Υπό του Γέροντος Μαξίμου Ιβηρίτου – Για το ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΙΒΗΡΙΤΗΣ: Αι ανταλαγείσαι Επιστολαί μεταξύ Βασιλέως Αυγάρου και Ιησού Χριστού, βάσει Αγιοπατερικών μελετημάτων.
1. Περί του Αγίου Μανδηλίου:
§ Μία απεικόνισις, εκ του φυσικού, της μορφής του προσώπου του Κυρίου, θεωρείται η Αχειροποίητος Εικών του Αγίου Μανδηλίου· αποτυπωθείσα θαυματουργικώς εις το Μανδήλιον του Ιησού Χριστού, εις μίαν απόμαξιν του προσώπου του.
» Η παράδοσις αύτη διά την Αχειροποίητον Εικόνα του Αγίου Μανδηλίου ήτο ισχυρά εις την αρχαίαν Εκκλησίαν, και εις αυτήν αποδίδονται πολλά θαύματα. Συμφώνως με την σχετικήν παράδοσιν, ο Ιησούς Χριστός απέστειλε δι’ αυτού του τρόπου την μορφήν του προς τον Βασιλέα Αύγαρον Ε ́ της Εδέσσης της Μεσοποταμίας [= σημερινόν Ιράκ], τον επικαλούμενον Ουχάμα [= Μέλαν, κατά τον ιστορικόν Τάκιτον], όστις έπασχεν εξ ανιάτου ασθενείας, αφού ο ίδιος δεν ηδυνήθη να ανταποκριθή εις την πρόσκλησιν να τον επισκεφθή. Ο Αύγαρος ή Άβγαρος εβασίλευσεν από του 4π.Χ έως του 7 μ.Χ., και από του 18 μ.Χ έως του 50
μ.Χ. [1].
» Διά την Εικόνα του Αγίου Μανδηλίου κάμνει λόγον ο Εκκλησιαστικός Ιστορικός Ευάγριος ο Σχολαστικός († 593), αναφερόμενος εις την ύπαρξιν της Εικόνος ταύτης και δη εις την μεταξύ του Αυγάρου και του Κυρίου ανταλλαγήν δύο Επιστολών [2].
2. Περί των επιμάχων Επιστολών, μεταξύ Βασιλέως Αυγάρου και Ιησού Χριστού:
§ Εκτός του ρηθέντος Ευαγρίου του Σχολαστικού, ο πατήρ της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, Επίσκοπος Καισαρείς Ευσέβειος, σύγχρονος του Μεγάλου Κωνσταντίνου και βιογράφος αυτού, εις το έργον του: «Ευσεβίου Εκκλησιαστική Ιστορία» (βιβλ. Α ́, κεφ. 13), αφού διερευνά το ποίοι απήρτιζον τον κύκλον των 70 Μαθητών του Χριστού, μνημονεύει την ανταλλαγήν δύο Επιστολών μεταξύ του τοπάρχου της Εδέσης Αυγάρου και Ιησού Χριστού. Ο ίδιος μάλιστα φέρεται, ότι εύρεν εις τα αρχεία της πρωτευούσης του Εδέσσης τας δύο ταύτας σχετικάς Επιστολάς, και τας μετέφρασεν εκ της Συριακής εις την Ελληνικήν.
» Αι δύο αύται Επιστολαί καταχωρούνται εν τω Συναξαριστή του Οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου εις την 16 Αυγούστου, ότε εορτάζεται η Ανάμνησις της εισόδου της αχειροτεύκτου μορφής του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος από Εδέσσης εις ΚΠολιν (βλ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής…, τομ. Γ ́, ως αν., σελ. 251—252):
Α ́. < Η Επιστολή του Αυγάρου προς τον Κύριον > :
«Αύγαρος τοπάρχης πόλεως Εδέσσης, Ιησού Σωτήρι, αγαθώ ιατρώ αναφανέντι εν Ιεροσολύμοις. Ήκουσα τα περί Σου φημιζόμενα θαύματα και τας ιατρείας, τας υπό Σου γινομένας, άνευ ιατρικών βοτάνων, διότι, ως η φήμη διαλαλεί· Συ κάμνεις τους τυφλούς να αναβλέπωσι, τους χωλούς να περιπατώσι· Συ καθαρίζεις τους λεπρούς·
Συ διώκεις τα ακάθαρτα πνεύματα και τους δαίμονας· Συ ιατρεύεις τους πάσχοντας μακράς και πολυχρονίους ασθενείας· Συ και νεκρούς ανασταίνεις.
» Όθεν εγώ ακούσας περί Σου όλα τα θαυμάσια ταύτα, εσυλλογίσθην εν εκ των δύο τούτων, ή ότι Συ, ο τοιαύτα ποιων, είσαι Υιός του Θεού, ή ότι είσαι Θεός. Διά τούτο λοιπόν έγραψα προς Σε, και Σε παρακαλώ να λάβης τον κόπον να έλθης προς με, ίνα ιατρεύσης το πάθος μου. Ήκουσα δε και τούτο, ότι οι Ιουδαίοι γογγύζουσι κατά Σου, και έχουν σκοπόν να σε κακοποιήσωσιν· η δε πόλις μου, Έδεσσα ούσα μεν μικροτάτη, αλλά σεμνή, θέλει εξαρκέσει εις αμφοτέρους ημάς ίνα κατοικώμεν εν αυτή με ειρήνην».
Β ́. < Η Επιστολή του Κυρίου προς τον Αύγαρον >:
«Μακάριος είσαι, ω Αύγαρε, επειδή, χωρίς να με ίδης, επίστευσας εις εμέ. Είναι δε γεγραμμένον περί εμού, ότι εκείνοι μεν οι οποίοι με είδον οφθαλμοφανώς δεν πιστεύουσιν εις εμέ, ίνα οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες ζήσωσι [Ησ. στ ́10].
» Καθ’ όσον δε αφορά εκείνο το οποίον μοί γράφεις, ότι να έλθω προς σε, ήξευρε ότι πρέπει να τελειώσω όλα εκείνα τα έργα διά τα οποία απεστάλην εις τον Κόσμον υπό του Πατρός μου, και αφ’ ου ταύτα τελειώσω και αναληφθώ εις τους ουρανούς προς τον αποσταλέντα με Πατέρα, τότε θέλω σοι αποστείλη ένα μαθητήν μου
Θαδδαίον ονομαζόμενον, ο οποίος το μεν πάθος σου θέλει ιατρεύσει, ζωήν δε αιώνιον και ειρήνην εν τω βίω τούτω θέλει χαρίσει και εις σε και εις τους μετά σου· αλλά και εις την πόλιν σου Έδεσσαν θέλει βοηθήσει αρκετά, ίνα μη νικήση αυτήν εχθρός τις».
§ « Εν τω τέλει δε της ανωτέρω Επιστολής έβαλε σφραγίδας επτά, αι οποίαι ήσαν σημαδευμέναι με εβραικά γράμματα, μεθερμηνευόμενα ούτω: ̔ ̔Θεού Θέα, Θείον Θαύμα ̓ ̓».
» Σημείωσαι [= γράφει ο Όσιος Νικόδημος], ότι ο πρωτοσπαθάριος Γεώργιος ο Μανιάκης, στρατηγός ων εις τας χώρας πέριξ του Ευφράτου ποταμού, εκυρίευσε την Έδεσσαν, όπου εύρε και την ιδιόγραφον ταύτην Επιστολήν του Κυρίου, και απέστειλεν αυτήν εις τον Βασιλέα Ρωμανόν τον Αργυρόπουλον, εν έτει ακη ́(1028)(όρα Μελέτιον, τομ. β ́, σελ. 388).
» Λέγει δε ο Θεοφάνης και ο Κωδινός, ότι επί Μιχαήλ του Παφλαγόνος έγινε λιτανεία, εν η εβάσταζον οι του Βασιλέως αδελφοί, ο μεν την προς Αύγαρον ταύτην Επιστολήν του Κυρίου , ο δε τα σπάργανα αυτού (σελ. 1152 της Δωδεκαβίβλου του Δοσιθέου)». Η Επιστολή του Κυρίου προς τον Αύγαρον καταχωρείται και εις τα
Εκκλησιαστικά Μηναία της 16 Αυγούστου.
» Την αυτόγραφον Επιστολήν του Αυγάρου, τοπάρχου της Εδέσσης της ΒΔ. Μεσοποταμίας [= άλλως Οσροηνής, νυν Ούρφας· εκ του Αραμαικού Ουρχάι ή Ουρχόι] προς τον Σωτήρα Χριστόν, απέστειλεν εις την ΚΠολιν το 1033 οστρατηγός των παρά τον Ευφράτην πόλεων Μανιάκης, ευρών ταύτην εν τη Εδέσση (πρβλ. Κεδρηνού Γεωργίου, Σύνοψις ιστοριών, Βόνης, τομ. Β ́, σελ. 501).
» Αύτη η Επιστολή εσώζετο εντός του Παλατίου μέχρι σχεδόν του 12ου αι., εκλάπη δε την 12 ή 13 Σεπτεμβίου του 1185, κατά τας ακαταστασίας τας συγκυρούσας τη αναρρήσει Ισαακίου του Αγγέλου (πρβλ. Νικήτα Χωνιάτου, Ιστορικόν σύγγραμμα, σελ. 463).
» Σημειωτέον, ότι την γνησιότητα της επιστολής του Βασιλέως Αυγάρου προς τον Ιησούν Χριστόν, ωρισμένοι την αμφισβητούν, διότι θεωρούν ότι εμπεριέχει στοιχεία εκ του Ευαγγελίου των «Διά τεσσάρων» του Σύρου Τατιανού (2ος αι.). Ως γνωστόν, το «Διά Τεσσάρων» κράμα [= Ευαγγέλιον των Εβραίων], αποτελεί μίαν συλλογήν των Τεσσάρων Ευαγγελίων, την οποίαν συνέθεσεν ο Τατιανός και τυγχάνει γνωστόν εις την Εκκλησιαστικήν Ιστορίαν (Δ ́, 29).
» Η Επιστήμη όμως, η πολλάκις αναθεωρούσα εαυτήν, ένεκα ορθολογιστικών κριτηρίων, διά φύσεως περιπατεί και ουχί διά πίστεως. Άλλως τε, υπό πολλών κατευθυνομένων ερευνητών, πάλαι τε και νυν, έχει εκδηλωθή μία γενική αμφισβήτησις και διά το ίδιον πρόσωπον του Ιησού Χριστού, προετοιμάζοντες ούτω την έλευσιν ενός άλλου Μεσίου, του Αντιχρίστου.
§ Διά την Εικόνα του Αγίου Μανδηλίου, Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, εν τω Συναξαριστή αυτού εις την 16 Αυγούστου, μας παρέχει και άλλας σχετικάς πληροφορίας, όπως: « Ο δε Μελέτιος λέγει, ότι εν ω η Έδεσσα εκινδύνευε να αλωθή υπό των Ρωμαίων, οίτινες την επολιόρκουν, ούσαν πρότερον κυριευμένην υπό των Αγαρηνών, τότε, λέγω, ίνα φύγωσιν οι Εδεσσηνοί την αιχμαλωσίαν, έδωκαν λύτρον εαυτών την ρηθείσαν (αχειροποίητον) Εικόνα του Κυρίου, την οποίαν υπεδέχθη ο Βασιλεύς με λαμπράν και πρέπουσαν δορυφορίαν (τομ. β ́, σελ. 354, Εκκλ. Ιστ.).
» Προστίθησι δε ο αυτός Όσιος Νικόδημος, ότι ο Νικηφόρος Φωκάς, ο εν έτει 963 βασιλεύσας, τω δευτέρω έτει της βασιλείας του, έφερεν εις Κωνσταντινούπολιν το εκτύπωμα του Σωτήρος Χριστού, το οποίον εύρεν εις κέραμον κατά την Ιεράπολιν της Συρίας· ίσως δε το εκτύπωμα τούτο ήτο το εικονισθέν εις κεραμίδα, η τις ην έμπροσθεν του αγίου Μανδηλίου, ως είπωμεν ανωτέρω, και ουχί αυτό το εν τω Μανδηλίω τετυπωμένον» (βλ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής…, τομ. Γ ́, ως αν., σελ. 254, σημ. 1).
§ Εις ο,τι αφορά το Άγιον Μανδήλιον, υπάρχουν και άλλαι παραδόσεις. Κατά μίαν εξ αυτών, η ιαθείσα Χαναναία ταυτίζεται με την Αγίαν Βερονίκην (Ιουλίου 12), και κατ’ άλλας η Αγία Βερονίκη ταυτίζεται με την Χαναναίαν γυναίκα, της οποίας την θυγατέρα εθεράπευσεν ο Κύριος (Ματθ. ιε ́ 21-28).
» Αύτη έφερεν εις ένα ζωγράφον λευκόν ύφασμα, ίνα της φιλοτεχνήση την Εικόνα του Σωτήρος· εκεί δε συνήντησε τον Κύριον, όστις λαβών το σουδάριον, απετύπωσεν εις αυτό την όψιν του εξόχως ωραίαν και κατόπιν της το ενεχείρισεν. Η γυνή ίσως να ήτο και μία εκ των ακολουθουσών τον Κύριον, πορευόμενον εις τον Γολγοθάν, ήτις του προσέφερε μανδήλιον προς απόμαξιν του ιδρώτος και εις αυτό απετυπώθη η όψις του τεθλιμμένη.
» Κατά την αποδιδομένην εις Κωνσταντίνον τον Πορφυρογέννητον και γραφείσαν τον 10ον αι. «Διήγησιν… περί της προς Αύγαρον αποσταλείσης θείας Εικόνος Ιησού», το Άγιον Μανδήλιον παρεδόθη εις τον Απόστολον Θωμάν υπό του Κυρίου, με την εντολήν να αποσταλή μετά την Ανάληψιν εις τον Αύγαρον.
» Ο Αύγαρος και ο υιός αυτού διετήρησαν μετ’ ευλαβείας την Εικόνα. Επί Χοσρόου (6ος αι.), πολιορκήσαντος την Έδεσσαν, πρωτεύουσαν του βασιλείου της Οσροηνής, ένθα εβασίλευεν ο Αύγαρος και οι απόγονοί του, ευρέθη η Εικών κατόπιν ενυπνίου του Επισκόπου Ευλαλίου, ήτις είχε κρυβή κατά τας ημέρας του
εγγονού του Αυγάρου, διώκτου του Χριστιανισμού. Η παραλαβή του Αγίου Μανδηλίου από την Έδεσσαν και η μεταφορά του εις την ΚΠολιν, εγένετο επί της βασιλείας Ρωμανού Α ́του Λεκαπηνού το 944.
» Κατά το διάστημα της μεταφοράς ετελούντο καθ’ οδόν τα ίδια θαύματα, τα οποία επραγματοποίει ο Χριστός. Το Άγιον Μανδήλιον αφίχθη εις το Προάστιον των Βλαχερνών της ΚΠόλεως την 15 Αυγούστου και την επομένην εγένετο μεγάλη Λιτάνευσις πέριξ τη Πόλεως και εντός αυτής προς αγιασμόν. Ακολούθως
ετοποθετήθη προσωρινώς εις τον Ι. Ναόν της Αγίας Σοφίας προς κοινήν προσκύνησιν, και είτα μονίμως εις τον εν τη Βασιλίδι αυτοκρατορικόν του Παλατίου Ι. Ναόν της Παρθένου του Φάρου· καθιερώθη δε τότε και ειδική εορτή προς τιμήν της Εικόνος (Αυγούστου 16) [3].
» Συμφώνως με την «Ερμηνείαν της ζωγραφικής τέχνης» του Αγιογράφου Διονυσίου Ιερομονάχου του εκ Φουρνά Αγράφων, το Άγιον Μανδήλιον και το Άγιον Κεράμιον [= με τα αυτά επίθετα ονόματα], ιστορούνται ως εξής: «…κατωτέρω δε εις τας γωνίας των καμάρων της τουρλαίας εκκλησίας, ποίησον τέσσαρας Ευαγγελιστάς· ανάμεσα δε των Ευαγγελιστών, εις τας κορυφάς των προσώπων των καμάρων, ανατολικά ποίησον το Άγιον Μανδήλιον, δυτικά δε το Άγιον Κεράμιον, και δεξιά μεν τον Ιησούν Χριστόν, βαστών Ευαγγέλιον…» [4].
» Το Άγιον Μανδήλιον τοποθετείται επίσης επί του τέμπλου, άνωθεν της Ωραίας Πύλης του Ιερού Βήματος του Ναού. Εις την Εικόνα απεικονίζεται εις τεμάχιον υφάσματος [= εν είδη μανδηλίου] το πρόσωπον του Κυρίου. Μετά τον χαλκούν ανδριάντα του Κυρίου, κατασκευασθέντα ως ελέχθη παρά της αιμορροούσης
Χαναναίας, το Άγιον Μανδήλιον, ως Εικών, είναι η πρώτη εις την Εκκλησιαστικήν Ιστορίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας και η αρχή ιστορήσεως όλων των χειροποιήτων Εικόνων, αίτινες εκόσμησαν και συνεχίζουν να κοσμούν τους Ι. Ναούς μέχρι σήμερον.
» Η Αχειροποίητος αύτη Εικών με το πρόσωπον του Χριστού, όπως την παρέδωσεν ο ίδιος, σχολιάζεται υπό του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, ως εξής: «Αυτός ο Χριστός εικόνα εποίησε την λεγομένην αχειροποίητον… και ουδείς αυτήν είδωλον είπε των ευφρονούντων» [5].
3. Περί του Αγίου Κεραμίου:
§ Με την Εικόνα του Αγίου Μανδηλίου σχετίζεται και το Άγιον Κεράμιον. Ας ίδωμεν όμως την λεπτομερή ταύτην διήγησιν της ιστορίας, ήτις υπάρχει εις το Μηναίον του Αυγούστου (την 16 του μηνός) και δύναται να συνοψισθή ως ακολούθως:
» Ο Αύγαρος, ο Βασιλεύς της Εδέσσης της Μεσοποταμίας, ήτο λεπρός. Ήκουσε διά τα θαύματα του Χριστού και απέστειλε προς αυτόν τον αρχειοφύλακά του Ανανίαν με επιστολάς, εις τας οποίας παρεκάλει τον Κύριον να μεταβή εις την Έδεσσαν, ίνα τον θεραπεύση.
» Ο Ανανίας ήτο ζωγράφος, διά τούτο και διετάχθη να φιλοτεχνήση εν πορτραίτον του Σωτήρος, εις περίπτωσιν κατά την οποίαν θα ηρνείτο ούτος να υπάγη. Ο Ανανίας εύρε τον Κύριον περιεστοιχισμένον υπό πλήθους και δεν ηδύνατο να τον πλησιάση· διά τούτο ανέβη εις ένα βράχον, προκειμένου να έχη καλυτέραν εικόνα.
Εις την προσπάθειάν του να κατασκευάση το πορτραίτον του Σωτήρος, δεν ηδυνήθη «εξ αιτίας της απεριγράπτου δόξης του προσώπου του, το οποίον μετεμορφούτο διά της χάριτος».
» Βλέπων ο Κύριος, ότι ο Ανανίας δεν ηδύνατο να κατασκευάση το πορτραίτόν του, εζήτησεν ύδωρ, και αφού ενίφθη, εσκούπισε το πρόσωπόν του εις εν λινόν ύφασμα, εις το οποίον απετυπώθησαν τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Ακολούθως το έδωκεν εις τον Ανανίαν ομού με μίαν Επιστολήν διά τον Αύγαρον. Εις την
Επιστολήν ο Κύριος έγραφεν, ότι δεν ηδύνατο να μεταβή εις Έδεσσαν, καθότι είχε μίαν αποστολήν να εκπληρώση. Υπέσχετο όμως, ότι θα του έστελλεν ένα εκ των μαθητών του. Όταν ο Αύγαρος έλαβε το πορτραίτον εθεραπεύθη, αλλ’ έμειναν εις το πρόσωπόν του αρκετά σημάδια.
» Μετά την Ανάληψιν του Κυρίου, ο εκ των Εβδομήκοντα Αποστόλων Άγιος Θαδδαίος μετέβη εις την Έδεσσαν και εθεράπευσε πλήρως τον Βασιλέα. Επάνω δε εις το θαυματουργόν πορτραίτον, ο Αύγαρος έγραψε τα εξής: « Ω Χριστέ Θεέ, αυτός που ελπίζει σε Σένα δε θα πεθάνη».
» Ο Αύγαρος ακολούθως αφήρεσεν εν είδωλον από το άνω μέρος μιάς πύλης της πόλεως και το αντικατέστησε με την αγίαν Εικόνα. Ο Αύγαρος έκαμε πολλά διά την διάδοσιν του Χριστιανισμού εις τους υπηκόους του, αλλ’ ο δισέγγονός του επέστρεψεν εις την ειδωλολατρείαν και ήθελε να καταστρέψη την Εικόνα του Αγίου Μανδηλίου. Τότε ο Επίσκοπος της πόλεως το ενετοίχισεν εις εν κοίλωμα και ετοποθέτησεν έμπροσθεν μίαν ανημμένην κανδήλαν.
» Όταν μετά πάροδον ετών ο Επίσκοπος Ευλάλιος δι’ οράματος απεκάλυψε το μέρος του κοιλώματος, είδε και την κανδήλαν να καίη ακόμη έμπροσθέν της. Με την χάριν της Εικόνος η πόλις εσώθη τότε υπό της εχθρικής επιδρομής του Πέρσου Βασιλέως Χοσρόου (544 ή 545). Η ιδία δε η Εικών ουχί μόνον ήτο ανέπαφος, αλλ’
είχεν εκτυπωθή εις την εσωτερικήν πλευράν της πλακός, ήτις την απέκρυβεν, και εφαίνετο ως να ήτο αποτετυπωμένη επάνω εις εν Κεράμιον.
» Διά την αποτυπωθείσαν Εικόνα εις το Κεράμιον, είναι γνωστόν ότι ευρέθη αργότερον εις την Ιεράπολιν της Συρίας, και ο αυτοκράτωρ Νικηφόρος Φωκάς κατά την εκεί εκστρατείαν του το 967, ακολουθών το παράδειγμα του Ρωμανού Α ́, μετέφερε το Άγιον Κεράμιον εις την Βασιλεύουσαν και το ετοποθέτησεν ομού με το Άγιον Μανδήλιον εις το Παρεκκλήσιον της Παναγίας του Φάρου.
» Μετά την λεηλασίαν της ΚΠόλεως το 1204 υπό των Σταυροφόρων, τα δύο Ιερά Σεβάσματα μετεφέρθησαν εις την Γαλλίαν υπό του βασιλέως Λουδοβίκου Θ ́ (1226-1270) και ετοποποθετήθησαν εις το Παρεκκλήσιον του Αγίου Στεφάνου, το οποίον ελεηλατήθη κατά την Γαλλικήν Επανάστασιν (1789-1799)· έκτοτε, τα ίχνη
και των δύο Εικόνων εχάθησαν. Η Εκκλησία, πάντως, υμνεί και τούτο το νέον εκτύπωμα εις το λεγόμενον Άγιον Κεράμιον ομού μετά του Αγίου Μανδηλίου την 16 Αυγούστου.
» Ως γνωστόν, η Ζ ́ Οικουμενική Σύνοδος της Νικαίας της Βιθυνίας της Μ. Ασίας το 747 ετίμησε την Εικόνα του Χριστού, ιδιαιτέρως κατά την Κυριακήν της Ορθοδοξίας.
» Ο Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης, εις το βιβλίον του «Περί αγίων εικόνων», γράφει σχετικώς: «Εκ των ειρημένων (Πρακτικά Ζ ́Οικ. Συνόδου) λοιπόν μαρτυρείται, ότι η Ζ ́Οικ. Σύνοδος παρεδέχθη την γνησιότητα της θεοτεύκτου εικόνος του Σωτήρος Χριστού και επείσθη, ότι εξ αρχαιοτάτης παραδόσεώς εστιν η χρήσις των αγίων εικόνων εν τη Εκκλησία» (βλ. σελ. 180).
» Όθεν, την 16 Αυγούστου αναγινώσκομεν και εις το Συναξάριον της ημέρας: Η ανάμνησις της εισόδου της αχειροτεύκτου μορφής του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εκ της Εδεσσηνών πόλεως, εις ταύτην την θεοφύλακτον και βασιλίδα ανακομισθείσης:
« Εν σινδόνι ζων εξεμάξω σην θέαν,/ Ο νεκρός εισδύς έσχατον την σινδόνα./ Εις το Κεράμιον./Αχειρότευκτον χειρότευκτος σον τύπον/Φέρει Κέραμος, παντοτεύκτα Χριστέ μου./Μανδήλιον/ήτοι Εικών αχειροποίητος/του Κυρίου./Κεράμιον/Άγιον».
Βιβλιογραφικαί Σημειώσεις-Παραπομπαί:
[1] Βλ. Ευσεβίου, Εκκλησιαστική ιστορία 1, 13, 5, ΒΕΠ, 19, 220, 12-19.
[2] Βλ. Ευαγρίου Σχολαστικού, Εκκλησιαστική ιστορία, Δ ́, 27. Περί της εις Έδεσσαν εκστρατείας Χοσρόου, PG 86, 2748C-2749Α.-Αγίου Νεκταρίου, Α ́. Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι της του Χριστού Εκκλησίας, Β ́. Μελέτη περί των Αγίων Εικόνων, εκδόσεις Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1972, σελ. 261-262 και 280-287.
[3] Η εν Ρώμη φυλασσομένη Εικών, συνδεομένη με την Εικόνα της Αγίας Βερονίκης, δεν ευσταθεί σήμερον (πρβλ. Νικολοπούλου Παν. Γ., Βερονίκη, Θ.Η.Ε., 3ος τόμος, Αθήναι 1963, στ. 826-827).
§ Ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, εν τω Συναξαριστή αυτού εις την 16 Αυγούστου, αναφέρει επί πλέον τα εξής περί του Αγίου Μανδηλίου: «Λέγουσι δε τινες, ότι ο αχειροποίητος ούτος Χαρακτήρ του Κυρίου ευρίσκεται τώρα εις την παλαιάν Ρώμην (όρα σελ. 744 της Δωδεκαβίβλου).
§ Και προσθέτει, ότι ο Κωνσταντίνος Λάσκαρις ο Βασιλεύς, γράφει την διήγησιν περί του Μανδηλίου τούτου, του μετακομισθέντος εις Κωνσταντινούπολιν, ης η αρχή· ̔ ̔Ου άρα μόνον αυτός ακατάληπτος ην ̓ ̓ (σώζεται εν τη μεγίστη Λαύρα, εν τη Μονή του Βατοπαιδίου και εν τη των Ιβήρων).
§ Ευρίσκεται δε εν τη Λαύρα και έτερος λόγος περί της αυτής υποθέσεως, ου η αρχή· ̔ ̔Περί της Εδέσσης αχειροποιήτου και Θείας μορφής του Χριστού ̓ ̓» (βλ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής…, τομ. Γ ́, ως αν., σελ. 255, σημ. 1).
§ Η Εικών του Αγίου Μανδηλίου αντεγράφη, βεβαίως, πολλάκις. Παλαιότερον επιστεύετο, ότι αι αρχαιότεραι σωζόμεναι αναπαραστάσεις ήσαν μερικαί νωπογραφίαι του 11ου αι. και νωπογραφίαι του 12ου αι. [= Ι. Ναός του Σωτήρος Νερεδίτσης]· όμως περί τα μέσα του 20ου αι., ανεκαλύφθη εις την Γεωργίαν μία εγκαυστική Εικών του Αγίου Μανδηλίου, χρονολογουμένη εις τον 6ον ή 7ον αι., ήτοι από την εποχήν καθ’ ην η πρωτότυπος θαυματουργός Εικών ευρίσκετο εις την Έδεσσαν (πρβλ. Amiranachvili, Istoria gruzinskogo iskusstra, Μόσχα 1950, σελ. 126).
§ Μία ενδιαφέρουσα Εικών του 10ου αι., κατεσκευασμένη εις τέσσαρα τμήματα, ευρισκομένη σήμερον εις την Ι. Μονήν Αγίας Αικατερίνης Σινά, παριστά εις την μίαν πλευράν τον Απόστολον Θαδδαίον και εις την άλλην πλευράν τον Βασιλέα Αύγαρον να λαμβάνη από τας χείρας του Ανανίου το λινόν με την Αγίαν Μορφήν του Κυρίου (πρβλ. Σωτηρίου Γ. και Μ., Εικόνες της Μονής Σινά, αντίγραφον Ι (Αθήναι, 1956), Πίναξ 34, κείμενον ΙΙ (Αθήναι, 1958), σελ. 49-51).
[4] Βλ. Διονυσίου του εκ Φουρνά, Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης, εκδ. ερμηνεία & χώρος τέχνης, Ιερόν Κουλουμουσιανόν Κελλίον Τιμίου Προδρόμου «Διονυσίου του εκ Φουρνά», Άγιον Όρος 2007, σελ. 281 και 292.
[5] Βλ. Ιωάννου Δαμασκηνού, ΕΠΕ 3/384-386.-Βλ. και το παρ’ αυτού γραφέν ιστορικόν της Εικόνος με τον Βασιλέα της Εδέσσης της Μεσοποταμίας Αύγαρον, ΕΠΕ 1/498.
Συπληρωματική Βιβλιογραφία:
α) Κώδιξ Ι. Μ. Βατοπαιδίου, αριθ. 928: «Επιστολή Αυγάρου προς Χριστόν και απάντησις Χριστού προς αυτόν»·
β) Κώδιξ Ι. Μ. Βατοπαιδίου, αριθ. 635: «Περί της προς Αύγαρον σταλείσης αχειροποιήτου Εικόνος του Χριστού».
γ) Κώδιξ Ι. Μ. Διονυσίου: αριθ. 199 (του έτους 1420): «Περί της προς Αύγαρον σταλείσης αχειροποιήτου Εικόνος του Χριστού»
δ) Μηναίον, Μαλακάκης Νίκος, Βυζαντινολόγιο-Λεξικό Εκκλησιαστικών και Θρησκευτικών εορτών, Αστήρ, Αθήνα 199, σελ. 93.
ε) Θ.Η.Ε. τομ. 1 (1962) στ. 32-33, Αθήνα: Αθανάσιος Μαρτίνος, σελ. 615/ και τομ. 8 (1966), στ. 1117-1119.
στ) Μηναία, e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜ).
ζ) Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα, τομ. 42, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005 [CD-ROM].
η) Γερμανική Εθνική Βιβλιοθήκη, Κρατική Βιβλιοθήκη του Βερολίνου, Βαυαρική Κρατική Βιβλιοθήκη, Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστρίας, Gemeinsame Normdatei.11850018X.
θ) «Πρώτο θέμα».
ι) Encyclopaedia Britannika (λήμμα).
ια) «Eusehius Of Caesarea», Encyilopaedia Britannika Premium Service (Αγγλιστί).