Συνεχίστηκε σήμερα η δίκη για την υπόθεση Βατοπαιδίου με τις τοποθετήσεις των συνηγόρων υπεράσπισης και των νομικών παραστατών της Ιεράς Μονής.
Το δικαστήριο είχε ζητήσει ενημέρωση για την πορεία των αστικών δικών μέχρι σήμερα και οι δικηγόροι της Μονής προσκόμισαν τα σχετικά στοιχεία. Να σημειωθεί πως η δίκη διεκόπηκε και θα συνεχιστεί στις 31 Μαρτίου
Από τις αποφάσεις αυτές (18 στον αριθμό) προκύπτει μια άλλη εικόνα, από εκείνη που εμφανίζει η κατηγορία και το Δημόσιο, αφού οι δικαστές μέχρι σήμερα ομόφωνα δέχονται, αντίθετα προς την κατηγορία, ότι η λίμνη Βιστωνίδα θα μπορούσε να είναι ιδιοκτησία της Μονής, ότι οι βυζαντινοί της τίτλοι (τα περίφημα «Χρυσόβουλλα») δεν είναι αόριστα, ότι η Μονή βρισκόταν καλόπιστα στη λίμνη επί χίλια έτη, ότι οι Οθωμανοί δεν αφήρεσαν την περιουσία του μοναστηριού, ότι οι αξίες των ανταλλαγέντων ακινήτων δεν ήταν αναντίστοιχες με τις αξίες της λίμνης, ότι το ΣΟΕ έκανε σωστά τη δουλειά του, καθώς και ότι οι μοναχοί δεν ζημίωσαν με τις πράξεις τους το Δημόσιο.
Ιδιαίτερη αίσθηση έκαναν όμως τα έγγραφα (νόμοι κλπ.) που προσκομίσθηκαν, από τα οποία φαίνεται ότι είναι εθνικά επικίνδυνος ο ισχυρισμός του δημοσίου ότι η λίμνη είχε επί τουρκοκρατίας αφιερωθεί σε μουσουλμανικό θρησκευτικό ίδρυμα, ακόμη δε περισσότερο η για πρώτη φορά γνωστοποιούμενη έγγραφη μαρτυρία του τέως πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ο οποίος, έχοντας διατελέσει υφυπουργός οικονομικών της Κυβέρνησης Σ. Βενιζέλου το 1951, βεβαιώνει ότι και η τότε κυβέρνηση, μαζί με αρκετές ακόμη, απεδέχθη την ιδιοκτησία της Ι. Μονής δια νόμου, πράγμα που επιβεβαιώνουν τα προσκομισθέντα από τη Βουλή παλαιά έγγραφα.
Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα της ένορκης αυτής βεβαίωσης, στην οποία ο γηραιός πολιτικός δηλώνει: «Η πρόσφατη αμφισβήτηση των δικαιωμάτων της Ι. Μονής και η καλλιεργηθείσα στα ΜΜΕ εντύπωση ότι για πρώτη φορά οι κυβερνήσεις Κ. Σημίτη και Κ. Καραμανλή αποδέχτηκαν τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα της Μονής στη λίμνη, βρίσκεται σε προφανέστατη αντίθεση με την σταθερή και γνωστή σε όλους θέση των προηγούμενων ελληνικών κυβερνήσεων, που επελήφθησαν του ζητήματος με διάφορες αφορμές, μεταξύ των οποίων και η συγκεκριμένη κυβέρνηση του Σοφ. Βενιζέλου, στην οποία μετείχα.
Όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις αυτές, ευλόγως μεν –περισσότερο ή λιγότερο η κάθε μία– επεδίωξαν και κατάφεραν να αναμιχθούν για λόγους δημοσίου συμφέροντος στην εκμετάλλευση της Λίμνης, ουδέποτε όμως αμφισβητήσαμε το ιδιοκτησιακό της καθεστώς, όπως αυτό είχε αναγνωρισθεί μετά την δίκαιη και για τα δύο μέρη και οριστική λύση που έδωσε η κυβέρνηση Παπαναστασίου με νομοθετικό διάταγμα το 1924. Επ’ αυτής δε ακριβώς της δεδομένης λύσεως της κυβερνήσεως Παπαναστασίου εδράζεται και ο αναγκαστικός νόμος 1924/1951, τον οποίο προσωπικώς εισηγήθηκα και του οποίου την ως άνω εισηγητική έκθεση υπογράφω».
Μεγάλη αίσθηση προκαλεί σε όσους τη διάβασαν η ένορκη μαρτυρία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στη δίκη Βατοπαιδίου, στην οποία έχουμε ήδη αναφερθεί, όπου περιγράφει την υπόθεση σαν τη «μεγαλύτερη πολιτική παρεξήγηση» και εκφράζει την δυσφορία του για την άδικη, όπως δηλώνει, κατηγορία που αποδόθηκε στο ιστορικό Μοναστήρι.