Από την περίοδο κατά την οποία ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης δημιούργησε την Μεγίστη Λαύρα, με την οποία ουσιαστικά ξεκινά ο χιλιετής οργανωμένος μοναστικός βίος στο Άγιον Όρος, απαγορεύτηκε η κτηνοτροφία μέσα στην Αθωνική Χερσόνησο, προκειμένου να εξασφαλισθεί καλύτερα το ησύχιο και απερίσπαστο της ζωής των μοναχών και ερημιτών.
Ταυτόχρονα η Αθωνική Χερσόνησος, λόγω της ορεινής φύσης της, δεν προσφερόταν για αγροτική εκμετάλλευση. Από την άλλη πλευρά οι μονές, ορισμένες από τις οποίες, όπως η Λαύρα, το Βατοπαίδι, η Ιβήρων, αριθμούσαν εκατοντάδες μοναχών, έπρεπε να φροντίσουν για τη κάλυψη των διατροφικών και λοιπών αναγκών τους.
Για τον σκοπό αυτόν από πολύ νωρίς οι βυζαντινοί αυτοκράτορες παρείχαν στις μονές μεγάλες εκτάσεις γαιών έξω από το Άγιον Όρος. Οι ιδιοκτησίες αυτές των μονών έξω από το Άγιον Όρος ονομάζονται «μετόχια». Ο όρος δηλώνει ότι πρόκειται ουσιαστικά για μία προέκταση των Ιερών Μονών, στην διοικητική, κανονική και διαχειριστική εξουσία των οποίων υπάγονταν.
Η Χαλκιδική, ως ο άμεσος περιβάλλων χώρος των μονών, ήταν ο πρώτος τόπος όπου συστάθηκαν τέτοια μετόχια. Σε δύο ακόμη βασικές περιοχές, με εύκολη σχετικά πρόσβαση στο Άγιον Όρος, δημιουργήθηκε συστηματικά σημαντικός αριθμός αγιορείτικων μετοχίων: στην Λήμνο και στον Στρυμόνα.
Τα περισσότερα μετόχια στην Χαλκιδική ήταν συγκεντρωμένα στην χερσόνησο της Σιθωνίας, η οποία ήδη από την βυζαντινή εποχή είχε σχεδόν εξ ολοκλήρου διανεμηθεί στις αγιορειτικές μονές. Τα μετόχια της Σιθωνίας ήταν κυρίως χειμαδιά, όπου οι μοναχοί εξέτρεφαν βουβάλια και αιγοπρόβατα, ενώ με τα καράβια τους μετέφεραν τα παραγόμενα κτηνοτροφικά προϊόντα απευθείας στο Άγιον Όρος. Επίσης στα περισσότερα μετόχια της Χαλκιδικής οι μονές καλλιεργούσαν μεγάλες ή μικρότερες εκτάσεις με σιτάρι και άλλα δημητριακά, όσπρια, ελιές, αμπέλια, φρούτα κ.λπ., και παρήγαγαν λάδι, κρασί, ρακί και άλλα προϊόντα.
Τα αγιορείτικα μετόχια αποτέλεσαν την σημαντικότερη κινητήρια δύναμη για την ανάκαμψη της Χαλκιδικής και την επάνοδό της στον κανονικό ρυθμό ζωής μετά μία περίοδο ερήμωσής της, και ιδιαίτερα της υπαίθρου, για δυόμιση περίπου αιώνες, πριν την σύσταση της Αθωνικής Πολιτείας, δηλαδή στους λεγόμενους «σκοτεινούς» αιώνες της (μέσα 6ου – αρχές 9ου αι.), κατά τους οποίους οι ιστορικές μαρτυρίες για αυτήν είναι πολύ σπάνιες. Κατά την ίδια περίοδο οι αγροτικές καλλιέργειες στην Χαλκιδική είχαν ως επί το πλείστον εγκαταλειφθεί, όπως και αρκετοί από τους μέχρι τότε οικισμούς της. Γύρω από τα αγιορειτικά μετόχια άρχισαν να συγκεντρώνονταν πάροικοι, οι οποίοι καλλιεργούσαν την γη για λογαριασμό των μονών και δημιουργούσαν οικισμούς. Εξ αιτίας του φόβου των πειρατών αρκετά μετόχια οχυρώνονταν με πύργους, ορισμένοι από τους οποίους σώζονται μέχρι σήμερα, όπως ο βυζαντινός πύργος του μετοχίου των Μαριανών της μονής Δοχειαρίου στην περιοχή της Ολύνθου. Οι πύργοι, με την αίσθηση ασφάλειας που παρείχαν, αποτελούσαν επίσης πόλο έλξεως πληθυσμού, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται νέα χωριά γύρω τους. Από τα χωριά της Χαλκιδικής που δημιουργήθηκαν με την μακρόχρονη μετάλλαξη των παροίκων των μετοχίων σε ελεύθερους καλλιεργητές μνημονεύουμε ενδεικτικά την Νεακίτου – Νικήτη, τον Άγιο Νικόλαο (μονή Ξενοφώντος), την Ραλίγκοβη – Λιαρίγκοβη – Αρναία (μονή Κασταμονίτου), την Ερμύλια – Ορμύλια (μονή Μ. Λαύρας, μονή Ξηροποτάμου), τον Πολύγυρο (Μονή Πολυγήρου, Μονή Κολοβού, Μονή Ιβήρων) 1.
Η πολιτική των βυζαντινών αυτοκρατόρων ευνοούσε ιδιαίτερα την σύσταση μετοχίων, τα οποία συνήθως ενίσχυαν με φορολογικές απαλλαγές, δωρεές χωριών και παροίκων και άλλα προνόμια. Φαίνεται ότι η πολιτική αυτή υπαγορεύθηκε από την παραπάνω ιστορική αναγκαιότητα της εποχής, δηλαδή την ανάγκη ανάκαμψης και επανασυνοικισμού της Χαλκιδικής.
Μετά την τουρκική κατάκτηση, οι μονές διατήρησαν την μετοχιακή περιουσία τους στο μεγαλύτερο μέρος της. Οι απώλειες που υπέστησαν από τους οθωμανούς αφορούσαν κυρίως τα χωριά με τους παροίκους. Ιστορικό σταθμό για τα αγιορειτικά μετόχια στην περίοδο της τουρκοκρατίας αποτελεί η περίφημη δήμευσή τους το έτος 1568, όταν ο Σουλτάνος Σελίμ Β΄, προκειμένου να αυξήσει τα έσοδα για τους κατακτητικούς πολέμους του, δήμευσε την μοναστηριακή περιουσία, υποχρεώνοντας τους μοναχούς να την επαναγοράσουν. Παρά τις οικονομικές συνέπειες για τις μονές, το γεγονός αυτό είχε και ένα σημαντικό όφελος: ξεκαθάρισε ευνοϊκά για αυτές το νομικό καθεστώς των μετοχίων τους, με την αναγνώριση των κυριάρχων μονών ως βακουφίων και την εξαίρεση των μοναχών – διαχειριστών από την υποχρέωση έκδοσης νέου τίτλου (ταπιού) μετά τον θάνατό τους. Αυτή ήταν μία βασική διαφορά από τους υπόλοιπους χριστιανούς, κατόχους δημόσιας γης, οι οποίοι είχαν απλώς την χρήση της (τασαρούφ), ενώ η ιδιοκτησία της ανήκε στον Σουλτάνο. Έτσι αναγνωρίστηκε στους μοναχούς το δικαίωμα να κατέχουν από κοινού και «εις το διηνεκές» τα μετόχια τους. Το δικαίωμα κατοχυρώθηκε με την έκδοση δύο βασικών εγγράφων, που σώζονται μέχρι σήμερα στα αρχεία των μονών, των αποσπασμάτων εγγραφής στο Αυτοκρατορικό Κτηματολόγιο και των αφιερωτηρίων (βακουφναμέδων), όπου περιγράφονταν και τα όρια κάθε κτήματος και φυσικά των μετοχίων. Τα έγγραφα αυτά αποτελούν πολύτιμη ιστορική πηγή για την Χαλκιδική. Το καθεστώς αυτό διατηρήθηκε και αναγνωρίστηκε από τον Νόμο περί Γαιών το 1858 (άρθρο 122), που όρισε ότι τα αγιορειτικά μετόχια, τα οποία είχαν αποκτηθεί από παλιά και μέχρι την έκδοσή του, απολάμβαναν καθεστώς πλήρους κυριότητας και ήταν αναπαλλοτρίωτα 2.
Παρότι το καθεστώς των μετοχίων μετά το 1568 ήταν ξεκάθαρο από την κεντρική εξουσία, δεν έλειψαν οι εις βάρος τους αυθαιρεσίες από τους τοπικούς οθωμανούς αξιωματούχους, με κερδοσκοπικούς στόχους. Οι αυθαιρεσίες αυτές και η χειροτέρευση της οικονομικής κατάστασης των μονών, αλλά και εν γένει της οθωμανικής αυτοκρατορίας στα τέλη του 16ου αι., έστρεψαν τους μοναχούς στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, οι οποίες απολάμβαναν καθεστώς αυτονομίας. Έτσι, από το 1565 και έπειτα, δημιουργείται στην Βλαχία και στην Μολδαβία μεγάλος αριθμός αγιορειτικών μετοχίων, τα οποία βοήθησαν σημαντικά τις μονές στο Άγιον Όρος να επιβιώσουν στα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας. Ταυτόχρονα τα μετόχια μετέφεραν στις χώρες αυτές την αθωνική πνευματική, λατρευτική και πολιτιστική παράδοση, αφήνοντας έντονη την σφραγίδα τους σε όλα τα επίπεδα του βίου. Πολλοί βογιάροι και ηγεμόνες (βοεβόδες), αρχικά Έλληνες μετανάστες, αλλά στη συνέχεια και ντόπιοι, αφιέρωναν στις μονές ολόκληρα μοναστηριακά συγκροτήματα, με γαίες, χωριά και άλλα έσοδα για τη συντήρησή τους 3. Σήμερα κάποια από τα μετόχια αυτά λειτουργούν ως ενοριακοί ναοί ή μονές της Εκκλησίας της Ρουμανίας. Κατά το διάστημα της τουρκοκρατίας αγιορειτικά μετόχια δημιουργήθηκαν επίσης στην Ρωσσία και στην Γεωργία, ενώ στις περιοχές της Βουλγαρίας, Σερβίας και Αχρίδος υπήρχαν ήδη από την βυζαντινή περίοδο. Πρόσφατα μάλιστα προστέθηκε μία ακόμη -αυτή τη φορά μη ορθόδοξη- χώρα, όπου υφίστανται τρία αξιόλογα αγιορειτικά μετόχια: η Γαλλία.
Στη σημερινή εποχή μετόχια διαφόρων ιερών μονών δόθηκαν για την εγκαστάσταση αδελφοτήτων μοναζουσών, οι οποίες με το ήθος και την πολυποίκιλη διακονία τους αποτελούν εστίες πνευματικότητος και πολιτισμού της Χαλκιδικής. Έτσι τα μετόχια υπηρετούν εκ νέου σήμερα έναν διαφορετικό σκοπό, όχι αγροτικό και ποριστικό για τις Ιερές Μονές του Αγίου Όρους, αλλά κοινωνικό και πνευματικό.
Η διαχρονικά τεράστια προσφορά των αγιορειτικών μετοχίων στην περιοχή της Χαλκιδικής είναι ιστορικά τεκμηριωμένη. Πέρα από την ανάκαμψη που σημειώθηκε με την σύσταση τους στην βυζαντινή περίοδο, είναι παρατηρημένο ότι η παρουσία ενός αγιορειτικού μετοχίου σε μία περιοχή συνοδεύεται από οικονομική, πνευματική και πολιτιστική ανάπτυξή της, σε συνάρτηση πάντοτε με την πνευματική ακτινοβολία της μονής, καθώς και τα μετόχια επανδρώνονται από μοναχούς της. Σημαντική ήταν η πνευματική προσφορά των μετοχίων με την συνήθεια της μεταφοράς, κατόπιν προσκλήσεως από τα κοντινά χωριά, τιμίων λειψάνων από την μονή, για την αποσόβηση θεομηνιών, όπως ακρίδων, θανατηφόρων επιδημιών στα ζώα κ.λπ. Οι αποστολές πραγματοποιούνταν συνήθως από ιερομονάχους, οι οποίοι ταυτόχρονα επιτελούσαν ένα αξιόλογο πνευματικό έργο, κυρίως με την εξομολόγηση και την πνευματική καθοδήγηση. Πολλοί ήταν οι κάτοικοι που συνδέθηκαν πνευματικά με αγιορείτες μοναχούς, οι οποίοι είχαν διακονήσει σε κάποιο μετόχι, κράτησαν αυτόν τον σύνδεσμο και λάμβαναν από αυτούς πνευματική στήριξη στις δύσκολες στιγμές της ζωής τους. Μάλιστα, όχι σπάνια, ο δεσμός αυτός συνεχίστηκε από τους απογόνους τους.
Μεγάλη ήταν επίσης η οικονομική και υλική υποστήριξη που πρόσφεραν οι μονές στον ντόπιο πληθυσμό της Χαλκιδικής μέσω των μετοχίων τους. Στα αρχεία των μονών σώζονται πολλές μαρτυρίες για την οικονομική ενίσχυση σχολείων, ναών, διαφόρων κοινωφελών έργων της περιοχής τους κ.λπ., αλλά και μεμονωμένων ατόμων, που είχαν ανάγκη βοήθειας. Είναι γνωστό το περιστατιό μέ τον Ηγούμενο της μονής Διονυσίου Γαβριήλ, ο οποίος το 1945 στον εμφύλιο πόλεμο σώθηκε από την εκτέλεση στον Χολομώντα, εξαιτίας της μεγάλης προσφοράς του στον λαό, μέσω των Διονυσιάτικων μετοχίων της Χαλκιδικής. Ιδιαίτερα πρέπει να τονιστεί η παροχή πολλών θέσεων εργασίας στον ντόπιο πληθυσμό, ανδρικό, αλλά και γυναικείο. Πολλοί ήταν ακόμη οι Χαλκιδικιώτες, οι οποίοι μέσω των μετοχίων, έβρισκαν εργασία και μέσα στο Άγιον Όρος. Δεν πρέπει επίσης να λησμονούμε την πολύτιμη συμβολή αρκετών μετοχίων στον Μακεδονικό αγώνα. Εκτιμώντας την προσφορά των μετοχίων το Οικουμενικό Πατριαρχείο προστάτευσε το καθεστώς τους, παραχωρώντας μάλιστα σε αρκετά με σιγίλλια την σταυροπηγιακή αξία. Τέλος, η παραχώρηση στην πολιτεία μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας 1.200.000 στρεμμάτων για την αποκατάσταση των ακτημόνων και των προσφύγων αποτελεί μία πράξη συμμετοχής και αλληλεγγύης του Αγίου Όρους στις δυσκολίες του λαού εκείνη την εποχή. Από τα προσφυγικά χωριά που ιδρύθηκαν στην Χαλκιδική, τα 25 αρχικά στεγάστηκαν σε μετοχιακά κτίρια και εγκαταστάθηκαν σε μετοχιακές εκτάσεις 4.
Χωρίς να εξαιρέσουμε και την ανθρώπινη πλευρά της λειτουργίας των μετοχίων, η συνολική αποτίμηση της παρουσίας των μετοχίων στην Χαλκιδική είναι αναμφισβήτητα θετική. Όπως τόνισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, «διά των αγιορειτικών μετοχίων η αγιορειτική μοναστική παράδοσις εξέρχεται των στενών εδαφικών ορίων του Αγίου Όρους» 5. Ο Αρχιμανδρίτης Αιμιλιανός αποτιμά ως εξής την προσφορά του Αγίου Όρους μέσω των μετοχίων του: «Τα όρια του Αγίου Όρους είναι συγκεκριμένα, περιορισμένα· εν τούτοις έχουν και μίαν άλλην διάστασιν. Περιλαμβάνουν την οικουμένην και το πλήρωμα αυτής, όσα πληροί ο φωτισμός του προσώπου του Κυρίου…. Ο αγιορειτικός βίος με την ακτινοβολίαν του συνέβαλε, ώστε ακόμη και εις τους σκληροτέρους αιώνας του υποδούλου γένους, να ανθήσουν κέντρα μοναχικού βίου με αναφοράν εις την πνευματικήν ζωήν του Όρους εις ολόκληρον τον Βαλκανικόν χώρον και πέραν αυτού, όπως εις την Ρωσσίαν…. Ειδικώς δε ο ελληνικός χώρος είναι γεμάτος από μετόχια αγιορειτικά και μοναστήρια, ιδρυμένα υπό Αγιορειτών ως χείρας του Αγίου Όρους, τας οποίας ήπλωσε και μετέφερε πανταχού την πνευματικότητα, την κοινωνικότητα, την ανάσα, το ήθος του αγιορειτικού βίου εις την κοινωνίαν των εν τω κόσμω. Αυτά βεβαίως συνέβαλον και εσώθησαν η πίστις, η αλήθεια, η γλώσσα μας, το τυπικόν και η λατρεία εις την Εκκλησίαν μας, τα έθιμα, τα κειμήλια, τα όσια και τα ιερά, η παράδοσις του Έθνους, αι τέχναι, τα γράμματα, ως εάν να ήτο μία οργανωμένη προσπάθεια επιτελικής κατευθύνσεως…» 6.
Κλείνοντας, θα δανειστούμε πάλι τους λόγους του Γέροντα Αιμιλιανού για την σχέση Αγίου Όρους και ανθρώπινης κοινωνίας, πιστεύοντας ότι ταιριάζουν απόλυτα στα μετόχια: «Ο κόσμος γίνεται ως πλαγιά και παρυφή του Αγίου Όρους. Το Όρος παριστά ζώντα τον Θεόν εις τον κόσμον. Και ο κόσμος προσφέρει εις το Όρος την ζωντάνια της απλοϊκής ψυχής, η οποία ουδέποτε είναι χωρίς Θεόν και όταν ακόμη λέγει ότι “δεν υπάρχει Θεός”» 7.
(Κέιμενο: αναδημοσίευση του άρθρου του Μον. Κοσμά Σιμωνοπετρίτη, από «Παγχαλκιδικός Λόγος», τ. 25, Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2015, σελ. 20-22).
1. Αναλυτικά για τα χωριά της Χαλκιδικής που προήλθαν από αγιορειτικά μετόχια βλ. την ειδική εργασία του Ι. Παπαγγέλου, «Τα αγιορειτικά μετόχια ως συντελεστές ιδρύσεως χωριών στην Χαλκιδική χερσόνησο», Πρακτικά Συνεδρίου «Η εξακτίνωση του Αγίου Όρους στον ορθόδοξο κόσμο: τα μετόχια», Θεσσαλονίκη 2015, 203-210.
2. Σ. Τζωρτζακάκη-Τζαρίδου, «Το νομικό καθεστώς της ακίνητης περιουσίας των αγιορειτικών μονών επί τουρκοκρατίας και ο μεταβολισμός του μετά την απελευθέρωση», Χρονικά της Χαλκιδικής 56-57 (2011-2012), Θεσσαλονίκη 2012, 93-101.
3. Κοσμάς Σιμωνοπετρίτης, «Ο ρόλος των Ηπειρωτών στην αφιέρωση μετοχίων στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες τον 16ο αιώνα», Πρακτικά Συνεδρίου «Η εξακτίνωση του Αγίου Όρους στον ορθόδοξο κόσμο: τα μετόχια», Θεσσαλονίκη 2015, 219-247.
4. Αναλυτικό κατάλογο βλ. στο παραπάνω άρθρο του Ι. Παπαγγέλου, σ. 209.
5. Ι. Μητρόπολις Διδυμοτείχου, «Επί των ποταμών» 5 (2014), σ. 57.
6. Αρχιμ. Αιμιλιανός, ό.π., 328-329.
7. Αρχιμ. Αιμιλιανός, ό.π., 330.