του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου
ΜΑΡ-12-2001- Δευτέρα
12.30 μ.μ. Αναχώρηση από τη μονή Ιβήρων, μετά από την ακολουθία του Εσπερινού. Κοιμήθηκα καλά ολόκληρη τη νύχτα, έτσι νιώθω πολύ ξεκούραστος. Αναχώρησα με τη συντροφιά του Βασίλη του Λαμιώτη, προς τη μονή Φιλοθέου, με το φορτηγάκι ενός μοναχού μελισσοκόμου, που προθυμοποιήθηκε να μας μεταφέρει μέχρι ενός σημείου. Έπειτα, περπατήσαμε για περίπου 20 λεπτά ανηφορικά, μέχρι που φάνηκε η μονή σε ένα πλάτωμα του βουνού. Ο καιρός σήμερα είναι πολύ καλός, και έχει σταθεί δυνατό να βγάλω μερικές φωτογραφίες. Ίσως μπορέσω αργότερα, να ζωγραφίσω μια σειρά από πίνακες.
2 μ.μ. Ιερά μονή Φιλοθέου. Εγγράφηκα στο βιβλίο προσκυνητών της μονής. Η Φιλοθέου, είναι σχετικά μικρό μοναστήρι, αλλά όμορφο. Εδώ, έχει μονάσει μεταξύ άλλων, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Ψηλά τείχη, όπως στα περισσότερα μοναστήρια, τριγύρω απέραντες πλαγιές γεμάτες από καστανιές, που οι μοναχοί τις εκμεταλλεύονται και επεξεργάζονται τους κορμούς τους στα πραγματικά οργανωμένα ξυλουργεία που διαθέτουν. Υπάρχουν μικρά βουνά από σωριασμένους κορμούς δέντρων, επεξεργασμένης ξυλείας, όπως καδρόνια, σανίδες κ.λπ. Διαθέτουν, οπωσδήποτε και τα απαραίτητα βοηθητικά οχήματα, φορτηγά, ανυψωτικά, φορτωτικά και μαζί με αυτά, πολλούς αλλοδαπούς εργάτες, Αλβανούς κυρίως και Ρουμάνους. Τούτο, μου έκανε εντύπωση, αφού σε ολόκληρο το Όρος η εικόνα είναι ίδια.
4.05 μ.μ. Απόδειπνο και μετά λιτή τράπεζα. Οι καπνιστές, που στο Άγιον όρος είμαστε υπό διωγμό, συγκεντρωνόμασταν, σχεδόν συνωμοτικά στο μπαλκόνι του αρχονταρικίου, όπου ανταλλάσσαμε πληροφορίες και εμπειρίες. Το μεσημέρι, πριν το Απόδειπνο, επωφελήθηκα κάποιου ελεύθερου χρόνου, για ένα μικρό περίπατο πέριξ της μονής. Οι αμυγδαλιές είναι λαμπρά ανθισμένες, παντού τρεχούμενα νερά, που διακλαδίζονται σε αυτοσχέδια, αλλά αποτελεσματικά φρεάτια και δεξαμενές, με τον χαρακτηριστικό συνεχή ήχο του άφθονου νερού, που παφλάζει. Η εικόνα, είναι παραδείσια, με όλα τα ανθισμένα, πολύχρωμα αγριολούλουδα, τα γλυκά κελαηδίσματα των πουλιών, τα έντομα που πετούν ολοτρίγυρα και οι μικρές χρυσοφυλλίδες σαύρες, που ζεσταίνονται πάνω στις θερμές από τον ήλιο πέτρες.
Ο γέροντας π. Γρηγόριος, πάνω από 70 χρόνων, έδειξε διάθεση να συνομιλήσει μαζί μου και με προσκάλεσε στο αρχονταρίκι. Όταν του είπα, καθώς με ρώτησε, ότι είμαι ζωγράφος, ήθελε να μάθει για τα έργα μου. Είχα μαζί μου στον σάκο, ένα άλμπουμ με φωτογραφίες έργων της Αποκάλυψης, μιας και σκέφτηκα ότι θα μπορούσα στην επιστροφή να επισκεφτώ, κάποια γκαλερί της Θεσσαλονίκης. Έτσι, του έδειξα τα έργα μου. Η αντίδραση του, ήταν λίγο πολύ αναμενόμενη, αφού τα έργα αυτά, έχουν μεν θρησκευτικότητα, χωρίς όμως να τους λείπει η κοσμική διατύπωση. Διαφώνησε για τη χρήση του γυμνού σε 2-3 έργα μου, παρόλο που με προσοχή τα είχα κρατήσει μέσα στα όρια της ευπρέπειας. Για αυτόν, επρόκειτο για βλασφημία, που άθελα, μου υπέβαλε, παρόλη την καλή μου προαίρεση, ο εωσφόρος. Εν τούτοις, εξέφρασε το θαυμασμό του για την πλειονότητα των έργων, και την πολύ καλή τεχνική της ζωγραφικής μου. Μου είπε, ότι και ο ίδιος ζωγραφίζει στο κελί του κάποιες αγιογραφίες, πέρα από το διακόνημα της κηπουρικής, που έχει. «Εσύ, έχεις πολύ καλό σχέδιο, ενώ εγώ όχι. Γιατί δεν μένεις εδώ; Ζήτησε την ευλογία να μείνεις λίγες μέρες, για να μου δείξεις κάποια πράγματα στη ζωγραφική και να με βοηθήσεις και στον κήπο- χωράφι», μου είπε. Του απάντησα πως θα το κοιτάξω, αλλά το πρόγραμμά μου, προέβλεπε μία μόνο διανυκτέρευση στο μοναστήρι, έτσι που δεν μπορούσα να του υποσχεθώ τίποτα.
Στις 9.40 μ.μ., έπεσα για ύπνο, αφού πρώτα διάβασα για λίγο τους «Χαιρετισμούς». 2.10 π.μ, ξύπνησα από τους χαρακτηριστικούς χτύπους του τάλαντου, που προσκαλούσε στην ακολουθία του Όρθρου, και πήγα στο καθολικό, σχεδόν μέχρι τις 5 π.μ. Ωραία και κατανυκτικά ήταν. Κοιμήθηκα πάλι μέχρι τις 7.10 π.μ, και έπειτα με τη συντροφιά πέντε ακόμη προσκυνητών, με τους οποίους μοιράστηκα τα ναύλα της διαδρομής προς τις Καρυές, αναχώρησα γύρω στις 7.30 π.μ, με ένα πουλμανάκι-ταξί, που οδηγούσε ένας καλόγερος. Αυτό είναι κάτι, που σε σχέση με ό,τι θυμόμουν πριν από 5 χρόνια, είναι πλέον πολύ συνηθισμένο. Μπορεί, φυσικά, να εξυπηρετεί τη μετακίνηση από μονή σε μονή, αλλά είναι κάπως ενοχλητική η παρουσία τόσων αυτοκινήτων, στους όμορφους και άλλοτε ήσυχους χωματόδρομους του Αγίου Όρους. Ίσως στα επόμενα χρόνια η «εκσυγχρονιστική οπισθοδρόμηση», ασφαλτοστρώσει κιόλας τους δρόμους αυτούς, οπότε η αλλοίωση θα είναι ολοκληρωτική.
Στις 8.30 π.μ, φτάσαμε στις Καρυές και πληρώσαμε από 2000 δρχ, ο καθένας στον καλόγερο ταξιτζή, ποσό οπωσδήποτε υπερβολικό. Προμηθεύτηκα μια φρατζόλα ψωμί και άλλα μικροπράγματα και ήπια καφέ στο καφενείο, έχοντας την ευκαιρία να γράψω λίγες γραμμές στο ημερολόγιο. Από το πρωί, μια πυκνή ομίχλη έχει καλύψει τα πάντα. Από ψηλά η θάλασσα δεν φαίνεται, καθώς μοιάζει να έχει σκεπαστεί με πυκνά σύννεφα. Νιώθεις ότι βρίσκεσαι πάνω από αυτά, ψηλά στον ουρανό.
* Σημ: (Το απόσπασμα είναι από τις ημερολογιακές σημειώσεις μου με τον τίτλο: «ΝΥΧΤΕΡΙΝΑ ΒΙΒΛΙΑ») – Το σχέδιο της μονής με μολύβι είναι του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου.