~Κατερινούλα έρχονται Χριστούγεννα και θα έρθει ο Άγιος Βασίλης να σου φέρει το δώρο γιατί ήσουν καλό παιδάκι φέτος! Για να στο φέρει θα πρέπει να του γράψουμε ένα γράμμα και να του πεις τι θέλεις!
~Αλήθεια μαμά; Και ότι του ζητήσω θα μου το φέρει όπως πέρσι;
~Ναι Κατερινούλα, όπως πέρσι γιατί ήσουν καλό παιδί!
~Έλα μαμά να σου λέω εγώ και εσύ να του γράφεις!!
«Αγαπητέ μου θεέ…»
~Κατερινούλα στον Άγιο Βασίλη θα γράψουμε το γράμμα, όχι στο θεό.
~Μαμά εγώ όμως θέλω να στείλω ένα γράμμα στο θεό, γιατί ο Άγιος Βασίλης μόνο κούκλες μπορεί να φέρει!
~Καλά αγάπη μου ότι θες!
~Γράφε μαμά!
« Αγαπητέ μου θεέ!
Με λένε Κατερίνα και μένω σε ένα πολύ όμορφο χωριό. Το ξέρεις το χωριό μου; Αν δεν το ξέρεις να έρθεις μια μέρα να σου το δείξω! Είναι πολύ όμορφα εδώ στο χωριό μου και δεν του λείπει τίποτα! Επειδή ήμουν καλό παιδί φέτος θέλω να σου ζητήσω να μου φέρεις για τα Χριστούγεννα χώρο για το χωριό μου. Γιατί δεν χωράμε πια εδώ.»
~Τι ζητάς βρε Κατερινούλα από τον θεό; Δεν σου φτιάξαμε μεγαλύτερο δωμάτιο φέτος;
~Περίμενε μαμά!
« Αγαπητέ μου θεούλη εδώ στο χωριό δεν έχουμε χώρο. Κάθε πρωί που ξυπνάω η μαμά τσακώνεται με τον μπαμπά. Η μαμά μου βάζει γάλα και μου λέει άντε ετοιμάσου θα αργήσουμε στο σχολείο. Μετά πάω στο σχολείο και η δασκάλα μας κάνει μάθημα αλλά δεν χαμογελάει γιατί είναι κουρασμένη. Ο κύριος της γυμναστικής βαριέται και μας αφήνει να παίζουμε μόνοι μας με την μπάλα. Μετά γυρνάω στο σπίτι και η μαμά είναι κουρασμένη από την δουλειά της και δεν χαμογελάει. Όταν γυρνάει και ο μπαμπάς στο σπίτι, τρώμε και λέει ο μπαμπάς στη μαμά «πάλι φακές θα φάμε»; Και η μαμά του λέει δεν έχουμε λεφτά για τίποτα άλλο. Και αυτός τρώει τις φακές, αλλά δεν χαμογελάει. Το απόγευμα με παίρνει ο παππούς να με πάει να παίξω. Εκεί μιλάει με άλλους παππούδες και λέει πως φοβάται ότι θα γίνει πόλεμος. Δεν ξέρω τι είναι πόλεμος αλλά έτσι λέει. Ούτε και οι παππούδες χαμογελάνε θεούλη μου. Μετά η μαμά με πάει στη θεία να παίξω με τα ξαδέρφια μου. Ο ξάδερφός μου είναι στενοχωρημένος γιατί η μαμά του κλαίει συνέχεια που ο μπαμπάς του έφυγε. Εκεί παίζουμε με τα αυτοκινητάκια του και η ξαδέρφη μου που είναι μεγάλη, μας φωνάζει και μας λέει να κάνουμε ησυχία γιατί θέλει να διαβάσει. Ούτε και αυτή χαμογελάει γιατί όλο κάτι γράφει για το σχολείο. Το βράδυ που γυρνάω στο σπίτι ο μπαμπάς και η μαμά πάλι δεν χαμογελάνε γιατί είναι κουρασμένοι. Στην τηλεόραση ο κύριος φωνάζει και λέει ψέματα, μου είπε ένας φίλος μου στο σχολείο, που του το είπε ο μπαμπάς του. Ένα βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ και μίλαγα με τον φίλο μου που κανένας δεν τον βλέπει. Τον ρώτησα γιατί δεν χαμογελάει η μαμά, ο μπαμπάς, ο παππούς, η δασκάλα, η ξαδέρφη μου, ο κύριος στην τηλεόραση και αυτός μου είπε ότι δεν έχουν χώρο. Τον ρώτησα τι είναι αυτό και μου είπε πως στο δικό μας χωριό που είναι τόσο ωραία δεν έχει χώρο για χαμόγελα. Τον ρώτησα γιατί και μου είπε πως το χωριό έχει γεμίσει με κούραση, με στεναχώρια, με ψέματα, με πόλεμο και δεν έχει μείνει χώρος για χαμόγελο. Όμως εγώ καλέ μου θεούλη ξέρω ότι είναι ωραία να χαμογελάμε.
Φέτος τα Χριστούγεννα θεούλη μου δεν θέλω να μου φέρει δώρο ο Άγιος Βασίλης γιατί αυτός μόνο κούκλες μπορεί να φέρνει. Φέτος τα Χριστούγεννα καλέ μου θεούλη θέλω να φέρεις για όλο το χωριό χώρο. Είναι πολύ όμορφο το χωριό μας θεούλη μου, αλλά δεν έχουμε χώρο. Και μην ξεχάσεις να το βάλεις στο δέντρο στην πλατεία του χωριού!
Με αγάπη,
Κατερίνα»
Μαμά να πεις στον ταχυδρόμο ότι αυτό το γράμμα πάει στον ουρανό!
Κριεκούκη Βασιλική