8 Νοεμβρίου 1905
Ολόκληρος ο κώνος του Άθω παρήλλαξεν ένεκα των καταπτώσεων των εκ μαρμάρου πετρωμάτων αυτού …
Στις 10.30΄ το βράδι της 8ης Νοεμβρίου 1905, με επίκεντρο τη θαλάσσια περιοχή 7 μίλια ανατολικά της Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα, σημειώθηκε ο τρίτος σε μέγεθος σεισμός (7.5 ρίχτερ) στην ελληνική επικράτεια.
Ακολουθεί περιγραφή του φοβερού σεισμού από τον μακαριστό Γέροντα Αβιμέλεχ Μικραγιαννανίτη (Μπονάκης Γεράσιμος του Ιωάννου, εκ Χανίων, γεν. 1860, προσέλευση 1890, κουρά 1891, κοίμηση 1965!):
Τη νύκτα της 26ης προς την 27ην του λήξαντος μηνός (εν. Οκτωβρίου δηλ. 8 Νοεμβρίου με το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο), περί την μεσονύκτιον ώραν αφύπνουν τους εν Αγίω Όρει καθεύδοντας, οι φοβερώς εξικνούμενοι πόρωθεν υποβρύχιοι βόμβοι και αι τρομεραί δονήσεις ολοκλήρου της χερσονήσου. Ο Άθως ολόκληρος εσείετο ως λέμβος τις επιπλέουσα εν τρικυμιώδει και χειμερίω ώρα. Ουδέποτε γίνεται μνεία εν Αγίω Όρει τοιούτων σεισμών μετά τηλικούτων δονήσεων. Αληθώς ως χαρακτηρίζονται ούτοι ήαν θεομηνίαι προς διόρθωσιν της εξολισθήσεως ημών.
Προ των σεισμών προηγήθη καιρός εύδιος και εαρινός ασυνήθης εν τοιαύτη ώρα του έτους και πυκνή ομίχλη κατεκάλυπτε τα πέριξ του Άθω. Εν Δαρδανελλίοις εγένοντο σφοδρόταται δονήσεις, ως και εν Θεσσαλονίκη κατά την αυτήν ώραν άνευ ατυχημάτων. Εν τη έναντι του Άθω και προς Νότον αυτού χερσονήσω του Λόγγου (Σιθωνία), εγένετο καταστροφή μετά θυμάτων ανθρωπίνων εν τω χωρίω Συκιά, ως και το μετόχιον της Μονής Ξηροποτάμου κατεκρημνήσθη.
Ως έμαθον, εν τη Κωνσταντινουπόλει, καταστραφείση υπό των σεισμών τω 1894, αι δονήσεις υπήρξαν ασθενείς και ελαφραί. Φαίνεται λοιπόν ότι οι εσχάτως γενόμενοι σεισμοί μετά πολλών καταστροφών πολλών εν Σκόδρα, και τη χερσονήω της Καλαβρίας έσχον τον αντίκτυπόν των επί της χερσονήσου του Άθωνος και επήνεγκον αρκετάς καταστροφάς.
Ολόκληρος ο κώνος του Άθω παρήλλαξεν ένεκα των καταπτώσεων των εκ μαρμάρου πετρωμάτων αυτού, φαινόμενος ήδη ως λευκάζων εν πολλοίς. Εκ των πλείστων καταστροφών έχομεν να θρηνήσωμεν τας της Μεγάλης Ελληνικής Μονής των Ιβήρων, ήτις κατέστη σχεδόν ακατοίκητος, καταπεσόντων και διαρραγέντων πολλών τμημάτων αυτής, εν οις και ο αρχαίος μέγας Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου του ΙΑ΄ αιώνος κτίσμα, επί τη μνήμη της οποίας σεμνύνεται αύτη η Μονή. Ήδη οι πατέρες ανερχόμενοι τους 200 ως έγγιστα, διεσπάρησαν ανά τα γειτονικά εξαρτήματα της Μονής, μέχρις ου επιτευχθή δυνατή διόρθωσίς τις της Μονής εν η διαμένει μόνον εις Επίτροπος και ολίγοι φύλακες. Εν γένει δε ανασείσθη και αυτό το έδαφος της Μονής και πηγαί εν τοις πέριξ ανέβλυσαν. Εκλήθη ο εν Θεσσαλονίκη ομογενής και έγκριτος αρχιτέκτων κ. Πιονίδης όπως γνωμοδοτήση περί της αντοχής και επισκευής των κτιρίων της Μονής, ότε και συνεδέθη προς συγκράτησιν η μεγάλη Εκκλησία αυτής και ανωκοδομήθησαν τείχη και κτίρια διάφορα καταπεσόντα.
Εκ των λοιπών 19 Μονών έπαθεν επαισθητώς η Μεγίστη Λαύρα του Αγίου Αθανασίου, καταπεσόντος προς άρκτον τείχους μέχρις 60 πήχεων και πολλών εσωτερικών ρηγμάτων επισυμβάντων, αι δε λοιπαί υπέστησαν ρήγματα και βλάβας αρκετάς. Εκ δε των Σκητών μεγάλας ζημίας υπέστησαν αι καλύβαι της Σκήτης Καυσοκαλυβίων.
Εγγύς δε τούτων εν τη θέσει Περδίκι, τη εν τοις ορίοις της Λαύρας, υπάρχει νεωρείον (αρσανάς) αλιευτική καλύβη, ανήκουσα εις το υπερκείμενον Κελλίον των Αγίων Πάντων, ένθα διέτριβον μετά εξ λέμβων πέντε τον αριθμόν κοσμικοί, ων ο εις εκ Μυτιλήνης Ιωάννης Πετρής και οι δύο άλλοι Γεώργιος και Αθανάσιος εξ Αιγίνης και εξ Μοναχοί εκ των παρακειμένων ύπερθεν ασκητηρίων. Ούτοι πάντες πλην ενός Μοναχού μετά των λέμβων των κατεποντίσθησαν αναρπασθέντες υπό της ανυψωθείσης θαλάσσης εις ύψος τριών μέτρων. Τότε κατεκρημνίσθη και το επάνωθεν του σημείου τούτου υπερκείμενον όρος το εγγύς του Αγίου Πέτρου, κατακαλύψαν έκτασιν ημίσεως μιλίου. Εισέτι δε αναθρώσκουσιν ατμοί θειώδεις και καπνός, ένθα εγένετο η κατάπτωσις του όρους. Ο δε διασωθείς Μοναχός, επειδή συνέλαβε δοκόν τινα και εστηρίχθη, κατώρθωσε να διασώση και λαϊκόν τινα συνεσφιγμένον εντός των βράχων, ούτινος ήκουσε τους θρήνους και τας οιμωγάς πόρρωθεν.
Εν δε τω από του Ι΄ αιώνος χρονολογουμένω Ναώ του Πρωτάτου των Καρυών Αγίου Όρους, έχοντι σχήμα Βασιλικής, τα προ χρόνων επισυμβάντα μεγάλα ρήγματα ηυρύνθησαν και ου μακρός χρόνος παρελεύσεται, καθ’ ον μέλλει να καταρρεύση ούτος και καταστραφώσιν αι διασωθείσαι Βυζαντιναί τοιχογραφίαι, αι έχουσαι θαυμαστάς και αυτούς τους Ευρωπαίους καλλιτέχνας.
Ο κατά μήνα Απρίλιον ε.έ. επισκεψάμενος τον ειρημένον Ναόν βασιλικός Πρίγκηψ της Σαξωνίας Ιάννης-Ιωάννης επιθεωρών κεφαλήν τινά εζωγραφισμένην του Τιμίου Προδρόμου, δεν ηδυνήθη να συγκρατήση την χαράν του επιφωνών δια μυρίων θαυμαστικών επιφωνήσεων. Τις όμως εγερεί ημάς από του ληθάργου; Ουδεμία σκέψις εγένετο, ούτε γίγνεται ούτε γενήσεται προς διάσωσιν του κειμηλίου τούτου της αρχαιότητος!
Σήμερον άγομεν έκτην ημέραν από του φοβερού σεισμού και όμως αισθανόμεθα εισέτι ικανάς δονήσεις. Εκτός των πολλαχού του Αγίου Όρους γενομένων διαφόρων καταπτώσεων είναι γνωσταί επίσης αύται: εν κελλίον της Ι. Μονής Καρακάλλου «ο Άγιος Δημήτριος», όπερ τέλεον μετά της Εκκλησίας αυτού εκ βάθρων κατεστρώθη. Επίσης παρεσύρθη μία Καλύβη μετά του παρεκκλησίου και εγκειμένου βουνού της Σκήτης Καυσοκαλυβίων εν τοις ορίοις Μεγίστης Λαύρας, καθώς και η απέχουσα ως μιας ώρας απόστασιν εξ αυτής Ρουμανική Σκήτη επίσης υπέστη σημαντικάς βλάβας και ζημίας και ιδίως η εν αυτή μεγάλη Εκκλησία, καθότι διεσαλεύθη και αυτό το έδαφος του τόπου.
Διετάχθησαν δι’ εγκυκλίου της Ιεράς Κοινότητος λιτανείαι προς εξιλέωσιν του θείου, τελεσθείσαι την Κυριακήν της 30ης του λήξαντος ήδη μηνός εν ταις είκοσιν Ιεραίς Μοναίς και Σκήτεσι και εν τω Ιερώ Ναώ του Πρωτάτου της Ιεράς Κοινότητος, προεξάρχοντος του Μητροπολίτου πρώην Σωζουαγαθοπόλεως κ. Κωνσταντίνου Μικρούλη.
Εν Αγίω Όρει 1η (14η) Νοεμβρίου 1905
Από το βιβλίο ΩΔΗ ΣΤΑ ΑΜΑΡΑΝΤΑ, ΣΤΟΝ ΑΘΩΝΑ,
του Επισκόπoυ Ροδοστόλου Χρυσοστόμου