός, τις όµοιωθήσεταί σοι, µή σιγήσης…».
Αυτό πρέπεινα γίνει, αλλιώς δεν γίνεται χωριό. Θέλει θεϊκή επέµβαση.Μπαίνουν µερικές αρρώστιες ευρωπαϊκές και προχωρούν όλο προς τοχειρότερο. Μου είπε ένας Κύπριος οικογενειάρχης πού µένει στην Αγγλία:«Κινδυνεύουµε πνευµατικά. Πρέπει να φύγω από την Αγγλία οικογενειακώς».Βλέπεις εκεί ό πατέρας να παίρνει την κόρη, ή µάνα τον γιό. Όλους τους στεφανώνουν, όλους τους ευλογούν. Κάτι πράγµατα…, ντρέποµαι να τα πω.Και εµείς κοιµόµαστε µε τα τσαρούχια. ∆εν λέω να πάρουµε πλακάτ, αλλά ναστρέψουµε την προσοχή µας στον µεγάλο κίνδυνο πού περιµένουµε και ναυψώνουµε τα χέρια στον Θεό. Να κοιτάξουµε πώς να αµυνθούµε κατά τούκακού. Χρειάζεται να κρατάµε λίγο φρένο, γιατί όλα πάνε να τα ισοπεδώσουν.Τώρα είναι να λέει κανείς το ψαλµικό:
«Θοϋ τους άρχοντας αυτών ως τονΏρήβ και Ζήβ καί Ζεβεέ καί Σαλµανά…, οϊτινες είπαν κληρονοµήσωµεν έαυτοϊς τό άγιαστήρων τού Θεού»
Σύγχυση µεγάλη υπάρχει. Μύλος γίνεται· είναι ζαλισµένοι οι άνθρωποι. Όκόσµος είναι όπως οι µέλισσες. Αν χτυπήσεις την κυψέλη, οι µέλισσες βγαίνουνέξω και αρχίζουν «βούου…» και γυρίζουν γύρω από την κυψέλη αναστατωµένες. Ύστερα ή κατεύθυνση τους θα εξαρτηθεί από τον άνεµο πού θα φυσήξει. Ανφυσήξει βοριάς, θα πάνε µέσα. Αν φυσήξει νοτιάς, θα φύγουν. Έτσι και τονκόσµο τον φυσάει… «Εθνικός Βοριάς», «Εθνικός Νοτιάς», και είναι ό καηµένοςζαλισµένος. Όµως, αν και γίνεται τέτοιο βράσιµο, νιώθω µέσα µου µία παρηγοριά,µία σιγουριά. Μπορεί να ξεράθηκε ή ελιά, άλλα θα πετάξει νέα βλαστάρια. Υπάρχειµία µερίδα Χριστιανών, στους οποίους αναπαύεται ό Θεός. Υπάρχουν ακόµη οιάνθρωποι τού Θεού, οι άνθρωποι της προσευχής, και ό Καλός Θεός µαςανέχεται, και πάλι θα οικονοµήσει τα πράγµατα. Αυτοί οι άνθρωποι της προσευχής µάς δίνουν ελπίδα. Μή φοβάσθε. Περάσαµε σαν έθνος τόσες µπόρεςκαι δεν χαθήκαµε, και θα φοβηθούµε την θύελλα πού πάει να ξεσπάσει; Ούτετώρα θα χαθούµε. Ό Θεός µας αγαπά. Ό άνθρωπος έχει µέσα του κρυµµένηδύναµη για ώρα ανάγκης. Θα είναι λίγα τα δύσκολα χρόνια. Μία µπόρα θα είναι.
∆εν σάς τα λέω αυτά, για να φοβηθείτε, άλλα για να ξέρετε πούβρισκόµαστε. Για µάς είναι µία µεγάλη ευκαιρία, είναι πανηγύρι οι δυσκολίες, τοµαρτύριο. Να είστε µε τον Χριστό, να ζείτε σύµφωνα µε τις εντολές Του και ναπροσεύχεσθε, για να έχετε θείες δυνάµεις και να µπορέσετε να αντιµετωπίσετετις δυσκολίες. Να αφήσετε τα πάθη, για να έρθει ή θεία Χάρις. Αυτό πού θαβοηθήσει πολύ είναι να µπει µέσα µας ή καλή ανησυχία: πού βρισκόµαστε, τι θα συναντήσουµε, για να λάβουµε τα µέτρα µας και να ετοιµασθούµε. Ή ζωή µαςνα είναι πιο µετρηµένη. Να ζούµε πιο πνευµατικά. Να είµαστε πιο αγαπηµένοι.Να βοηθούµε τους πονεµένους, τους φτωχούς µε αγάπη, µε πόνο, µεκαλωσύνη. Να προσευχώµαστε να βγουν καλοί άνθρωποι.
Ο Θεός θα δώσει τη λύση.
Ό Καλός Θεός όλα θα τα οικονοµήσει µε τον καλύτερο τρόπο, αλλάχρειάζεται πολλή υποµονή και προσοχή, γιατί πολλές φορές, µε το ναβιάζωνται οι άνθρωποι να ξεµπλέξουν τα κουβάρια, τα µπλέκουν περισσότερο.
Ό Θεός µε υποµονή τα ξεµπλέκει. ∆εν θα πάει πολύ αυτή ή κατάσταση. Θα πάρει σκούπα ό Θεός! Κατά το 1830, επειδή υπήρχε στο Άγιον Όρος πολύς τουρκικός στρατός, για ένα διάστηµα δεν είχε µείνει στην Μονή Ιβήρων κανέναςµοναχός. Είχαν φύγει οι Πατέρες, άλλοι µε τα άγια Λείψανα, άλλοι για ναβοηθήσουν στην Επανάσταση. Ερχόταν στο µοναστήρι µόνον ένας µοναχόςαπό µακριά πού άναβε τα κανδήλια και σκούπιζε. Μέσα και έξω από τοµοναστήρι ήταν τουρκικός στρατός, και αυτός ό καηµένος σκούπιζε και έλεγε:«Παναγία µου, τι θα γίνει µ’ αυτήν την κατάσταση;». Μία φορά πούπροσευχόταν µε πόνο στην Παναγία, βλέπει να τον πλησιάζει µία γυναίκα -ήταν ή Παναγία – πού έλαµπε και το πρόσωπο της ακτινοβολούσε. Τού παίρνειτην σκούπα από το χέρι και τού λέει: «Εσύ δεν ξέρεις να σκουπίζεις καλά· εγώ θασκουπίσω».