Ι. Μ. Διονυσίου
Η Ιερά Μονή ∆ιονυσίου γνωστή ως “Νέα Πέτρα” είναι κτισµένη πάνω σε στενό και απόκρηµνο βράχο σε ύψος 80 µέτρων από τη θάλασσα, µεταξύ των µονών Γρηγορίου και Αγίου Παύλου. Κτίτορας της µονής είναι ο όσιος ∆ιονύσιος από την Κορυσό της Καστοριάς, ο οποίος µε πολλές δυσκολίες και κόπους κατόρθωσε να συγκεντρώσει τα απαραίτητα για την ανέγερση του µοναστηριού, στο δεύτερο µισό του 14ου αιώνα. Σ’ αυτή του την προσπάθεια ευγενικός χορηγός στάθηκε ο Αλέξιος Γ΄ Κοµνηνός, αυτοκράτορας της Τραπεζούντας, παρακινούµενος και από τον µητροπολίτη της πόλης Θεοδόσιο που ήταν αυτάδελφος του οσίου. Την πολιτική αυτή της δαψιλής χορηγίας προς τη µονή συνέχισαν οι Παλαιολόγοι και αργότερα πολλοί ηγεµόνες της Μολδοβλαχίας.
Ο πατριάρχης Αντώνιος ∆΄ το 1389 µε σιγιλλιώδες γράµµα ανακηρύσει τη µονή πατριαρχική και κατ’ αυτό τον τρόπο προσδίδει αυτόνοµη οντότητα. Με τη ∆ιονυσίου συνδέεται και η σπουδαία προσωπικότητα του αγίου Νήφωνα, πατριάρχη ΚΠόλεως, ο οποίος στα µέσα του 15ου αιώνα εκάρη µοναχός της και µετά από πολλούς αγώνες επέστρεψε και πάλι στη µονή της µετανοίας του. Στις αρχές του 16ου αιώνα οι Μολδαβοί Ράδουλος και ο διάδοχός του Νεάγκος Βασσαράβας κτίζουν το υδραγωγείο και τον πύργο του µοναστηριού. Το 1539 µια πυρκαγιά, ίσως η µοναδική τόσο ισχυρή στην ιστορία της µονής, αποτέφρωσε ικανό µέρος των κτισµάτων της, που όµως σύντοµα ανακαινίσθηκαν και αναπληρώθηκαν. Τον 16ο και 18ο αιώνα η µονή λόγω οικονοµικών δυσχερειών µετατράπηκε σε ιδιόρρυθµο, αλλά στις αρχές του 19ου αιώνα θα επιστρέψει οριστικά στο κοινοβιακό σύστηµα.
Το Καθολικό της µονής, αφιερωµένο στο Γενέσιο του Τιµίου Προδρόµου, οικοδοµήθηκε µαζί µε τη µονή αλλά µια πυρκαγιά το 1534 το κατέστρεψε. Ο νέος ναός είναι αυτός που ανοικοδοµήθηκε αµέσως µετά τη χρονιά το 1540. Οι τοιχογραφίες του Καθολικού φαίνεται πως έγιναν από τον εκπρόσωπο της Κρητικής σχολής Τζώρτζη περί το 1546. Αξιόλογο είναι το επιχρυσωµένο τέµπλο του ναού και οι τοιχογραφίες της Αποκάλυψης, η αρχαιότερη πλήρης εικαστική έκφραση της Αποκάλυψης στον Ορθόδοξο χώρο.
Στη ∆ιονυσίου βρίσκεται η θαυµατουργή εικόνα της Παναγίας των Χαιρετισµών ή του Ακαθίστου. Στο µoναστήρι υπάγονται 7 Κελλιά και αρκετά Καθίσµατα. Επίσης διαθέτει 8 παρεκκλήσια και 6 εξωκκλήσια. Στη ∆ιονυσίου ανήκει και το µετόχι Μονοξυλίτης, το οποίο στα µέσα του 17ου αιώνα της µετεβιβάσθη από τη Λαύρα. Η ∆ιονυσίου κατέχει την πέµπτη θέση στην ιεραρχία των µονών. Στα κειµήλια της µονής αριθµούνται πολλά λείψανα αγίων, µε πιο σηµαντικά τη δεξιά του τιµίου Προδρόµου και τα τίµια λείψανα του αγίου Νήφωνα. Άλλα σηµαντικά κειµήλια είναι µια ανάγλυφη παράσταση της Σταύρωσης σε ελεφαντοστό, έργο του 10ου αιώνα, κεντητά, σκεύη και άµφια. Στη βιβλιοθήκη της µονής βρίσκονται θυσαυρισµένα 1,100 χειρόγραφα, κάποια από αυτά εικονογραφηµένα, και πανω από 15,000 βιβλία µε πολύτιµα αρχέτυπα και παλαίτυπα. Η µονή ανέδειξε στον αιώνα µας ασκητικές µορφές και λόγιους και σήµερα αριθµεί περί τους 50 µοναχούς.
Ι. Μ. Κουτλουμουσίου
Η Ιερά Μονή Κουτλουµουσίου είναι κτισµένη κοντά στις Καρυές και είναι αφιερωµένη στη Μεταµόρφωση του Σωτήρος. Η ετυµολογία του ονόµατος σχετίζεται πιθανότατα µε δυο φάσεις της ζωής του µοναστηριού. Μονή µε το όνοµα Κουτλουµούσι αναφέρεται ήδη σε έγγραφο του 1169 και θα πρέπει να την ταυτίσουµε µε την σηµερινή. Ωστόσο δεύτερος ιδρυτής της µονής θεωρείται κάποιος Κουτλουµούσης από την εκχριστιανισµένη δυναστεία των Σελτζουκιδών.
Τον 14ο αιώνα το Κουτλουµούσι έζησε δύσκολες στιγµές µε τις ληστρικές επιδροµές των Καταλανών που σφράγισαν µια πορεία αποδυνάµωσης και κάµψης η οποία είχε αρχίσει ήδη από τον12ο αιώνα. Η περίοδο ακµής του µοναστηριού ήρθε µε τη φωτισµένη καθοδήγηση του ηγουµένου Χαρίτωνα από την Ίµβρο το δεύτερο µισό του14ου αιώνα. Ο Χαρίτων εξασφάλισε σηµαντική βοήθεια από τον Ιωάννη Βλαδισλάβο διατηρώντας τα προνόµια των Ελλήνων έναντι των εκεί εγκαταβιούντων Ρουµάνων. Το 1393 το µοναστήρι κατεστάθηκε σταυροπηγιακό. Στις αρχές του 15ου αιώνα Κουτλουµουσιανοί µοναχοί κατοίκησαν και προσάρτησαν την έρηµη µονή του αγίου Αλυπίου. Με πατριαρχικό σιγίλλιο το 1428 η µονή Αλυπίου απορροφήθηκε από το Κουτλουµούσι το οποίο απέκτησε περισσότερη δύναµη.
Την ακµή διαδέχθηκε η παρακµή στην οποία συνέβαλε και η µεγάλη πυρκαγιά του 1497. Το 1767 ακόµη µια πυρκαγιά κατέστρεψε την ανατολική πλευρά της µονής. Η συνδροµή του πατριάρχη Αλεξανδρείας Ματθαίου Γ΄ υπήρξε καθοριστική στην ανακαίνιση της µονής. Τον 19ο αιώνα (1857 και 1870) η φωτιά µε σφοδρότητα έρχεται και πάλι να πλήξει τα κτίρια της µονής. Οι επισκευές τελεσφόρησαν µε τη φιλότιµη προσπάθεια του ηγουµένου Μελετίου. Η τελευταία πυρκαγιά που συνέβη είναι αυτή του 1980, οι ζηµίες της οποίας πρόσφατα αποκαταστάθηκαν.
Το Καθολικό της Κουτλουµουσίου ανάγεται στον 16ο αιώνα και αποτελεί κλασικό δείγµα αγιορειτικής αρχιτεκτονικής, ενώ οι αρχικές αγιογραφίες του έχουν επιζωγραφηθεί. Η φιάλη και το κωδωνοστάσιο είναι έργα του 19ου αιώνα. Στην κατοχή της µονής βρίσκονται 18 Κελλιά και η ωραία σκήτη του Αγίου Παντελεήµονος (1790) µε 22 Καλύβες. Ιδιαίτερης καλλιτεχνικής αξίας είναι το ξυλόγλυπτο τέµπο. Η µονή διαθέτει 7 παρεκκλήσια και ισάριθµα εξωκκλήσια. Στο παρεκκλήσι της Φοβεράς Προστασίας υπάρχει και η οµώνυµη θαυµατουργή εικόνα της Παναγίας. Στη µονή φυλάσσονται πολλά λείψανα αγίων, ιερά άµφια και ενδιαφέρουσες φορητές εικόνες. Στη βιβλιοθήκη στεγάζονται 662 χειρόγραφα και περί τα 3,500 έντυπα βιβλία. Το Κουτλουµούσι κατέχει την έκτη θέση στην ιεραρχία των µονών και όπως όλα τα σηµερινά αθωνικά καθιδρύµατα είναι κοινόβιο. Οι µοναχοί του είναι περίπου 20.
Άποψη της Ιεράς Μονής Διονυσίου
Το κοιμητήριο στην Ιερά Μονή Διονυσίου
Κουτλουμουσίου
Από την Ιερά Μονή Διονυσίου