[Ένδακρυς επί του τάφου της φίλης του Θεού Σωτηρίας Νούση εις το Κοιμητήριον της Νέας Πεντέλης Αττικής την 8/21 Ιουνίου 2023, με τον προσωπικόν Σταυρόν Αγιασμού του Πατριάρχου Αγίου Γρηγορίου του Ε ́, ον εδωρήσατό μοι η αείμνηστος διά Διαθήκης].
< Εκεί που αναπαύεσαι είδα κυπαρίσσια,
είδα κρίνους και μυρτιές, είδα πικροδάφνες.
Είδα μακρόθεν το κλεινόν των Αθηνών το άστυ,
και την πλατιά την θάλασσα και τ’ ουρανού τα νέφη,
να παραστέκουν σιωπηλά και να θωρούν το μνήμα,
ωσάν να θέλουν να σου ειπούν, «κόρη» μη δακρύζεις.
Στρέφε το βλέμμα σου συχνά, στη γη που τ’ αγκαλιάζει·
στη γη που τόδωκε ταφή, για να αναστηθής μια μέρα >
(Γέρων Μάξιμος Ιβηρίτης).
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΑΞΙΜΟΣ ΙΒΗΡΙΤΗΣ: Προ ενός έτους, το Σάββατον 4 Ιουνίου 2022 με το πολιτικόν ημερολόγιον, ανεχώρησε διά ουράνια σκηνώματα η εκλεκτή νύμφη του Χριστού και εις πάντας λίαν αγαπητή Σωτηρία Δ. Νούση, συμφώνως με την επί του Σταυρού του τάφου της επιγραφήν: «ΣΩΤΗΡΙΑ ΝΟΥΣΗ/4.6.2022 ΕΤΩΝ 84», αν και κατά τον έντυπον και ηλεκτρονικόν τύπον εδημοσιεύθη εκ παραδρομής, ότι εκοιμήθη την χαραυγήν της Δευτέρας 6 Ιουνίου 2022.
Ήδη, προ δύο εβδομάδων ετελέσθη και το καθιερωμένον ετήσιον Μνημόσυνον αυτής εις το Μοναστήριον του Αγίου Σάββα Μεγάρων, μεθ’ ου συνεδέετο πνευματικώς.
Η φίλη και διακόνισσα του Θεού Σωτηρία, πατρογονικώς κατήγετο από την Αετόπετραν Ιωαννίνων. Η ιδία εγεννήθη το 1938 εις τον Πειραιάν και αργότερον εγκατεστάθη μετά των γονέων της εις την Νέαν Πεντέλην Αττικής, όπου έζησε την ζωήν της εν παρθενία και αγιότητι. Ενταύθα, γηροκομηθείσα τελευταίως αξιοπρεπώς υπό των στενών συγγενών της, κατέλιπε πλήρης ημερών τον μάταιον τούτον κόσμον και ετάφη εις το Κοιμητήριον της περιοχής.
Τας Γυμνασιακάς αυτής σπουδάς τας επραγματοποίησεν εις το Χαλάνδριον. Ακολούθως εφοίτησεν εις την Νομικήν Σχολήν των Αθηνών και εν συνεχεία εις την Θεολογικήν Σχολήν, εις την οποίαν εισήχθη άνευ εξετάσεων.
Καθ’ όλον τον βίον της ειργάζετο εις την Δημαρχίαν Αθηνών και διεκρίνετο ως ελεήμων, φιλόθεος και φιλαγία. Ποικιλοτρόπως εβοήθει πολλούς νέους εις την κατά Χριστόν πίστιν και τας διατριβάς των, συγγράφουσα εν τω μεταξύ ανωνύμως πολλά κείμενα ομιλιών και διαλέξεων ιερωμένων τε και λαικών, οίτινες προσέφευγον εις την βοήθειάν της.
Η ιδία επίσης συνέγραψε και τον ενθρονιστήριον λόγον του αειμνήστου Πατριάρχου Αλεξανδρείας Πέτρου, όστις ήτο στενός γνώριμος αυτής και δεν προέλαβε να τον γράψη. Τον λόγον τούτον τον ανέγνωσεν ο μακαριστός κατά την ενθρόνισιν αυτού εις το ακέραιον.
Κατά γενικήν ομολογίαν, ήτο λίαν αγαπητή εις Πατριάρχας, Αρχιεπισκόπους, Μητροπολίτας, Ιερείς και Μοναχούς, και εστήριξε χιλιάδας ανθρώπων εις το να κρατήσουν την ορθόδοξον αυτόν πίστιν και παράδοσιν.
Πολύ ωφέλησε την Εκκλησίαν το εμπεριστατωμένον πολυσέλιδον πόνημά της διά τον βίον, τας πνευματικάς υποθήκας και παραινέσεις του Γέροντος Ιερωνύμου της Αιγίνης, γεννηθέντος το 1883 εις «τα μέρη της Ανατολής» [= εις το χωρίον Γκέλβερη της Καππαδοκίας] και κοιμηθέντος την 3 Οκτωβρίου 1966 εν Αιγίνη.
Τον Γέροντα Ιερώνυμον τον εγνώρισεν εις την νήσον της Αιγίνης το 1963, και έκτοτε τον επεσκέπτετο συχνάκις. Ο Άγιος ούτος Γέρων εποίησε και εδίδαξεν όπως οι παλαιοί Πατέρες και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας τον λαόν του Θεού. Εκείνη τον εθεώρει Γέροντα αυτής και εκείνος την απεκάλει «κόρην» του.
Το πόνημα διά τον Άγιον Ιερώνυμον της Αιγίνης ήρχισε να το επεξεργάζηται προς έκδοσιν από του 1976, με την ευλογίαν και συμβολήν των συγχρόνων Οσίων Πορφυρίου και Παισίου των Αγιορειτών. Είχεν ευρείαν κυκλοφορίαν και επανεξεδόθη πολλάκις από τας εκδόσεις «Επτάλοφος».
Προσωπικώς, είχον την ευλογίαν να μοί δωρήση η ιδία εν ανάτυπον της πέμπτης εκδόσεως, με την κατωτέρω ιδιόγραφον αφιέρωσιν αυτής: «Εις Ευχετικήν ανάμνησιν.-Με αγάπη Χριστού μας. 8/2/’98.-Σωτηρία». Και τούτο ως Αντίδωρον του αποσταλέντος προς αυτήν πρώτου βιβλίου μου διά τον Εθνοιερομάρτυρα Πατριάρχην ΚΠόλεως Άγιον Γρηγόριον τον Ε ́, υπό τίτλον: «Ο Εθνοιερομάρτυς Άγιος Γρηγόριος ο Ε ́και το Άγιον Όρος» ( Άγιον Όρος 1988).
Η σεβαστή Σωτηρία συνεδέετο με ιδιαιτέραν πνευματικήν φιλίαν και με τον Άγιον Πορφύριον, διά τον οποίον πάντοτε ωμίλει με μελιρρύτους λόγους. Είχε δε καθοριστικόν ρόλον εις την δημιουργίαν του Ησυχαστηρίου του εις το Μήλεσι, ένεκα της μεγάλης εκτιμήσεως την οποίαν έτρεφεν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρός Σεραφείμ προς το πρόσωπόν της.
Καθώς συνάγεται από το ολιγοσέλιδον πόνημα, το οποίον έγραψε διά τον μακαριστόν Αρχιεπίσκοπον και εξέδωκε το πρώτον τον Απρίλιον του 2015 και εις βελτιωμένην έκδοσιν το 2016, η ιδία συνέβαλεν εις την δημιουργίαν ισχυρών πνευματικών δεσμών μεταξύ των δύο τούτων ανδρών.
Εις τα εισαγωγικά του ειρημένου πονήματος, με τίτλον: «Οι ̔ ̔Μετανάστες ̓ ̓ φίλοι μου, φίλοι του Θεού», γράφει διά τον σεπτόν Ιεράρχην τα εξής: «Ένα τέτοιο, ιερό και υψηλό πρόσωπο, επέτρεψε ο Θεός να γνωρίσω εκ του πλησίον: τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΙΚΑ. Διέκρινα στο πρόσωπό του, έναν ̔ ̔ άλλον άνθρωπον ̓ ̓, όχι δηλ. αυτόν που φαινόταν ή που σχολίαζαν, αλλά μια ̔ ̔λεβεντιά ̓ ̓, βαθειά ευσέβεια, καλωσύνη και απλότητα καρδιάς, παρά το σοβαρό ύφος του».
Εις εκ των βιογράφων της και γνωστών αυτής, ο Θεολόγος Βυζαντινολόγος Χρήστος Νικολόπουλος, όστις την 26 Σεπτεμβρίου 2022 εδημοσίευσεν εις την εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος» σχετικόν αφιερεωτικόν άρθρον, υπό τίτλον: «Η φίλη υπηρέτρια του Θεού (1938-2022), μας δίδει πολλάς πληροφορίας.
Καθώς αναφέρει, η Σωτηρία εκτός από τα ράσα και λείψανον του Γέροντός της Ιερωνύμου του εν Αιγίνη, είχε και άλλα λείψανα Αγίων εις την οικίαν της, αλλά και «το σταυρό του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε ́». Του έλεγε μάλιστα, ότι όταν μετέβαινε να προσκυνήση τον τάφον του Αγίου Ιερωνύμου εις την Αίγιναν και ίστατο επ’ αυτού, τον έβλεπε χαμογελώντα εις το παράθυρον του κελλίου του.
Τα δωρεάν βιβλία διά τον Άγιον Ιερώνυμον της Αιγίνης, τα οποία εδικαιούτο από τας εκάστοτε εκδόσεις αυτών, τα έδιδε όλα προσφορά εις το Μοναστήριον του Οσίου Πορφυρίου εις το Μήλεσι· και όταν ήθελε να δώση ως δώρον εν βιβλίον της, το ηγόραζεν εκ του Μοναστηρίου τούτου. Ο δε Όσιος Πορφύριος, όστις εγώριζε τους αγώνας αυτής και εξετίμα την μεγάλην προσφοράν της, εμφανισθείς μετά την κοίμησίν του εις ένα πνευματικόν του τέκνον, εμήνυσεν εις την Σωτηρίαν να επισκέπτηται το Μοναστήριόν του δύο φοράς τον μήνα.
Όσοι ετέλουν εγκαίνια εις ιδιωτικόν Ιερόν Ναόν, εζήτουν από την Σωτηρίαν την συγγραφήν κάποιου μικρού βιβλίου διά τον τιμώμενον Άγιον. Εκείνη δε ανταπεκρίνετο μετά χαράς και το διεμοίραζεν η ιδία εις τους πιστούς.
Διά τον κορωνοιόν έλεγεν, ότι το επέτρεψεν ο Θεός λόγω της υπαρχούσης πολλής ομοφυλοφιλίας εις τον κόσμον. Όταν μάλιστα ηρωτήθη υπό του προαναφερθέντος Καθηγητού Χρήστου Νικολοπούλου, εάν η ιδία θα έκαμνε το εμβόλιον, του είπεν ότι η συνείδησίς της δεν το επέτρεπε τούτο.
Η εκλιπούσα συνέγραψε μεταξύ των άλλων και εν ογκωδέστατον βιβλίον διά τον ήδη μακαριστόν χαρισματικόν Αρχιμανδρίτην Τίτον Μπουρλάκην, υπό τίτλον: «Ταπεινό Οδοιπορικό της ζωής μου» (Μέγαρα, 2020). Δυστυχώς, το πόνημα εξεδόθη όταν επεβλήθησαν τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα διά τον κορωνοιόν, με αποτέλεσμα να μη δυνηθή να το διακινήση το Ησυχαστήριον αυτού, επειδή δεν εδέχετο επισκέπτας.
Σημειωτέον, ότι ο Γέρων Ιερώνυμος της Αιγίνης είχε προφητεύσει την ίδρυσιν του ανωτέρω Ησυχαστηρίου, προς τιμήν του Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου εις τας υπορείας των «ορέων Πατέρα» Μεγάρων, το οποίον εν τέλει ιδρύθη το 1999 υπό του ρηθέντος Αρχιμανδρίτου Τίτου Μπουρλάκη.
Προς αντιμετώπισιν του προβλήματος της διακινήσεως του βιβλίου, ήρχισε να συγκεντρώνη ιδικά της χρήματα εις ένα φάκελλον, τα οποία κατά καιρούς προσέφερεν εις το Ησυχαστήριον· με αποτέλεσμα, ενώ το έγραψε δωρεάν, το εχρηματοδότει και δωρεάν. Αύτη κατά κυριολεξίαν ήτο η Σωτηρία. Μία συνεχομένη δι’ όλους θυσία. Και προ πάντων ενωτική μεταξύ παλαιού και νέου ημερολογίου, διά την πλήρη ενότητα της ορθοδόξου ημών Εκκλησίας.
Εις το Ησυχαστήριον του Αγίου Σάββα Μεγάρων κατέλιπεν η αείμνηστος αδελφή Σωτηρία αξιοσέβαστα ιερά κειμήλια και άγια λείψανα. Μάλιστα μετά την κοίμησίν της εδωρήθησαν υπό των στενών συγγενών της και τα έπιπλα της εν τη Νέα Πεντέλη κατοικίας της, τα οποία έχουν τοποθετηθή εις ειδικόν ενταύθα χώρον. Εξ ίσου θεάρεστον θα ήτο, εάν μετά την εκταφήν της και εις περίπτωσιν καταργήσεως του τάφου της εις το Κοιμητήριον της Νέας Πεντέλης μετεφέροντο ενταύθα προς ασφάλειαν και τα τίμια λείψανα της ιδίας.
Είμεθα δε βέβαιοι, ότι προσεχώς η θεία χάρις θα φανερώση διά σημείων την αγιότητα αυτής εν παντί τω κόσμω. Προς τούτο, πρέπον είναι όπως αρχίση και η πλήρης καταγραφή του συγγραφικού της έργου και των όλων δραστηριοτήτων αυτής, διά την δόξαν της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού. Το όνομα «σεβαστή», με το οποίον επωνυμείται, δεν είναι τυχαίον· δηλοί τον δικαιούμενον σεβασμόν προς το πρόσωπόν της και είναι Ελληνική απόδοσις Βυζαντινού αυτοκρατορικού τίτλου. Τω όντι, ήτο κοινής αποδοχής, διό και μακαρίζεται κατά χρέος παρά πάντων.
Η αείμνηστος εν Χριστώ αδελφή Σωτηρία συνεδέετο επίσης και με την Ιεράν Μονήν Αγίου Νικοδήμου Ελληνικού Γορτυνίας, ιδία με τον Ιερομόναχον Αντώνιον Γεωργαντάν. Η ίδρυσις του περιβλέτου τούτου Μοναστηρίου ανάγεται εις το έτος 1975, με κτήτορα τον ειρημένον Πανοσιολογιώτατον Ιερομόναχον Αντώνιον, καταγόμενον εκ του Ελληνικού Γορτυνίας· τούτον εγνώρισα προ πολλών ετών, ομού μετά του εκ της συνοδείας του εκλεκτού φίλου και δραστηρίου αδελφού Ιερομονάχου Νικοδήμου.
Αμφότεροι οι ανωτέρω αδελφοί είχον σχέσεις με την Καλύβην του Αγίου Νικολάου και των Τριών Οσιομαρτύρων (Ευθυμίου, Ιγνατίου και Ακακίου) της Ιβηριτικής Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου. Εξ αυτών έλαβον πρότριτα σημαντικάς πληροφορίας, σχετιζομένας με την μακαριστήν Σωτηρίαν Νούση.
Καθώς επληροφορήθην, η σεβαστή Σωτηρία είχε προτρέψει τον Ιερομόναχον Αντώνιον Γεωργαντάν να αφιερώση την ιδρυθείσαν Ιεράν Μονήν του εις τον Όσιον Νικόδημον τον Αγιορείτην. Μάλιστα τον αναφέρει και εις το βιβλίον της διά τον Άγιον Ιερώνυμον της Αιγίνης, ως λαικόν τότε.
Ο Ιερομόναχος Αντώνιος Γεωργαντάς κατείχεν ως μέγα οικογενειακόν κειμήλιοντον προσωπικόν Σταυρόν του Δημητσανίτου Πατριάρχου ΚΠόλεως Αγίου Γρηγορίου του Ε, τον οποίον αργότερον εδώρησεν εκ μεγάλης υποχρεώσεως εις την φιλαγίαν Σωτηρίαν, επειδή τον ενίσχυεν εις το κτητορικόν και εκδοτικόν έργον της Μονής· και επί πλέον, διότι έβλεπε την ευλάβειαν αυτής και την αγάπην της προς τον Εθνοιερομάρτυρα Πατριάρχην. Αλλά και εκείνη όμως του έδωκεν άλλα προσωπικά της ιερά κειμήλια, μεταξύ αυτών και το επιτραχήλιον του Αγίου Ιερωνύμου Αιγίνης, φυλασσόμενα σήμερον εις την ειρημένην Ιεράν Μονήν του Αγίου Νικοδήμου Ελληνικού Γορτυνίας.
Εις ο,τι αφορά τον προσωπικόν Σταυρόν του Πατριάρχου Αγίου Γρηγορίου του Ε ́, έλαβον ευτυχώς τας εξής αυθεντικάς μαρτυρίας παρά του εν γήρατι ήδη ευρισκομένου Ιερομονάχου Αντωνίου και του διαδόχου του Ιερομονάχου Νικοδήμου εκ του Ιερού Μοναστηρίου του Αγίου Νικοδήμου Ελληνικού Γορτυνίας:
Ο εκ του Ελληνικού Γορτυνίας καταγόμενος Αθανάσιος Γεωργαντάς (γεννηθείς το 1890), αυτάδελφος τυγχάνων του πατρός του Ιερομονάχου Αντωνίου Γεωργαντά, είχε σύζυγον ονόματι Φωτεινήν Παπαβασιλοπούλου.
Ο πατήρ αυτής, ο Παπά Αργύρης Παπαβασιλόπουλος, είχεν ως κληρονομικόν απόκτημα εκ της Δημητσάνης
τον Σταυρόν του Αγίου Γρηγορίου του Ε ́, και με αυτόν ηυλόγει τους πιστούς.
Όμως, δεν εγνώριζον τότε την πραγματικήν του αξίαν και δεν απέδιδον την πρέπουσαν τιμήν εις το μέγα ιστορικόν και εθνικοθρησκευτικόν τούτο κειμήλιον, επειδή δεν είχον την ανάλογον παιδείαν και δεν είχεν εισέτι αγιοκαταταχθή ο Εθνοιερομάρτυς Πατριάρχης.
Όταν εκοιμήθη εν Κυρίω ο Παπά Αργύρης Παπαβασιλόπουλος, τον Σταυρόν τον εκληρονόμησεν η θυγάτηρ αυτού Φωτεινή Παπαβασιλοπούλου, και όταν εκοιμήθη και η ιδία έμεινεν εις τον σύζυγόν της Αθανάσιον Γεωργαντάν, όστις δεν είχε ιδέαν περί τα εκκλησιαστικά. Η αυταδέλφη όμως του Αθανασίου Γεωργαντά, η Μαρίτσα Γεωργαντά, ανύπανδρος ούσα και περισσότερον θεοφιλής, επροστάτευσε το πανσέβαστον τούτο κειμήλιον και δεν το απεμάκρυνεν από την οικογένειαν.
Ως μέλος της οικογενείας ταύτης, ο μετέπειτα Ιερομόναχος Αντώνιος Γεωργαντάς, όταν ιερώθη το 1968 και ανήγειρε την Ιεράν Μονήν Αγίου Νικοδήμου Ελληνικού Γορτυνίας, παρέλαβε τον Σταυρόν μεθ’ εαυτού. Εν συνεχεία, καθώς ελέχθη ανωτέρω, ιδών την ευλάβειαν και τον πόθον της μακαριστής Σωτηρίας Νούση εις
τον Άγιον Γρηγόριον τον Ε ́, αλλά και εξ υποχρεώσεως προς αυτήν κινούμενος, της εδώρησε τον Σταυρόν.
Σημειωτέον, ότι εις την ανωτέρω Ιεράν Μονήν ευρίσκεται και εν Αντιμήνσιον του ιδίου Πατριάρχου ομού με άγια λείψανα, φέρον χρονολογίαν 1815 και αποκτηθέν το 1975. Εις τούτο απεικονίζεται η Αγία Τριάς κατά το ορθόν, και ουχί οι Τρεις Άγγελοι καθώς μεταγενεστέρως παρατηρείται. Προφανώς, προέρχεται εξ Αγίου Όρους, δεδομένου ότι το 1815 ο Άγιος Γρηγόριος ο Ε ́διετέλει εν δευτέρα εξορία εις τον Άθω υπό των Οθωμανών, και είχεν εγκαινιάσει ενταύθα τρία Μοναστηριακά Καθολικά και άλλους γνωστούς Ι. Ναούς.
Η εν Άθω διαμονή του Μεγαλομάρτυρος Αθωνίτου Πατριάρχου του Γένους, Αγίου Γρηγορίου του Ε ́, ήτο το Κελλίον –Κάθισμα του Προφήτου Ηλιού άνωθεν της Ιεράς Μονής των Ιβήρων, ένθα και το ημέτερον Ησυχαστήριον. Διέμεινε δε εν αυτώ επί 16 συνολικά έτη· ήτοι, από του 1800 έως του 1806 και από του 1810 έως τας αρχάς του1819. Εις την παλαίφατον Ιεράν Μονήν των Ιβήρων διασώζεται η ιδιόγραφος Διαθήκη του, ο μανδύας του, η πατερίτσα του, δύο ράβδοι του και εις φάκελλος με τα ιστορικά του έγγραφα, εκδοθέντα πάντα ταύτα υφ’ ημών.
Επανερχόμενοι εις τα του πανιέρου Σταυρού του Πατριάρχου, αναφέρομεν επιπροσθέτως, ότι η σεβαστή Κυρία των Αθηνών ετίμα μεγαλοπρεπώς το πανσέβαστον τούτο κειμήλιον· κατά την εορτήν μάλιστα του Αγίου Γρηγορίου του Ε ́ (†10 Απριλίου εκάστου έτους) μετέφερε προς κοινόν αγιασμόν των πιστών τον Σταυρόν εις την Ιεράν Μητρόπολιν των Αθηνών, ένθα απόκειται και το επί μαρμαρίνης λάρνακος ιερόν σκήνωμα αυτού. Αυτό συνέβαινεν επί Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σεραφείμ, μεθ’ ου συνεδέετο πνευματικώς. Έκτοτε, και λόγω γήρατος αυτής ητόνησε το έθιμον, και ο Σταυρός παρέμενεν εν ασφαλεία εις
την εν Νέα Πεντέλη οικίαν της.
Προς τον μακαριστόν Αρχιεπίσκοπον Σεραφείμ είχον και ο γράφων μεγάλην συμπάθειαν, εκτίμησιν και υποχρέωσιν, καθότι την 9 Ιουνίου 1987 (ν.η.) μοί παρεχώρησε κατόπιν Μοναστηριακού αιτήματος (και προσωπικών αγώνων μετά των πέριξ αυτού) τεμάχιον αγίου λειψάνου του Εθνοιερομάρτυρος Πατριάρχου εκ
του εν τη Ιερά Μητροπόλει των Αθηνών αποκειμένου Σκηνώματός του, συνοδευομένου μετ’ ενσφραγίστου βεβαιωτικού Αρχιερατικού Γράμματος.
Ο υποφαινόμενος είχον πληροφορίαν, ότι η σεβαστή Σωτηρία Νούση, αναγνωρίζουσα και εκείνη το ημέτερον ταπεινόν κτητορικόν και συγγραφικόν έργον διά το αοίδιμον Πατριάρχην, εσκόπευε να μοί αφήση διά Διαθήκης ως κληρονομίαν το μεγάλης αξίας μοναδικόν τούτο κειμήλιον, λαβούσα συναινετικάς προς τούτο μαρτυρίας και εκ δύο φίλων εξαρτηματικών αδελφών: των νυν Ιερομονάχων Αντίπα και Ευσεβίου, πρώην Δοχειαριτών. Μάλιστα εις τον δεύτερον τόμον του πονήματός μου διά τον Εθνοιερομάρτυρα, υπό τίτλον: « Ο Αθωνίτης Πατριάρχης του Γένους & Μέγας εθνοιερομάρτυς Άγιος Γρηγόριος ο Ε ́ [ Άγιον Όρος Άθω-Θεσσαλονίκη 2018], σελ. 286, έχω καταγράψει την καθ’ όλα τιμητικήν δι’ εμέ απόφασιν ταύτην.
Πράγματι, θεία συνάρσει ούτω και εγένετο. Μετά την κοίμησιν αυτής, ανοιχθείσης της Διαθήκης και ολοκληρωθεισών των αναγκαίων νομικών διαδικασιών, ενημερώθην παρά του φιλοχρίστου, φιλαγίου και εμπίστου αγαπητού ανεψιού της κ. Αριστείδου Νούση, όπως προσέλθω και παραλάβω προσωπικώς παρ’ αυτού τονΤίμιον Σταυρόν του Αγίου Γρηγορίου του Ε ́.
Όντως, μεταβάς την 8/21 Ιουνίου τρ. ετ. 2023 εν Αθήναις, παρέλαβον το ιερόν κειμήλιον παρά του ιδίου αδελφού εις τον τάφον ακριβώς της εν αγιότητι βίου διαλαμψάσης σεβαστής Σωτηρίας Νούση, ένθα της εξέφρασα ολοθέρμους ευχαριστίας και έψαλα μετά συγκινήσεως πολλής το καθιερωμένον Τρισάγιον.
Παρέλαβον επίσης και Απόσπασμα της από του 2000 συνταχθείσης Διαθήκης, αναγράφον τα εξής: «… Μόνον ο Σταυρός (παλαιός) ο ξύλινος με το ασημένιο περίβλημα, Σταυρός αγιασμού, ο οποίος υπήρξε προσωπικός Σταυρός του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε ́ (μου τον είχε δωρήσει ο Ηγούμενος της Ι. Μ. Αγίου Νικοδήμου Ελληνικού Γορτυνίας π. Αντώνιος Γεωργαντάς), να μεριμνήση ο π. Τίτος [= Μπουρλάκης], να αποσταλή στον π. Μάξιμον Νικολόπουλον, Μοναχόν της Ι. Μ. Ιβήρων Αγίου Όρους, ο οποίος πολύ ευλαβείται τον Άγιο Γρηγόριο, και Εκκλησία του έκτισε στον τόπο όπου εφησύχαζε ο Άγιος Γρηγόριος και βιβλίο του έγραψε. Ήδη του το είπα του ιδίου και το γνωρίζει…». ́
Προφανώς, ο φυλακτήριος Σταυρός του αοιδίμου Πατριάρχου Αγίου Γρηγορίου του Ε ́ (διαστ. 0,22Χ0,8 εκ.), αρχικώς ήτο Σταυρός επιστήθιος και ακολούθως μετετράπη εις Σταυρόν Αγιασμού. Τούτο συνάγεται από τον υπάρχοντα κρίκον εις το άνω μέρος, προς τοποθέτησιν αλύσσου δι’ ανάρτησιν επί στήθους. Είναι δε ξυλόγλυπτος μετ’ αργυράς παλαιάς και καλλιτεχικής επενδύσεως και βάσεως στηρίξεως· όλος αργυρούς και εύμορφος.
Εις την μίαν όψιν απεικονίζεται η Βάπτισις του Κυρίου και εις την άλλην η Σταύρωσις αυτού με παραστάσεις προσώπων πέριξ, σχετιζομένων με την Βάπτισιν και την Σταύρωσιν. Εις το κάτω μέρος διαφαίνεται εσφηνωμένον τεμάχιον Τιμίου Ξύλου, καρφωμένον με λεπτόν καρφίον, εξέχον εις την απέναντι πλευράν.
Κατά πάσαν πιθανότητα, ο Σταυρός εδωρήθη υπό του Μαρτυρικού Πατριάρχου εις Ναόν ή Μονήν ενδεχομένως της γενετείρας αυτού Δημητσάνης ή και εις στενόν άτομον του οικογενειακού του περιβάλλοντος. Ακολούθως, εν δυσκόλοις καιροίς περιήλθεν εις άλλους ως κοινόν οικογενειακόν κτήμα, διά να καταλήξη τελικώς εν Άθω εις τας ημετέρας Ιβηριτικάς χείρας.
Εν Άθω λέγομεν, τον οποίον ηγάπησε ψυχή τε τε και καρδία· καθώς ηγάπησε και το Ιερόν Κελλίον αυτού εις τον θαυμαστόν λόφον του Προφήτου Ηλιού άνωθεν της Ιεράς Μονής των Ιβήρων· εκ του οποίου Κελλίου, καθώς αναφέρεται παρά των βιογράφων του, έφερε μεθ’ εαυτού πάντοτε τας κλείδας, και τας επεδείκνυεν οσάκις εξεβιάζετο ή ηπειλείτο εν τους Πατριαρχείοις υπό διαφόρων καλοθελητών.
Εις την βάσιν του Σταυρού, η αείμνηστος Σωτηρία έχει γράψει ιδιοχείρως και με μαύρην μελάνην επί χάρτου, τα εξής: «† 10-4-1821/ Ο Πατριάρχης Κων/πόλεως Γρηγόριος ο Ε ́/εγεννήθη στην Δημητσάνα το έτος 1746./ Απηγχονίσθη υπό των Τούρκων στην Πύλη του Πατρ. Κων/πόλεως στις 10-4-1821»· και διά κυανής μελάνης επί ετέρου χάρτου, τα εξής:
«Σταυρού τύπος/εχθρού τρόμος/Πατριάρχης/Γρηγόριος ο Ε ́». Αληθώς, Θεού το δώρον. Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν!
[Κυριακή των Νεομαρτύρων 2023]