Μετάνοια σημαίνει «ανανέσωσις του βαπτίσματος, συμφωνία με τον Θεό για μία νέα ζωή, μόνιμος αποκλεισμός κάθε σωματικής παρηγοριάς, σκέψις αυτοκατακρίσεως, αμεριμνησία για όλα τα άλλα και μέριμνα για τη σωτηρία μας, θυγατέρα της ελπίδος και αποκήρυξις της απελπισίας, συμφιλίωσις με τον Κύριον με έργα αρετής, καθαρισμός της συνειδήσεως, θεληματική ταλαιπωρία της κοιλίας (με νηστεία) και κτύπημα της ψυχής με υπερβολική συναίσθησι... μετανοών σημαίνει αγοραστής της ταπεινώσεως, κατάδικος απηλλαγμένος από αισχύνη, επινοητής τιμωριών του εαυτού…».
Κλίμαξ, ο.π., σ. 118-119.
Από το βιβλίο του Αντωνίου Στιβακτάκη, «Γέροντας Αβιμέλεχ ο Αγιορείτης»