Υπό του Γέροντος Μαξίμου Ιβηρίτου – Για το ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
(ευλαβές αφιέρωμα επί τη αξιολογήσει της Οσιότητος αυτού, προς προσεχή Αγιοκατάταξιν)
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΙΒΗΡΙΤΗΣ: Υπάρχουν όντως ωρισμένα επιβλητικά όρη επί της γης, αφθόνως και ανερμηνεύτως παρέχοντα ευλογίας.
Ταύτα τα όρη απετέλεσαν και συνεχίζουννα αποτελούν τόπους καταφυγής ουχί μόνον διά τα χερσαίαι όντα και τα πετεινά του ουρανού, αλλά και τόπους εις τους οποίους ηυδόκησεν ο Θεός να προσφεύγουν Άγιοι άνθρωποι του Θεού προς μόνωσιν.
Εις τινα χωρία της Γραφής γίνεται αναφορά διά την καταφυγήν του ανθρώπου προς τα όρη, προκειμένου να εύρη την περιπόθητον ησυχίαν, καθότι κατά τον Μέγαν Βασίλειον: «αρχή καθάρσεως η ησυχία».
«Εις τα όρη ψυχή αρθώμεν· δεύρο εκείσε, όθεν βοήθεια ήκει» ψάλλομεν κατ’ ήχον Πλ. Α ́ εις το Β ́ Αντίφωνον της Κυριακής. Ο δε ψαλμωδός Δαβίδ λέγει συγκεκριμένως επ’ αυτού: «ήρα τους οφθαλμούς μου εις τα όρη, όθεν ήξει η βοήθειά μου (ψαλ. ρκ ́/ρκα ́ 1)· και αλλαχού: «όρος του Θεού, όρος πίον, όρος τετυρωμένον» (ψαλ. ξζ ́/ξη ́16).
Ως γνωστόν, εις το όρος Σινά παρέλαβεν ο Μωϋσής την έκφρασιν της θείας βουλήσεως· ήτοι τας δέκα εντολάς. Εις το όρος Καρμήλιον ο Προφήτης Ηλίας εγεύθη τα σημεία της Δυνάμεως του Θεού. Εις το όρος των Ελαιών έλαβε χώραν το Θείον γεγονός της Αναλήψεως του Κυρίου. Εις το όρος Θαβώρ ο Κύριος εφανέρωσε την Δόξαν αυτού. Το δε όρος του Άθω κατέστη κήπος και περιβόλιον της Κυρίας Θεοτόκου· λιμήν δε και παράδεισος των θελόντων σωθήναι.
Ο πόθος της λυτρώσεως, καθώς αναφέρει και ο μακαριστός Θεόκλητος Διονυσιάτης, εμφανίζεται υπό μορφήν ροπής εις την μόνωσιν, δίχως πολλάκις εξήγησιν και απολογίαν, αλλ’ ως ακατανίκητος έφεσις ωθεί την
ψυχήν εις μίαν μακρινήν ακτήν, εις τας αμολύντους κορυφάς των ορέων, εις τόπους αγνώστους.
Είναι ακριβώς το ίδιον συναίσθημα, το οποίον μας έλκει να στραφώμεν εις τον εσώτερον κόσμον μας, να συνομιλήσωμεν με αυτόν, να προσευχηθώμεν προς τον Θεόν, να ακούσωμεν εντός μας την άλαλον αρμονίαν του σύμπαντος, να λυτρωθώμεν εκ των γηίνων, να εισπεύσωμεν εις την αιωνιότητα.
Σύγχρονον παράδειγμα ενός φιλοθέου ανδρός, καταφυγόντος εν όρεσι και σπηλαίοις διά τας προς άσκησιν και σωτηρίαν, αποτελεί ο αοίδιμος Ιερομόναχος Σίμων Αρβανίτης. Ούτος υπήρξεν ο κατ’ εξοχήν Πνευματικός σταυραετός του εν Αττική Πεντελικού όρους κατά το δεύτερον ήμισυ του εικοστού αιώνος, όστις έπηξε την φωλεάν του άνωθεν του κλεινού άστεως των Αθηνών εις μίαν μεταβατικήν Νεοελληνικήν περίοδον, καθ’ ην τα πάθη των ανθρώπων είχον τότε μίαν ξενόφερτον αυξητικήν τάσιν, καλυπτόμενα με «μοντέρνον» Ευρωπαικόν μανδύαν.
Με τον αείμνηστον Γέροντα Σίμωνα ηξιώθην να συνδεθώ κατά τα πρώτα έτη της δεκαετίας του 1970, ότε ήμουν Ιεροσπουδαστής εις την εν Χαλανδρίω Ριζάρειον Εκκλησιαστικήν Σχολήν, και κατά τινα τρόπον υπήρξεν ο πρώτος Πνευματικός μου.
Τω καιρώ εκείνω και προτού εμφανισθή εις το προσκήνιον ο Όσιος Πορφύριος, το όνομα του Γέροντος Σίμωνος ήτο ευρέως γνωστόν, και πολλά πλήθη πιστών έσπευδον να τον συναντήσουν εις το απέριττον τότε
Ησυχαστήριον του Αγίου Παντελεήμονος πλησίον της κορυφής του Πεντελικού όρους, το οποίον επί των ημερών του «φωτί εσκέπετο»· και τούτο, διά να φωτίζη τον σχεδόν αόμματον σωματικώς Όσιον Γέροντα Σίμωνα και να καθοδηγή απροσκόπτως τα αναβαίνοντα προς το όρος Αθηναικά πλήθη.
Το ρηθέν Ησυχαστήριον αρχικώς ήτο εν Εξωκκλήσιον του Αγίου Παντελεήμονος (Μετόχιον της Ι. Μονής Πετράκη) εις την περιοχήν Κοκκιναρά Ν. Πεντέλης Αττικής, εγγύς των λατομείων, το οποίον ολίγον
κατ’ ολίγον ήρχισε να μεταβάλληται εις εν ζηλευτόν Μοναστήριον με κτίσματα και περιβόλια, γέμοντα ποικίλους καρπούς διά την δοχήν των προσκυνητών· πάντα δε ταύτα προνοία και φροντίδι του Γέροντος Σίμωνος, όστις πέραν της πνευματικής δυνάμεως ην είχεν, ο ίδιος διέθετε μεγάλην σωματικήν δύναμιν, αρίστην διοικητικήν οργάνωσιν και αγάπην προς το φυσικόν περιβάλλον.
Τους αγώνας, τα πλούσια κατορθώματα και τα άπειρα θαύματα του Γέροντος κατεγράφησαν ήδη και εδημοσιεύθησαν εκτενώς εν τόμοις υπό του πιστού και ταπεινού μαθητού αυτού, του μακαριστού Μοναχού Ζωσιμά. Παρά δε του συγχρόνου λογίου και αγωνιστού Πρωτοπρεσβυτέρου Βασιλείου Βολουδάκη, συνεγράφη και εξεδόθη προσφάτως μία επηυξημένη βιογραφία του με νεώτερα αυθεντικά στοιχεία.
Εις το ειρημένον πονηματικόν έργον, το οποίον έχει ως βάσιν και την διοργανωθείσαν Ημερίδα προς τιμήν του Οσίου Γέροντος Σίμωνος εις το Συνεδριακόν Κέντρον «Διακονία» της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης
την 30 Σεπτεμβρίου 2019, περιγράφεται η ζωή, η δράσις, η διάκρισις, το εκκλησιαστικόν φρόνημα, το θαυματουργικόν και προφητικόν χάρισμά του, και κυρίως το μαρτύριον αυτού υπό των ιδίων Μοναχών του.
Πρόκειται όντως διά μίαν ωλοκληρωμένην βιογράφησιν, ήτις με τα παρατιθέμενα στοιχεία επιχειρεί να περιγράψη ένα μεγάλον Γέροντα του παρελθόντος αιώνος, εις τον οποίον κατέφευγον πολλοί Επίσκοποι, Κληρικοί και Μοναχοί, αλλά και πολύ πλήθος του λαού του Θεού.
Ο αοίδιμος Γέρων Σίμων Αρβανίτης εκοιμήθη την 4 Μαρτίου 1988 και βεβαίως θα είχε προ πολλού καταταχθή εις το Αγιολόγιον της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας, προς Δόξαν Θεού· όμως ο δολομήτης σατάν ηθέλησε να
θολώση τα περί αυτού διαυγή ύδατα και να αμαυρώση την Οσίαν βιοτήν του, εκμεταλλευόμενος ωρισμένα πνευματικά αυτού τέκνα, στερούμενα πνευματικής διακρίσεως.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λέγουν, ότι εις το τέλος ενός Πνευματικού ανθρώπου πρέπει να ευρίσκωνται νουνεχείς άνθρωποι, διά να τον χειραγωγούν και να τον προστατεύουν από τον πονηρόν· καθότι τότε ο μιαρός επιτίθεται περισσότερον, εκμεταλλευόμενος την ασθένειαν του γήρατος.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει σχετικώς, ότι όταν το σώμα του ανθρώπου γίνη ασθενικόν, αναγκαστικώς και η ψυχή συμμετέχει εις αυτήν την βλάβην, διότι ως επί το πλείστον αι ενέργειαι της ψυχής συμβαδίζουν με την διάθεσιν του σώματος.
Όμως ο πλάσας εκ χοός τον άνθρωπον Δημιουργός Θεός, γνωρίζων ως παντογνώστης την εν τω γήρατι ασθένειαν της ψυχής και του σώματος εκάστου ανθρώπου, έχει διάφορον κρίσιν εξ εκείνης των ανθρώπων και εις το τέλος οικονομεί τα προς σωτηρίαν.
Εις την προκειμένην περίπτωσιν του Οσίου Σίμωνος, εις τας ημέρας μας παρατηρείται η άνωθεν φανέρωσις της αληθείας και η δικαιοσύνη του Θεού· ήδη σχηματίζεται σχετικός φάκελλος υπό φιλαγίων ψυχών προς υποβολήν αυτού εις την Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος και το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, με σκοπόν την αξιολόγησιν της Οσιότητος του Γέροντος και την προσεχή Αγιοκατάταξιν αυτού.
Η τελική ημέρα της δικαίας κατατάξεως του Οσίου ημών Γέροντος Σίμωνος του Αρβανίτου εις το Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας θα αποτελέση ημέραν χαράς, ευλογίας και συγκινήσεως δι’ όλους. Ξεχωριστήν ευλογίαν θα αποτελέση διά την ιδιαιτέραν αυτού πατρίδα, την Τριάδα Ευβοίας, εις την οποίαν εγεννήθη την Πρωτοχρονιάν του 1901· και βεβαίως την Ιεράν Μονήν Αγίου Παντελεήμονος Πεντέλης, της οποίας τυγχάνει Κτίτωρ και αναπαύεται ειρηνικώς εν αυτή από μηνός Μαρτίου του 1988.
Ο Γέρων Σίμων δεν ανήκει εις μίαν στενήν ομάδα ανθρώπων, αλλ’ είναι ανήρ κοινής αποδοχής από το σύνολον των όσων τον εγνώρισαν και όσων έγραψαν περί αυτού. Το καινοτόμον φαινόμενον του Γεροντισμού δεν τον αγγίζει, και τούτο αποτελεί δι’ ένα επί πλέον λόγον τεκμήριον της γνησιότητος αυτού, ως αληθινού τέκνου της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας, ανήκοντος εις τον Ιησούν Χριστόν και την Παναγίαν αυτού Μητέρα, Υπεραγίαν Θεοτόκον. Χριστός Ανέστη!
Τη Κυριακή του Πάσχα 2023]