– Γέροντα, πολλοί ανησυχούν. Τι θα γίνη με το ένα τι θα γίνη με το άλλο.
– Κοίταξε να δεις. Τώρα ο Θεός , και να ήθελε να μας αφήσει ,δεν μπορεί.
– Τι εννοείτε, Γέροντα;
– Να, οι γονείς όταν φέρνουν ένα παιδάκι στον κόσμο, όσο αγωνίζονται να το μεγαλώσουν, τόσο περισσότερο το αγαπούν και το πονούν. Έτσι και ο Θεός , μας έφερε στον κόσμο, αγωνίσθηκε κατά κάποιον τρόπο , μας μεγάλωσε, κουράσθηκε να μας κάνη ό,τι μας έκανε.
Τώρα, και να θέλη να μας αφήση, δεν μπορεί , γιατί μας πονάει, αρκεί εμείς να έχουμε λίγο φιλότιμο. Αν έχουμε λίγο φιλότιμο, δεν θα χάσουμε τον Παράδεισο.
– Γέροντα, είπατε ότι ο Καλός Θεός δεν θα μας αφήση…
– Ναι, ο Θεός ποτέ δεν μας αφήνει. Εμείς Τον αφήνουμε. Όταν ο άνθρωπος δεν ζη πνευματικά , δεν δικαιούται την θεία βοήθεια. Όταν όμως ζη πνευματικά και είναι κοντά στο Θεό, την δικαιούται . Τότε, αν συμβή κάτι και πεθάνη, είναι έτοιμος για την άλλη ζωή , οπότε είναι κερδισμένος και σε αυτή τη ζωή και στην άλλη.
Η βοήθεια του θεού δεν εμποδίζεται ούτε από ανθρώπους ούτε από δαίμονες. Δεν είναι τίποτε δύσκολο για τον Θεό ούτε για έναν Άγιο.
Το εμπόδιο σε εμάς τους ανθρώπους είναι η ολιγοπιστία , με την οποία εμποδίζουμε τις μεγάλες δυνάμεις να μας πλησιάσουν. Και ενώ υπάρχει τόσο μεγάλη δύναμη δίπλα μας, εμείς, επειδή υπάρχει μέσα μας σε μεγάλο βαθμό το ανθρώπινο στοιχείο, δεν μπορούμε να καταλάβουμε το θείο , που ξεπερνάει όλου του κόσμου τις ανθρώπινες δυνάμεις, γιατί οι θείες δυνάμεις είναι παντοδύναμες.
Καθόμαστε πολλές φορές άδικα, ώρες ολόκληρες ,για να βρούμε μόνοι μας λύση σε ένα θέμα, χρησιμοποιώντας όλη την απειρία μας. Το κεφάλι μας γίνεται κουδούνι, ο ύπνος δεν μας πιάνει , γιατί μας έχει πιάσει το ταγκαλάκι με επίμονες σκέψεις.
Τελικά βρίσκουμε μια λύση, αλλά μετά ο Θεός μας βρίσκει άλλη, καλύτερη λύση , που δεν την είχαμε σκεφθή εμείς, και μας μένουν ο πονοκέφαλος και τα ξενύχτια. Όσο και αν είναι σωστή η δική μας σκέψη, όταν δεν είναι ο Θεός μπροστά , το κεφάλι κουράζεται και έρχεται πονοκέφαλος ,ενώ η προσευχή με την εμπιστοσύνη στον Θεό ξεκουράζει.
Για αυτό ας αφήνουμε με εμπιστοσύνη στον Θεό τα δυσκολοκατόρθωτα ανθρωπίνως και να μην στηριζώμαστε στις δικές μας ανθρώπινες προσπάθειες , και Εκείνος θα κάνει ό,τι είναι καλύτερο.
Και πάντα για καθετί που σκέφτεσθε να κάνετε, να λέτε « αν θέλη ο Θεός », μην πάθετε κι εσείς ό,τι έπαθε κάποιος μια φορά. Είχε αποφασίσει να πάη στο αμπέλι του για δουλειά. « Αύριο πρωί-πρωί ,λέει στην γυναίκα του , θα πάω στο αμπέλι » .
« Αν θέλη ο Θεός ,θα πας » του λέει εκείνη. « Θέλει – δεν θέλει ο Θεός , λέει εκείνος, εγώ θα πάω » .
Την άλλη μέρα ξεκίνησε νύχτα. Στον δρόμο εν τω μεταξύ πιάνει τέτοιος κατακλυσμός, που αναγκάσθηκε να γυρίσει πίσω. Δεν είχε φέξει ακόμη. Χτυπάει την πόρτα .
« Ποιος είναι; » , ρωτάει η γυναίκα του. « Αν θέλει ο Θεός, λέει εκείνος, ο άνδρας σου είμαι »