Προς το ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ – Υπό του Γέροντος Μαξίμου Ιβηρίτου: Η φωνή του Οσιομάρτυρος Κοσμά Φλαμιάτου εις την σύγχρονον εποχήν
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΙΒΗΡΙΤΗΣ – Ο γνωστός εν ημίν αλλ’ άγνωστος εις πλείστους Νεοέλληνας Οσιομάρτυς Κοσμάς Φλαμιάτος, ο μη καταταχθείς ακόμη εις τας Αγιολογικάς Δέλτους της Εκκλησίας…
έχει ήδη καταταχθή εις την συνείδησιν του ορθοφρονούντος πληρώματος αυτής μεταξύ των μεγάλων Ομολογητών Πατέρων· η δε σπουδαία και κρυσταλλίνη αυτού φωνή έχει άκραν διαχρονικήν επικαιρότητα, ιδία κατά την σημερινήν εποχήν, καθ’ ην αι ψυχικαί διαθέσεις των περισσοτέρων ανθρώπων ήλλαξαν επί τα χείρω και αι φωναί αυτών εγένοντο ισχναί και αφωνότεραι των ιχθύων.
Ο Οσιομάρτυς προείδε με προφητικόν όμμα και ακρίβειαν και αυτήν την σημερινήν πραγματικότητα και κατάστασιν εις τα Εκκλησιαστικά δρώμενα, καθώς και εις αυτά τα εθνικά ζητήματα του ημετέρου Έθνους. Μεταξύ των άλλων είχε προβλέψει από του 1849 και την εν Ελλάδι επερχομένην αλλαγήν του Ημερολογίου, ήτις έμελλε να συμβή μετά από 74 έτη [= πολιτειακήν την 16.2/1.3.1923, και εκκλησιαστικήν την 10/23.3.1924].
Γράφων με θαυμαστήν οξυδέρκειαν και προνοητικότητα, διέβλεπε και προέλεγε
«περί της μελλούσης καταστάσεως», καθώς και τας ῥαδιουργίας των σκοτεινών δυνάμεων και της Δυτικής «επιβουλής» εις βάρος της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, όπως ακριβώς συνέβησαν και συμβαίνουν, υποδεικνύων μάλιστα και τον τρόπον δι’ ού θα σωθώμεν ως Ορθοδοξία και Έθνος.
Ο θεοφιλής και αθλητής του Χριστού Κοσμάς Φλαμιάτος, αναμφιβόλως κατέχει πρωτίστην θέσιν μεταξύ εκείνων των ορθοδοξοτάτων και προφητικωτάτων Διδασκάλων του ημετέρου Έθνους μετά την Ελληνικήν Παλιγγενεσίαν του 1821.
Καθ’ ομολογίαν, ο ίδιος είχεν αγιώτατον βίον και ασκητικάς αρχάς· ήτο όντως ζηλωτής της Ορθοδοξίας, και υπήρξεν εκ των πρώτων παραγόντων της πνευματικής αναζωπυρώσεως της νεωτέρας Ελλάδος, μεταδώσας παντού τον ευσεβή ενθουσιασμόν και τον ιεραποστολικόν αυτού ζήλον.
Ο Κοσμάς Φλαμιάτος η Φλαμιάτης ήτο ιερόπαις, γεννηθείς το 1786 εις το χωρίον Πουλάτα της επαρχίας Σάμης Κεφαλληνίας. Ενηλικιωθείς απέκτησεν υψηλήν μόρφωσιν, γενόμενος κατόπιν διδάσκαλος και ιεροκήρυξ, διδάσκων εις διαφόρους πόλεις και χωρία.
Το 1836 του επροτάθη η Θεολογική έδρα της Ιονίου Ακαδημίας της Κερκύρας, αλλά δεν την εδέχθη, κατηγορών μάλλον σφοδρώς το εν λόγω «σεμινάριον», ότι είναι ίδρυμα Προτεσταντών η Προτεσταντιζόντων, εις το οποίον εφθείρετο η νεολαία ορθοδόξως τε και ηθικώς.
Ο ίδιος επεδίωκε μετ’ άλλων συναγωνιστών του να βαπτισθή Ορθόδοξος ο παπολάτρης βασιλεύς Όθων Α΄, και να επανασυνδεθή μετά του Οικουμενικού Πατριαρχείου η Εκκλησία της Ελλάδος, η οποία διά των ενεργειών των τότε κυβερνώντων, ανορθοδόξων όντων, απεσχίσθη εκ της Μεγάλης Εκκλησίας και ήτο σχισματική μέχρι του τού έτους 1850.
Οι Άγγλοι, οι οποίοι κατείχον τότε τα Επτάνησα, γνωρίζοντες ποίαν δύναμιν αποτελεί διά τους Έλληνας η Ορθοδοξία, ειργάζοντο καταχθονίως εις βάρος αυτής, όπως και εις την δύσμοιρον Κύπρον, απαιτήσαντες και από τους ιερείς ακόμη της Επτανήσου να συνεργάζωνται με την Αγγλικήν κατοχήν.
Ο Κοσμάς Φλαμιάτος έγραφε τότε κατά των αντορθοδόξων ενεργειών των Άγγλων Προτεσταντών, και ήτο υπέρ της ανεξαρτησίας των Ιονίων νήσων. Δι’ αυτήν του την δραστηριότητα εξωρίσθη υπό των Άγγλων εις τα Κύθηρα και τους Βαρδιάνους της Κεφαλληνίας.
Τον Ιούνιον του 1839 απεκαλύφθη και η ύπαρξις Φιλορθοδόξου Εταιρείας, της οποίας ο Φλαμιάτος ανεδείχθη ίσως η πλέον δραστηρία ηγετική φυσιογνωμία. Γενομένων ερευνών υπό των αρχών, ευρέθησαν Επιστολαί τινες της Φιλορθοδόξου Εταιρείας προς τας Ιεράς Μονάς Μεγάλου Σπηλαίου και Αγίου Αθανασίου Φιλίων Καλαβρύτων, με αποτέλεσμα να γίνη σχετική δίκη επ’ αυτού το 1840, και να κατηγορηθή η Εταιρεία διά συνωμοτικήν δράσιν.
Το 1840, όταν απηλευθερώθη ο αγωνιστής Φλαμιάτος, κατέφυγεν εις τας Πάτρας και εκείθεν εις το Μέγα Σπήλαιον των Καλαβρύτων. Ο ίδιος είχεν ως στενόν συνεργάτην τον εξ Αρμπούνων Καλαβρύτων έτερον Οσιομάρτυρα Χριστοφόρον Παπουλάκον, και αμφότεροι ως πνευματικόν νοερόν οδηγόν, φάρον και καθοδηγητήν τον Εθνοϊερομάρτυρα Άγιον Κοσμάν τον Αιτωλόν.
Την 27 Μαρτίου 1840, ευρισκόμενος εις τας Πάτρας, έγραψε μίαν Επιστολήν, πεμφθείσαν προς τους εν τώ Αγιωνύμω Όρει του Άθωνος ενασκουμένους Πατέρας, επιγραφομένη (Ε΄) Επιστολή Κοσμά Μοναχού του Φλαμιάτου και περιέχουσα 33 εν όλω παραγράφους. Ταύτην απέστειλεν εις ένα πρώην αυτού μαθητήν, Ιεροδιάκονον τότε και είτα Προηγούμενον Διονύσιον Ιβηρίτην εν τη Ιερά Μονή των Ιβήρων Αγίου Όρους Άθω, διά να την κοινοποιήση εις συνετούς και εναρέτους πατέρας.
Η Επιστολή αύτη διαιρείται εις δύο μέρη: εις το πρώτον εξιστορεί και ειδοποιεί, ότι εισήλθεν εις το Άγιον Όρος η καταχθόνιος προπαγάνδα, κρυφίως και ανεπαισθήτως, και εις το δεύτερον μέρος παριστά το μυστήριον της Μοναχικής Πολιτείας. Αύτη ετυπώθη μετέπειτα εν Σμύρνη το 1907, αλλά κατεσχέθη υπό λογοκριτών, με την αιτίαν ότι έφερεν ερεθισμόν εις τον λαόν. Η δευτέρα έκδοσις της Επιστολής επηκολούθησε το 1909, τυπωθείσα εις πλείστα αντίγραφα υπό του εκδότου «Ε.Μ.».
Το 1842 συνηντήθη εις τας Πάτρας και με τον τόν εξ Οικονόμων σπουδαίον Διδάσκαλον του Γένους Κωνσταντίνον Οικονόμον, τον τιμηθέντα εξόχως υπό του Εθνοϊερομάρτυρος Πατριάρχου ΚΠόλεως Αγίου Γρηγορίου του Ε΄. Ο Κωνσταντίνος Οικονόμος πολύ ηυλαβήθη τον Φλαμιάτον και τον εσεβάσθη· μάλιστα εις τά συγγράμματά του τον χαρακτηρίζει ως «άνθρωπον του Θεού, Θεοφιλή, πολύαθλον και αθλητήν του Χριστού».
Το 1847 ο Φλαμιάτος ανεβίωσε την Φιλορθόδοξον Εταιρείαν, της οποίας φέρεται ως αρχηγός εν Πάτραις. Η αναβίωσις της Εταιρείας εις την πόλιν των Πατρών με μέλη τους Φλαμιάτον, Παπουλάκον και Κωνσταντίνον Οικονόμον, εγένετο γνωστή ως «Καλογηρική Συνωμοσία».
Την 1 Ιουλίου 1847 έπεμψε και ετέραν διδακτικήν Επιστολήν: «ο ελάχιστος και γνήσιος εν κυρίω φίλος Κοσμάς Φλαμιάτης τώ ευλαβεστάτω εν Ιεροδιακόνοις Κυρίω Διονυσίω Ιβηρίτη τώ εκ Πατρών της Πελοποννήσου», συμβουλεύων αυτόν:
«Πρόσεχε και νήφε όλαις δυνάμεσι…».
Η ανωτέρω Επιστολή εθησαυρίζετο εις την Καλύβην του Αγίου Ακακίου του Γέροντος Διονυσίου της Λαυριωτικής Σκήτης των Καυσοκαλυβίων Αγίου Όρους Άθω, την οποίαν αντέγραψε και ετύπωσε το 1934 εν Θεσσαλονίκη ο εξ Αιγίνης λόγιος ιατρός Αθανάσιος η Σπυρίδων Λαυριώτης Καμπανάος, εις το περί ηθικών ζητημάτων εκδιδόμενον Δελτίον Αγιορειτικών χειρογράφων και πραγματειών (σελ. 10-19).
Λίαν διαφωτιστικά τυγχάνουν και τα όσα ο ίδιος λόγιος Λαυριώτης Μοναχός αναφέρει περί του παραλήπτου των Επιστολών Ιεροδιακόνου Διονυσίου Ιβηρίτου (σελ. 19, σημ. 1):
« Ο Ιεροδιάκονος ούτος Διονύσιος είναι ο γνωστός ανά τον σύγχρονον Αγιορειτικόν κόσμον Μακρυγένης, ούτινος αντάξια αναστήματά εισιν οι διακεκριμένοι Αγιορείται Προηγούμενος Άνθιμος, Αμβρόσιος, Δανιήλ και λοιποί [= Ιβηρίται].
Ούτος ο Μακρυγένης προς τοις άλλοις χαρίσμασιν ήτο και καλός πατριώτης. Ότε κατά το 1854 έτος, κατά τον Κριμαϊκόν πόλεμον, ο Έλλην οπλαρχηγός Καρατάσος [= Δημήτριος η Τσάμης Καρατάσος] επολέμει εν Μακεδονία, πολλοί των Μοναχών του Αγίου Όρους εν οίς και ο Μακρυγένης μετεμφιεσθέντες συνεπολέμουν μετ’ αυτού κατά των Οθωμανών.
Ο αείμνηστος ούτος απέθανεν εις ηλικίαν περίπου 90 ετών και ενθυμούμαι τους τελευταίους λόγους του: {Η ζωή και ο θάνατος, ιατρέ μου, είναι οι δύο πόλοι του ανθρώπου· η ζωή οδηγεί προς τον θάνατον, όστις ανοίγει τας πύλας της αιωνίου ζωής εάν προηγηθή τούτου μετάνοια, εξομολόγησις, κατάνυξις, και η μετάληψις των αχράντων μυστηρίων.-Ημείς φοβούμεθα τον θάνατον διότι δεν προσαρμόζομεν την ζωήν μας προς τον υψηλόν αστερισμόν του Ευαγγελίου, αλλά ζώμεν ως αθάνατοι}».
Το 1849 ο Φλαμιάτος εξέδωκεν εις τας Πάτρας τα έργα του: α) «Ερμηνεία των χρησμών του Αγαθαγγέλου», και β) « Ορθόδοξος Φωνή». Το δεύτερον έργον εξεδόθη υπό του εκδότου «Ι.Μ.», και σύγκειται εξ 80 σελίδων. Εις τούτο διηγείται τας κατά των Ορθοδόξων βαθείας επιβουλάς, αίτινες φέρουν εις απορίαν τον αναγνώστην, πληροφορούμενον όμως διά των πραγμάτων, τα οποία μαρτυρούν.
Πρόκειται διά μίαν περιεκτικήν σύνοψιν πολλών γνώσεων.
Τα αντίτυπα του βιβλίου, τα οποία εξεδόθησαν το 1849 εσυλήθησαν και κατεκάησαν υπό των Άγγλων πρακτόρων, και όσα έμεινον εις μερικούς εμίσθωσαν ανθρώπους και τα ηγόραζον δύο τάληρα το εν και τα έκαιον, ίνα μη μείνουν και φανερωθούν οι καταχθόνιοι σκοποί της Αγγλικής επιβουλής. Το έργον όμως επανεξεδόθη το 1910 υπό του εκδότου « Ε.Μ.Γ.Κ.Β.Κ» εις το εν Αθήναις Τυπογραφείον του Σπυρίδωνος Κουτσουλινού, και εκ νέου το 1976 από τας εκδόσεις Ασκητικών κειμένων του Κωνσταντίνου Χαρ. Σπανού.
Ο Οσιομάρτυς Κοσμάς Φλαμιάτος μετέδιδεν εν Πάτραις γραπτώς τε και προφορικώς τον ευσεβή αυτού ζήλον και τας πεποιθήσεις του, πράγμα το οποίον ενεθουσίαζε τους πιστούς εις σταθερότητα και αγωνιστικότητα υπέρ της ευσεβείας και των Ορθοδόξων παραδόσεων.
Εξ αυτού ενεπνεύσθησαν κατά πολύ εις την όλην κηρυγματικήν αυτών δράσιν ο Ιγνάτιος Λαμπρόπουλος [= ο διδάσκαλος του ιδρυτού της «ΖΩΗΣ» Ευσεβίου Ματθοπούλου] και ο Όσιος Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος η Παπουλάκος. Ο ίδιος δε ειργάσθη επί πολύ εφ’ όρου ζωής διά την αναθέρμανσιν του θρησκευτικού αισθήματος των Ελλήνων. Εδίδασκε δε εις Μοναχούς και λαϊκούς, όπως και οι μαθηταί αυτού, ότι διά της Ορθοδόξου Εκκλησίας θα έλθη η σωτηρία των Ελλήνων.
Εις την ύπουλον πολιτικήν των Άγγλων Προτεσταντών διέβλεπεν επιδίωξιν μειώσεως της Ορθοδοξίας, πράγμα εις το οποίον συνέβαλλον και οι Μασόνοι επηρεάζοντες ούτοι την Εκκλησιαστικήν πολιτικήν της Ελλάδος, της Επτανήσου, της Τουρκίας και όλης της Μέσης Ανατολής.
Ο Οσιομάρτυς κατεφέρετο πολύ κατά της διαφθαρείσης από ξένα πρότυπα Ελληνικής Παιδείας· ήτις, εμπνεομένη από τον ορθολογισμόν των Δυτικών, τας Γαλλικάς ιδέας και τον αθεϊσμόν, αντεστρατεύετο τας Ελληνικάς Ορθοδόξους παραδόσεις.
Το 1852, ομού μετ’ άλλων 150 περίπου ομοφρονούντων των πλείστων Μοναχών, συγκατηγορηθέντων και τούτων επί στηλιτεύσει των καταχθονίων επιβουλών της Αγγλικής πολιτικής, συνελήφθη και ερῥίφθη εις τας φυλακάς του Αράπη, του κάστρου Ῥίου Πατρών, χωρίς ποτε να δικασθή. Εκεί εκάρη Μοναχός και εκεί απεβίωσε τον Απρίλιον του 1852, δηλητηριασθείς ως λέγεται υπό των Αγγλοφίλων [= του Αγγλικού κόμματος]. Εκεί ετελεύτησε και άλλος Μοναχός, και μετά τούτο οι λοιποί φυλακισθέντες απελύθησαν.
Τα λόγια του Νέου Οσιομάρτυρος Κοσμά Φλαμιάτου είναι Πατερικά, Προφητικά, γνήσια και διαχρονικά. Ιδού και τινα εκ των χωρίων της Αγίας Γραφής, αρμόζοντα εις το Ομολογιακόν και Διδακτικόν αυτού έργον:
«Προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών, οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων, έσωθεν δε εισι λύκοι άρπαγες· από των καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς (Ματθ. ζ΄15-16).
«Πάσα βασιλεία μερισθείσα καθ’ εαυτήν ερημούται, και πάσα πόλις η οικία μερισθείσα καθ’ εαυτήν ου σταθήσεται (Ματθ. ιβ΄25).
«Παρακαλώ δε υμάς, αδελφοί, διά του ονόματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ίνα το αυτό λέγετε πάντες, και μη η εν υμίν σχίσματα, ήτε δε κατηρτησμένοι εν τώ αυτώ νοΐ και εν τη αυτή γνώμη» (Κορ. Α΄, α΄10).
«Μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις· τις γάρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; η τις μερίς πιστώ μετά απίστου;» (Κορ. Β΄, στ΄14-15).
« Έστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος μη βλεπομένων. Εν ταύτη γάρ εμαρτυρήθησαν οι πρεσβύτεροι. Πίστει νοούμεν κατηρτίσθαι τους αιώνας ῥήματι Θεού, εις το μη εκ φαινομένων τα βλεπόμενα γεγονέναι»
( Εβρ. ια΄1- 3).
[Κυριακή των Νεομαρτύρων 1/14 Ιουλίου 2024]