του Γεωργίου Παύλου
Ο άνθρωπος είναι το επί της γης ζώον θεούμενον. Την ανάγκη και την ορμή του ανθρώπου να καταστεί κοσμικός θεός την διαπιστώνουμε και σε όλα τα επίπεδα της ανθρώπινης ιστορίας και του ανθρώπινου κόσμου.
Παλαιότερα μέσω των θρησκειών του ή των φιλοσοφιών και των ασκητικών του, σήμερα δε μέσω της επιστήμης, της τεχνολογίας και της δύναμης. Ο καθημερινός απλός άνθρωπος αν δεν αγωνίζεται να επιβιώσει από την πείνα και την ασθένεια, όπως συμβαίνει στον τρίτο κόσμο αλλά και εν πολλοίς στον λεγόμενο «πολιτισμένο» κόσμο, τότε επιδιώκει να πετύχει την απόλυτη ευτυχία μέσω των δυνατοτήτων που του δίδονται από το επάγγελμά του και την οποιαδήποτε κοινωνική ή πνευματική του κατάσταση.
Πάνω από τον απλό καθημερινό άνθρωπο και σε πολλαπλά ιεραρχημένα επίπεδα στέκεται ο άνθρωπος της εξουσίας, ως επιστήμονας, ως φιλόσοφος, ως πολιτικός, ως επιχειρηματίας, ως στρατιωτικός, ως ιερωμένος και πάνω από τους κατά τόπους και κατά έθνη ανθρώπους της εξουσίας στέκονται σε κάποια ιεράρχηση δυνάμεων τα έθνη και κράτη που ασκούν την κυριαρχία επί άλλων εθνών ή κρατών σε μια διαρκή εναλλαγή. Και τα πράγματα ήσαν περίπου έτσι εδώ και αρκετές χιλιετηρίδες. Όμως η αξιοποίηση της ελληνικής επιστήμης από την δυτική αναγέννηση και μετά έφερε στο προσκήνιο ένα νέο δεδομένο, το οποίο είτε το θέλουμε είτε όχι έχει αλλάξει ριζικά την παραδοσιακή μορφή της ανθρώπινης ιστορίας, ενώ στο προσεχές μέλλον η αλλαγή θα είναι ανυπολόγιστος για τα δεδομένα του παρελθόντος. Αυτό που εννοούμε εδώ είναι η ενοποίηση όλου του κόσμου και όλης της γης ύστερα από τη ραγδαία εξέλιξη των επικοινωνιών και όλης γενικά της προηγμένης τεχνολογικής υποδομής σε συνδυασμό με την παγκοσμιοποιημένη αγορά και οικονομία. Μάλιστα η επικείμενη ενοποίηση της ανθρωπότητας που ήδη έχει αρχίσει να συντελείται και να είναι ορατή προφανώς συνεπάγεται δυνάμει μια ιδεολογική-πνευματική και πολιτιστική ενοποίηση. Στην περίπτωση αυτή αρχίζει να διακρίνεται στον ορίζοντα η ειρηνική ή και η «βίαιη», με σύγχρονους βέβαια όρους, πολιτιστική και ιδεολογική σύγκρουση.
Το διαμορφούμενο παγκόσμιο πνευματικό πολιτιστικό, κοινωνικό, οικονομικό σύστημα έχει μια πολυπλοκότητα τέτοιου επιπέδου ώστε να είναι αρκετά δύσκολο να επιχειρήσει κανείς οποιαδήποτε πρόβλεψη για πολύ μακριά στο μέλλον. Βασικές συνιστώσες της διαμορφούμενης παγκόσμιας πολυπλοκότητος είναι: η δυτικής προέλευσης παγκόσμια αγορά και τεχνοκρατία. Η απειράριθμη ανθρωπομάζα του Ασιατικού κόσμου. Η τριτοκοσμική φτώχεια και εξαθλίωση στον υπέρτατο βαθμό. Η απεριόριστη δύναμη των μαζικών μέσων επικοινωνίας. Τα προηγμένα οπλικά συστήματα τα οποία θα επιτρέπουν όλο πιο αποτελεσματικά τον παγκόσμιο έλεγχο. Τέλος αυτό που συμπληρώνει το τοπίο της σύγχρονης πολυπλοκότητας είναι η παντοδυναμία της επιστήμης τόσο στο επίπεδο της άψυχης όσο και στο επίπεδο της έμψυχης ύλης.
Η ανθρώπινη γνώση πορεύεται ασυγκράτητα σε κάθε κατεύθυνση ώστε σύντομα ο άνθρωπος θα νοιώθει ότι εξουσιάζει το υλικό σύμπαν και την ίδια την ζωή, ύστερα από την επαναστατική περίοδο της φυσικής, της βιολογίας και της τεχνολογίας ιδίως στο τέλος του 20ου αιώνα.
Έτσι έχουν τα πράγματα ως προς την εξωτερική τους μορφή. Αλλά το εξωτερικό σχήμα και η εξωτερική υφή δεν είναι το όλον. Τα πράγματα και ο κόσμος έχουν και εσωτερικές διαστάσεις που συνήθως παραβλέπονται απ’ όσους ασχολούνται με αυτά. Αν ξεκινήσουμε από τη σύγχρονη ψυχαναλυτική θεωρία και εμπειρία είμαστε αναγκασμένοι να διαπιστώσουμε ότι πίσω από τα κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά και όποια άλλα παρόμοια φαινόμενα υφίσταται η πραγματικότητα των ψυχικών φαινομένων και αιτίων σαφώς σε αλληλεπίδραση με τα πρώτα. Για τον λόγο αυτό όποιος επιθυμεί να ελέγξει τον κόσμο αντιλαμβάνεται ότι πρωτίστως πρέπει να ελέγξει τις ψυχές και το πνεύμα των ανθρώπων. Από την άποψη αυτή καθίσταται σαφής η σημασία των μέσων πληροφόρησης και η σημασία της παιδείας για τον έλεγχο του κόσμου σε οποιοδήποτε επίπεδο και εάν επιχειρείται κάτι τέτοιο. Εδώ μπορούμε να επισημάνουμε τρία καίρια σημεία. Τον καθημερινό άνθρωπο ο οποίος αποβλέπει στην ευτυχία εννοούμενη και εκλαμβανόμενη αναλόγως. Τον άνθρωπο που του έλαχε η μοίρα να κυβερνά άλλους ανθρώπους σε μικρή ή μεγάλη κλίμακα. Και τέλος την ανάγκη ελέγχου και κυβέρνησης των ανθρώπων προκειμένου να αποφευχθεί το χάος και η αποσύνθεση.
Μέσα σε όλη αυτή την κοσμογραφία και ανθρωπογραφία καλούμαστε να εντάξουμε την σημασία και το νόημα ενός εν πολλοίς περιθωριακού τρόπου ζωής όπως αυτός που πραγματοποιείται στον Άθωνα γνωστό τουλάχιστον για μια χιλιετηρίδα ως Άγιον Όρος. Εάν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι κατά κόρον στο παρελθόν αλλά και σήμερα η Ελλάδα ως ορθοδοξία έχει ταυτιστεί με τον τρόπο του Αγίου Όρους, αυτομάτως τίθεται το ζήτημα της Ελλάδος και της ορθοδοξίας σε σχέση με τη διαμορφούμενη παγκοσμιότητα όσον αφορά την ανθρωπότητα.
Το ερώτημα λοιπόν περί του Αγίου Όρους τίθεται σε όλη του την ευρύτητα. Μπορεί να σημαίνει το Άγιον Όρος ή και ολόκληρη η Ελλάδα ως έκφραση του Αγίου Όρους κάτι περισσότερο από ένα μουσειακό ή παρελθοντολογικό γεγονός; μπορεί στη νέα δόμηση της παγκόσμιας κοινωνίας το Άγιον Όρος να συνεισφέρει κάτι περισσότερο και ουσιαστικό από ένα απλό πολιτισμικό κατάλοιπο και τουριστικό αξιοθέατο; Δηλαδή κάτι το ενδιαφέρον αλλά μόνον ως προς το παρελθόν και όχι ως προς το μέλλον.
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό πρέπει να ανατρέξουμε στην ουσία της ελληνικής παρακαταθήκης τόσο στην αρχαία περίοδο όσο και στην Χριστιανική. Διότι είτε το θέλουμε είτε όχι ο ελληνισμός έχει διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στην παγκόσμια ιστορία και ίσως αυτή η υπόθεση δεν έχει παρέλθει. Ο αρχαιοελληνικός κόσμος αναδεικνύει δύο ουσιώδεις λειτουργίες του ανθρώπου. Η μία είναι το θεωρητικό πνεύμα της επιστήμης και της φιλοσοφίας. Η άλλη είναι το τραγικό στοιχείο της ανθρώπινης ιστορίας ιδίως η αναμέτρηση του ανθρώπου με τον χρόνο και την ελευθερία. Οι Έλληνες γνωρίζουν κατά την πρώτη περίοδο της ιστορίας των, όπως αυτή αναδιπλούται από τον μύθο έως την ποίηση και την φιλοσοφία, ότι κάθε επιτυχία στα όρια του χρόνου ανατρέπεται από μια αποτυχία και κάθε ευτυχία την διαδέχεται μια δυστυχία. Την γέννηση τη διαδέχεται η φθορά και την ύπαρξη την συγκεκριμένη η ανυπαρξία και το μη ον. Βαθύτερα την απόφαση του ανθρώπου να ευτυχίσει εντός του χρόνου και του χώρου την χαρακτηρίζει η ύβρις. Για αυτό επέρχεται η νέμεσις του χρονοκράτορα νόμου. Είναι χαρακτηριστική η φράση του Αναξίμανδρου «εξ ων Δε γένεσις εστί τοις ούσι, και την φθοράν εις ταύτα γίγεσθαι κατά το χρεών& διδόναι γαρ αυτά δίκην και τίσιν αλλήλοις της αδικίας κατά την του χρόνου τάξιν…». Δηλαδή τα όντα είναι ανάγκη να επιστρέψουν στην ανυπαρξία και στο μη ον διότι με το να υπάρχουν ατομικά και χρονικά αδικούν.
Η άρση της τραγικότητας του χρόνου και της ιστορίας επιτυγχάνεται στα όρια της πόλης. Εάν η σημερινή «πόλις» υπηρετεί την υποκειμενική και ατομοκεντρική καταξίωξη του ανθρώπου, δηλαδή την αφηρημένη και ατομικοποιημένη ευτυχία του ανθρώπου, η ελληνική πόλις υπηρετεί την συνάντηση των πολιτών στην περιοχή της ελευθερίας και της χρονοποιημένης αιωνιότητας. Στα όρια της πόλις αναδεικνύεται ο άνθρωπος πολίτης ως ον κατ’ ουσίαν κοινωνικό όπως το περιγράφει ο Αριστοτέλης. Αυτό σημαίνει ότι στα όρια της πόλης ο άνθρωπος καθίσταται ελεύθερος ήτοι γίνεται πρόσωπο και όνομα, ενώ υπερβαίνεται κάθε μορφή δουλείας και υποτέλειας. Το ότι μάλιστα για τους Έλληνες η πολιτική σχετίζεται άμεσα με την άθληση της αρετής, αυτό σημαίνει ότι η χειρότερη μορφή δουλείας δεν είναι τόσο η εξωτερική δουλεία του ανθρώπου σε κάτι εκτός εαυτού όσο η εσωτερική δουλεία στον ίδιο τον υποκειμενοποιημένο και ατομικοποιημένο εαυτό μας. Έτσι η πόλις καθίσταται τόπος άθλησης, αρετής και ελευθερίας.
Πότε όμως όντως ο άνθρωπος καθίσταται πολίτης πόλης, ελευθέρας όντως από κάθε τραγική λειτουργία του χρόνου; Κατ’ αρχάς πολίτης καθίσταται ο ατομικός και βιολογικός άνθρωπος όταν δεν ζει για τον εαυτόν του αλλά για την πόλη και τους συμπολίτες του. Εξ’ άλλου η πόλις δεν υφίσταται ως αφηρημένη ιδέα και ως αφαίρεση αλλά ως απτό και συγκεκριμένο σώμα πολιτών με όνομα και ταυτότητα. Και όχι μόνο των πολιτών μιας χρονικής στιγμής αλλά του συνόλου και διαχρονικού κόσμου των πολιτών της. Είσαι πολίτης πόλεως συγκεκριμένης όταν στην ζωή της πόλης είναι παρόντες όλοι οι πολίτες. Ο δυτικός κόσμος με όλες τις ριζοσπαστικές καινοτομίες του αδυνατεί να κατανοήσει αυτή τη σημασία και αυτή την δυναμική παραμένοντας πάντα στα όρια της βιολογικής και ατομοκεντρικά χρησιμοθηρικής «πόλης». Ο δυτικός κόσμος έχει σαφώς υποκαταστήσει την κοινωνία των πολιτών με την κοινωνία του κέρδους και του κεφαλαίου. Και αυτό σαφώς πηγάζει από τις φιλοσοφικές και θεολογικές προϋποθέσεις της δύσης όπως αυτές ανάγονται στην σχολαστική φιλοσοφία και την ουσιοκρατική θεολογία. Ο δυτικός κόσμος με την θεολογία, την φιλοσοφία, την επιστήμη και την τεχνολογία του έχει υποτάξει τον άνθρωπο στην ψυχολογία, την βιολογία, την χημεία, και κάθε άλλη μορφή αντικειμενοποίησης. Για το δυτικό άνθρωπο το ανθρώπινο ον είναι αντικειμενοποιημένο, φυσικό και εγκόσμιο ον που δεν συνορεύει με τίποτε πέραν του φυσικού περιβάλλοντος, ούτε ακόμη με τους άλλους ανθρώπους κατά το πρότυπο των κλειστών μονάδων του Λαιμπνίτς.
Εν μέσω όλων αυτών η Αθωνική πολιτεία των ασκητών του Αγίου Όρους αποτελεί την μόνη αυθεντική από ωρισμένης άποψης συνέχεια της ελληνικής αντίληψης περί πόλης ιδίως όπως αυτή διαμορφώνεται στα όρια του βυζαντινού ελληνισμού και της ανατολικής ορθόδοξης παράδοσης. Ο ασκητής πολίτης του Αγίου Όρους τυπικά έχει αρνηθεί να τρέφεται από την δόξα του κόσμου η οποία είναι και ο βασικός φθορέας της πόλης των πολιτών, με όνομα και ταυτότητα. Αντίθετα ο ασκητής πολίτης του Άθωνα υποτάσει τον ατομικό, ψυχολογικό, βιολογικό και φυσικό εαυτό του σε ένα πρόγραμμα και έναν τρόπο ζωής κατ’ εξοχήν αναρχικό και ανοικτό. Διότι αντί της ψυχολογικής και συναισθηματικής αυτάρκειας του φυσικοποιημένου ανθρώπου ο ασκητής του Αγίου Όρους αθλείται προκειμένου να πραγματοποιήσει τον εκκλησιοποιημένο άνθρωπο. Δηλαδή τον άνθρωπο που δεν στοχεύει σε τίποτε το άμεσο χρονικά αντικειμενοποιήσιμο, αλλά μόνον στην τέλεια αγάπη προς κάθε τι το απτό και συγκεκριμένο. Η τέλεια αγάπη είναι και η τέλεια γνώση, και τα δύο που ουσιαστικά είναι ένα, δεν αποσκοπούν στην χρήση ή την εκμετάλλευση αλλά στην συνάντηση εν απολύτω ελευθερία. Η τέλεια αγάπη και η τέλεια γνώση δεν αποσκοπούν στην χρήση του κόσμου αλλά στην σωτηρία του κόσμου. Οι Έλληνες της προχριστιανικής περιόδου γείνονται οι κατ’ εξοχήν δάσκαλοι της ανθρώπινης ιστορίας επειδή αναμετριώνται με το γεγονός της ύπαρξης.
Αεί απορούμενον και αεί ζητούμενον, θα διακηρύξει ο Αριστοτέλης, τι εστί το ον. Έτσι η οντολογική αναζήτηση των ελλήνων θα εκτινάξει τον ανθρώπινο πολιτισμό σε μια τροχιά δίχως προηγούμενο με καρπούς μοναδικούς. Επιστήμη, τεχνολογία, τέχνη, ποίηση και πολλά άλλα. Το ον. Τόδε τι. Αυτό εδώ που ίσταται εμπρός μου. Αυτός που ίσταται απέναντί μου και με κοιτάζει. Ο Έλληνας θα αναμετρηθεί λοιπόν με αυτό το συγκλονιστικό βίωμα της ύπαρξης μη νοουμένης ψυχολογικά και υποκειμενικά, αλλά οντολογικά, ρεαλιστικά, και ασκητικοερωτικά. Το μέτρο της αλήθειας μου και της αλήθειας σου είναι αυτό, αυτής, αυτός που ίσταται απέναντί μου και με κυττάζουν. Το βλέμμα του άλλου και το βλέμμα της ύπαρξης είναι ο κριτής της αλήθειας και κάθε αλήθειας.
Αυτό είναι λοιπόν το πέρασμα και η ατραπός προς την τέλεια αγάπη και την τέλεια γνώση. Δηλαδή ο νεώτερος τρόπος των Ελλήνων ως ορθόδοξων που δεν είναι άλλος από τον τρόπο του Αγίου Όρους. Το Άγιον Όρος υφίσταται ως μια εκκλησιοποιημένη επανάσταση απεριόριστου βεληνεκούς ακόμη και αν όλοι οι πολίτες ασκητές του δεν έχουν φθάσει στο τέλος προς το οποίο πορεύονται. Το τέλος του ασκητή πολίτη της Αθωνικής πολιτείας είναι η τελείωση της αγάπης, της ελευθερίας και της γνώσης του άλλου ως του Όντος Άλλου. Αυτού Όν ηγάπησε η ψυχή μας έως τέλους…Μήπως τουλάχιστον οίδατε εσείς Αυτόν που επόθησε η ψυχή μου έως τέλους….. ερωτά η τρισέμορφη κόρη στο άσμα ασμάτων, για να λάβει την απάντηση πως ούτε αυτοί γνωρίζουν Αυτόν που αγάπησε έως τέλους, και έτσι να οδηγεί στην τέλεια γνώση δια της πλήρους αποδοχής της αδυναμίας προς γνώση και δια της πλήρους αγνωσίας.
Για αυτό ο ασκητής πολίτης του Όρους της επανάστασης προς κάθε νομοτέλεια, νόμο και ανάγκη νηστεύει από κάθε γνώση μερική και αποσπασματική που φονεύει τον άλλον και τον Όντως Άλλον, για να του δοθεί το χάρισμα της Όντος Πολιτείας. Το χάρισμα της ανεπανάληπτης, ανέντακτης, και απεριόριστης γνώσης του άλλου και του Όντως Άλλου.
Ο ασκητής πολίτης του Άθωνα παλεύει και αντιμάχεται με όλες τις σκιές του εαυτού του που του αποκρύπτουν τον άλλον και τον κατ’ εξοχήν Άλλον ως το Παν (;) ακριβές περιεχόμενο του χώρου, του χρόνου και της Βασιλείας. Και η Βασιλεία είναι η πολιτεία του Ονόματος ως το παν ακριβές. Αυτό που δεν υποκαθίσταται ποτέ, δεν ανταλλάσσεται ποτέ, δεν λησμονιέται ποτέ. …Μήπως τουλάχιστον οίδατε εσείς Αυτόν Όν επόθησε η ψυχή μου έως τέλους. Αντίστοιχα ένα παλιό λαϊκό τραγούδι λέει: σχίζω τα βουνά και παντού ρωτάω ποιος είδε τα μάτια που αγαπάω….
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως προϋπόθεση των λαϊκών μας τραγουδιών είναι η τέλεια εμπειρία του Αγίου Όρους, ως εκκλησιοποιημένη εμπειρία του άλλου και του κατ’ εξοχήν Άλλου.
Έτσι ο πολίτης του Άθωνα καθημερινά φονεύει τον φυσικό, βιολογικό, και ψυχολογικό εαυτό του προκειμένου να επανεύρει τον καθολικό και οικουμενικό εαυτό του που δεν είναι άλλο από όλους τους άλλους, τους αδελφούς του ως το παν ακριβές και ως το Όντως Άλλου, τον κατ’ εξοχήν Άλλον. …Αφού εποιήσατε αυτά ενί τοις ελαχίστοις αδερφοίς μου εμοί εποιήσατε….
Και ο μοναχός του Άθωνα που καθίσταται Όρος Άγιον, χαρίζει στον κόσμο την εκπληκτική εκείνη εμπειρία της Παρουσίας και της συνάντησης στις παρυφές του χώρου και του χρόνου, που διαποτίζει τον χώρο, τον χρόνο και τα πράγματα. Χαρίζει στον κόσμο την εμπειρία εκείνη της βεβαιότητας που καθιστά τον χώρο, τον χρόνο και κόσμο όντος πόλη και πολιτεία. Ο μοναχός του Άθω χαρίζει στον κόσμο την φωταγωγική εκείνη εμπειρία που δικαιώνει την Αντιγόνη και Ιφιγένεια οι οποίες γνώριζαν πως έχουν στον κόσμο αδερφούς. Ο μοναχός της Αθωνικής πολιτείας μας βεβαιώνει όλους πως έχουμε στον κόσμο αδέρφια ασχέτως χρώματος, φυλής, καταγωγής ή ότι άλλο. Ότι ο κόσμος μας δεν είναι άλλο από τα αδέρφιά μας. Τώρα, χθες, αύριο. Εδώ, εκεί, εκεί, παντού.
Ο αρχαίος ασκητής πολίτης της Ιωνίας αναμετριέται με την γένεση και την φθορά. Ο νέος Ασκητής πολίτης του Αγίου Όρους αναμετριέται με την Ανάσταση, την ελευθερία, την Ζωή. Βεβαιώνεται ο ίδιος και βεβαιώνει τους αδελφούς του για την Ζωή την ανίκητη και αθάνατη. Χαμένος από τον κόσμο και την πόλη σώζει τον κόσμο και την πόλη. Επιλέγοντας ο ίδιος τον δρόμο της ασθένειας και της αδυναμίας εξυγιαίνει και δυναμώνει τον κόσμο, τους άλλους, τους αδερφούς του. Τους βεβαιώνει στην εμπειρία της Ζωής την ανίκητη. Την εμπειρία την αλησμόνητη. Ο μοναχός πολίτης ασκητής της Αθωνικής πολιτείας όταν πραγματοποιεί το αξίωμα του μας εισάγει στο όντως γεγονός της πόλης. Της πόλης της ελευθερίας όπου όλες οι ρωγμές πληρούνται και οι έρημοι ζωοποιούνται, οι βάραθροι γεφυροποιούνται και ο κόσμος καθίσταται κοινωνία προσώπων. Ο φυσικός κόσμος δια του Αθωνίτου πολίτου-ασκητού καθίσταται πόλις απεριόριστος και ελευθέρα. Ο φυσικός κόσμος, ο χώρος και ο χρόνος καθίστανται εορτή και πανήγυρις, ενώ ο καθημερινός και ο ασήμαντος άνθρωπος της ιστορίας καθίστανται φωταγωγική παρουσία μοναδική και ανεπανάληπτος. Εν τέλει ο ασκητής πολίτης του Αγίου Όρους μιμούμενος τον Σωτήρα και θυσιάζοντας τον ατομικό και μερικό εαυτό του καθίσταται κατά χάριν, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση δια του Σωτήρος, σωτήρ του κόσμου.
Τέλος είναι βέβαιον πως όταν θα παρέλθει η νεύρωσις της επιστήμης, της τεχνολογίας και κάθε άλλης φαντασίωσης του ανθρώπου, τότε θα μπορεί να καταστεί φανερή η συμβολή και η σημασία του Αγίου Όρους και των Ασκητών του για την ανθρώπινη ιστορία και τον ανθρώπινο πολιτισμό. Τότε δηλαδή που οι άνθρωποι θα έχουν ανάγκη τους ανθρώπους και όχι τα αντικείμενα. Αλλά πέραν αυτού η εμπειρία του Αγίου Όρους σώζει τον κόσμο ακόμη και όταν κάτι τέτοιο μένει απαρατήρητο για την πλειοψηφία, όπως ακριβώς η εκκλησία σώζει τα πράγματα και τον κόσμο έστω και αν αυτό δεν αντικειμενοποιέιται. Εξ’ άλλου το Άγιον Όρος δεν είναι άλλο από την εμπειρία της εκκλησιοποιημένης πόλης στην απόλυτη έκφρασή της. Εδώ στην εμπειρία της εκκλησίας και του Αγίου Όρους ο κόσμος και τα πράγματα σώζονται με το να μην καθίστανται αντικείμενα αλλά να φυλάσσονται ως σημεία και σύμβολα της Απολύτου και Φωταγωγικής Παρουσίας.