ΠτΔ: Καθώς η αντίστροφη μέτρηση για την ανακοίνωση του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας έχει ξεκινήσει, τα σενάρια για την επιλογή του νέου ενοίκου του Προεδρικού Μεγάρου έχουν ενταθεί.
Του Γιάννη Παπανικολάου
Η συζήτηση γύρω από το ποιος θα διαδεχθεί την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η θητεία της οποίας ολοκληρώνεται σύντομα, επικεντρώνεται πλέον σε δύο πρόσωπα: τον πρόεδρο της Βουλής, Κώστα Τασούλα, και τον πρώην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελο Βενιζέλο.
Η αλλαγή κατεύθυνσης
Η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη να στραφεί σε ένα πολιτικό πρόσωπο για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας αντικατοπτρίζει μια αλλαγή φιλοσοφίας σε σχέση με την επιλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου το 2020. Τότε, η επιλογή ενός μη πολιτικού προσώπου είχε στόχο την ανάδειξη μιας νέας, υπερκομματικής προοπτικής. Ωστόσο, η πενταετία που ακολούθησε φαίνεται πως οδήγησε σε διαφορετικές πολιτικές εκτιμήσεις, με την κυβέρνηση να προσανατολίζεται τώρα σε μια καθαρά πολιτική επιλογή.
Η λογική πίσω από αυτή την αλλαγή είναι πολλαπλή. Πρώτον, η ανάγκη ενότητας εντός της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Δημοκρατίας. Οι πληροφορίες θέλουν αρκετούς βουλευτές να αντιδρούν σε ενδεχόμενη ανανέωση της θητείας της κ. Σακελλαροπούλου. Δεύτερον, η στόχευση στην εξασφάλιση μιας ισχυρής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, ακόμα και αν χρειαστούν περισσότεροι από ένας γύροι ψηφοφοριών.
Ο «ασφαλής» Κώστας Τασούλας
Ο Κώστας Τασούλας, ένας από τους πιο έμπειρους πολιτικούς της Νέας Δημοκρατίας, θεωρείται η ασφαλής επιλογή για τον ρόλο του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ως πρόεδρος της Βουλής, έχει αποδείξει την ικανότητά του να διαχειρίζεται δύσκολες καταστάσεις και να κρατά τις ισορροπίες. Με καταγωγή από τα Ιωάννινα, ο Κώστας Τασούλας έχει μια μακρά πολιτική πορεία και χαίρει της εκτίμησης τόσο του πρωθυπουργού όσο και των συναδέλφων του στη Νέα Δημοκρατία.
Η υποψηφιότητά του συγκεντρώνει αρκετά πλεονεκτήματα. Είναι βέβαιο ότι θα εξασφαλίσει την υποστήριξη της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Δημοκρατίας, ενώ ενδέχεται να έχει τη στήριξη και άλλων πολιτικών χώρων. Ωστόσο, το κύριο μειονέκτημα της υποψηφιότητάς του είναι ότι δύσκολα θα κερδίσει τη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ ή άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε περισσότερους από έναν γύρους ψηφοφοριών.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος ως πρόταση ευρύτερης συναίνεσης
Από την άλλη, ο Ευάγγελος Βενιζέλος αποτελεί μια επιλογή που μπορεί να συγκεντρώσει ευρύτερη κοινοβουλευτική στήριξη. Ως ένας από τους κορυφαίους νομικούς και πολιτικούς της χώρας, με πλούσια εμπειρία τόσο στο ΠΑΣΟΚ όσο και σε κυβερνητικές θέσεις, ο Βενιζέλος διαθέτει τα προσόντα για να υπηρετήσει το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα.
Η υποψηφιότητά του θα μπορούσε να λειτουργήσει ως γέφυρα συνεργασίας ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης, πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, είναι δύσκολο να αρνηθεί τη στήριξη ενός πολιτικού που υπήρξε καθοριστικός για την πορεία του κόμματος. Παράλληλα, η επιλογή Βενιζέλου θα μπορούσε να στείλει ένα μήνυμα πολιτικής σταθερότητας και θεσμικής αναβάθμισης.
Ωστόσο, η υποψηφιότητά του δεν είναι χωρίς προκλήσεις. Ο Βενιζέλος είναι γνωστός για την ισχυρή του προσωπικότητα και την πολιτική του αυτονομία, χαρακτηριστικά που ενδέχεται να προκαλέσουν ανησυχίες σε μερίδα της Νέας Δημοκρατίας. Επιπλέον, η επιλογή ενός τόσο ισχυρού πολιτικού προσώπου θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ενίσχυση του θεσμικού ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας, κάτι που ορισμένοι θεωρούν ως πιθανή πηγή συγκρούσεων με την εκτελεστική εξουσία.
Οι διαδικασίες της εκλογής
Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι μια διαδικασία που απαιτεί ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις, ιδιαίτερα στους πρώτους γύρους ψηφοφορίας. Για να εκλεγεί Πρόεδρος από την πρώτη ψηφοφορία, απαιτούνται 200 ψήφοι, αριθμός που φαίνεται δύσκολο να επιτευχθεί στην παρούσα Βουλή των εννέα κομμάτων. Εάν χρειαστεί, η διαδικασία μπορεί να φτάσει μέχρι την τέταρτη ψηφοφορία, όπου αρκούν 151 ψήφοι για την εκλογή.
Η τελική απόφαση για το ποιος θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναμένεται να ληφθεί σύντομα, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να έχει τον τελευταίο λόγο. Η επιλογή του θα είναι καθοριστική, όχι μόνο για τη λειτουργία των θεσμών, αλλά και για τις πολιτικές ισορροπίες της χώρας τα επόμενα χρόνια.