Ανδρέας Κονάνος: Αυτό που μας αναγκάζει να ξανασχοληθούμε με την περίπτωση του π. Ανδρέα Κονάνου είναι η προσπάθεια κάποιας μερίδας των διαδικτυακών ακολούθων του, αλλά και του ίδιου, να εμφανίσουν την πράξη του σαν μία πράξη ηρωισμού και ειλικρίνειας, αντί για μία πράξη που χρήζει συντριβής και μετανοίας.
Του Γιάννη Παπανικολάου – ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ο ίδιος, σε ένα 20λεπτο βίντεο που ανήρτησε, αναφέρεται σε ένα μήνυμα που έλαβε από κάποιον διαδικτυακό φίλο του, όπου του έλεγε περίπου τί μεγάλο πράγμα ήταν αυτό που έκανες και ότι πρέπει να είσαι κάτι ξεχωριστό για να το κάνεις.
Εάν όντως έτσι έχουν τα πράγματα, όπως του έγραψε ο διαδικτυακός φίλος του, τότε γιατί η πράξη του π. Ανδρέα να μην βρει και άλλους μιμητές;
Να μην βρει και άλλους κληρικούς, που θα έχουν διάφορους λόγους και θα προχωρούν και αυτοί σε τέτοιες «μεγάλες» και «ηρωικές» πράξεις παραίτησης από την ιερωσύνη και τον κλήρο, και αθέτησης της παρακαταθήκης που έλαβαν από τα χέρια του Ίδιου του Χριστού διά του αρχιερέα και υποσχέθηκαν να την φυλάξουν μέχρι την Δευτέρα Παρουσία και να την παραδώσουν αλώβητη στον δίκαιο Κριτή;
Δεν είναι όμως καθόλου έτσι τα πράγματα.
Δεν θα πούμε πολλά λόγια, αλλά θα απαντήσουμε με μία αληθινή ιστορία από το βιβλίο του π. Τύχων Σεβκούνωφ, «Σχεδόν άγιοι».
«Κάπου στα βάθη τής Ρωσίας υπήρχε πριν την επανάσταση του 1917 ένα μοναστήρι, για το οποίο κυκλοφορούσε γύρω η κακή φήμη ότι οι μοναχοί εκεί ήταν τελείως τεμπέληδες και μπεκρήδες. Στον εμφύλιο πόλεμο, ήρθαν μπολσεβίκοι στη μικρή πόλη που βρισκόταν στο πλάι τής μονής. Συγκέντρωσαν τους κατοίκους στην πλατεία της αγοράς και οδήγησαν εκεί με συνοδεία τους μοναχούς.
Ο κομισσάριος απευθύνθηκε στον λαό, δείχνοντας τους ρασοφόρους:
«Πολίτες, κάτοικοι της πόλης! Όλοι σας ξέρετε καλύτερα από μένα αυτούς τους μπεκρήδες, τους φαγάνες και τεμπέληδες! Τώρα ήρθε το τέλος τής εξουσίας τους. Αλλά για να καταλάβετε ολότελα το πώς αυτά τα παράσιτα αποβλάκωναν για αιώνες τους εργατικούς ανθρώπους, θα βάλουμε μπροστά τους στη γη τον Σταυρό και το Ευαγyέλιό τους. Τώρα, μπροστά στα μάτια σας, καθένας τους θα ποδοπατήσει αυτά τα όργανα της εξαπάτησης και της υποδούλωσης του λαού. Μετά θα τους απολύσουμε, κι ας χαθούνε στους τέσσερις ανέμους!
Το πλήθος χαχάνιζε.
Και να που εν μέσω των γιουχαϊσμάτων του λαού, βγήκε πρώτος ο ηγούμενος, ένας βαρύς μουζίκος με σαρκώδες
ταλαιπωρημένο πρόσωπο και κόκκινη μύτη, και είπε απευθυνόμενος στους μοναχούς του:
«Ε λοιπόν αδελφοί, ζήσαμε σαν γουρούνια, ας πεθάνουμε τουλάχιστον σαν χριστιανοί!».
Ούτε ένας από τους μοναχούς δεν κουνήθηκε απ’ τη θέση του. Κι όλους τους έσφαξαν με τα σπαθιά την ίδια μέρα.»
Ήταν πολύ εύκολο για αυτούς τους μοναχούς να βγάλουν τα ράσα και να ζήσουν σαν απλός Σέργιος, Δημήτριος, Ανδρέας κ.λπ., αφού μάλιστα φαίνεται ότι ποτέ τους δεν είχαν ζήσει σαν πραγματικοί μοναχοί.
Αυτοί όμως είχαν καταλάβει ότι καλύτερα να ζουν άσωτοι με ράσα παρά αράσωτοι..
Και για αυτό ο Χριστός τους αξίωσε να λάβουν στεφάνι μάρτυρος.