ΤΡΑΜΠ: Η παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ελπιδοφόρου στον εορτασμό της 25ης Μαρτίου στον Λευκό Οίκο δεν πέρασε απαρατήρητη.
Του Γιώργου Θεοχάρη – ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Όχι μόνο λόγω της σημασίας του γεγονότος, αλλά και εξαιτίας των υπερβολικών αναφορών του προς τον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Η παραλληλία του κ. Τραμπ με τον Μέγα Κωνσταντίνο δεν ήταν απλώς μία φιλοφρόνηση. Ήταν μια τοποθέτηση που γεννά ερωτήματα για το πώς αντιλαμβάνεται η ηγεσία της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αμερική τον ρόλο της και τα όρια του θρησκευτικού και πολιτικού λόγου.
Ισορροπία ή Πολιτική Υπερβολή;
Το να απονέμονται τιμές σε πολιτικούς ηγέτες είναι κάτι συνηθισμένο στους κόλπους της Εκκλησίας. Ωστόσο, όταν ο Αρχιεπίσκοπος λέει σε έναν πρώην Αμερικανό πρόεδρο ότι του θυμίζει τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο – τον ιδρυτή της Κωνσταντινούπολης και θεμελιωτή της Χριστιανικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας – η δήλωση ξεπερνά τα όρια της τυπικής ευγένειας. Δημιουργεί ένα αφήγημα που μοιάζει περισσότερο με πολιτική κολακεία παρά με ουσιαστική ιστορική αναφορά.
Η Εκκλησία διαθέτει ιστορικό βάρος και πνευματική ευθύνη. Ο Μέγας Κωνσταντίνος αναγνωρίστηκε από την Ορθοδοξία ως Άγιος και Ισαπόστολος όχι μόνο για τις στρατηγικές και πολιτικές του ικανότητες, αλλά και για τη θεμελίωση της χριστιανικής πίστης στην αυτοκρατορία. Ο κ. Τραμπ, όσο αμφιλεγόμενη κι αν υπήρξε η πολιτική του πορεία, δεν έχει κάποια σχέση με αυτή την ιστορική προσωπικότητα πέρα από το γεγονός ότι υπήρξε επικεφαλής ενός ισχυρού κράτους.
Η Λήθη της Ιστορίας
Η εκδήλωση στον Λευκό Οίκο προοριζόταν να τιμήσει την ελληνική επανάσταση του 1821. Να υπενθυμίσει την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό, τις θυσίες των Ελλήνων και τον ρόλο της Ορθοδοξίας στον Αγώνα.
Αντί για αυτό, η κύρια στιγμή που αναδείχθηκε ήταν η απονομή ενός σταυρού ευλογίας στον κ. Τραμπ και η συσχέτισή του με το «εν τούτω νίκα». Η ιστορική βαρύτητα της ημέρας επισκιάστηκε από μία προσωπική φιλοφρόνηση, που θύμιζε περισσότερο πολιτικό ελιγμό παρά ειλικρινή πνευματική αναφορά.
Η Ελληνική Ομογένεια στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει αποδείξει πολλές φορές τη δύναμη και τη σημασία της. Με πρωτοβουλίες όπως η στήριξη των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων (Αρχιεπισκοπή Αμερικής), οι αγώνες για την αναγνώριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και η διατήρηση της πολιτιστικής ταυτότητας, ο ρόλος της είναι κομβικός.
Ωστόσο, τέτοιες δηλώσεις υπονομεύουν τον θεσμικό ρόλο της Εκκλησίας, καθώς την καθιστούν μέρος μιας πολιτικής στρατηγικής αντί να την εδραιώνουν ως πνευματικό οδηγό.
Ουδεμία σχέση έχει ο Τραμπ με τον Μέγα Κωνσταντίνο
Ουδεμία σχέση έχει ο Μέγας Κωνσταντίνος με τον Ντόναλντ Τραμπ, όσο κι αν επιχειρήθηκε ένας τέτοιος παραλληλισμός. Ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν ο θεμελιωτής της Χριστιανικής Αυτοκρατορίας, ο ηγέτης που ένωσε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και έθεσε τις βάσεις για τη διάδοση της Ορθοδοξίας, εκδίδοντας το Διάταγμα των Μεδιολάνων που καθιέρωσε την ανεξιθρησκία.
Αντίθετα, ο Τραμπ είναι ένας σύγχρονος πολιτικός με έντονα διχαστική παρουσία, ο οποίος δεν συνδέεται με καμία πνευματική αναγέννηση ή μεταρρύθμιση παρόμοιας κλίμακας. Ο Κωνσταντίνος μεταμόρφωσε την ιστορία, ενώ ο Τραμπ επικρίθηκε για πολιτικές που δίχασαν την αμερικανική κοινωνία. Η ιστορική σύγκριση μεταξύ τους δεν έχει καμία λογική βάση. Το να αποδίδονται αυτοκρατορικές ή σχεδόν αγιογραφικές ιδιότητες σε σύγχρονους πολιτικούς μόνο ως υπερβολή μπορεί να εκληφθεί και υποβαθμίζει το βάρος της Ιστορίας.
Ο Ρόλος της Εκκλησίας στην Πολιτική
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ηγεσία της Εκκλησίας εμπλέκεται με την πολιτική. Από τις σχέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου με διεθνείς ηγέτες, μέχρι τις τοποθετήσεις τοπικών εκκλησιαστικών αρχών για κοινωνικά ζητήματα, υπάρχει μια λεπτή γραμμή που διαχωρίζει τη θεολογική καθοδήγηση από την πολιτική τοποθέτηση. Η εκκλησία οφείλει να στέκεται δίπλα στους πιστούς, να προάγει την πνευματικότητα και τις αξίες της Ορθοδοξίας και όχι να γίνεται μέσο πολιτικής επιρροής.
Αν η Εκκλησία επιθυμεί να διατηρήσει την αξιοπιστία της στα μάτια των πιστών, πρέπει να εστιάσει σε ουσιαστικές πρωτοβουλίες, όπως η ενίσχυση των ελληνικών κοινοτήτων (Σύλλογος Ελλήνων Ομογενών) και η διατήρηση της ελληνικής παιδείας και γλώσσας στις ΗΠΑ (Ελληνικά Σχολεία). Οι υπερβολικές δηλώσεις και οι φιλοφρονήσεις σε πολιτικά πρόσωπα μπορεί να αποφέρουν προσωρινά επικοινωνιακά οφέλη, αλλά μακροπρόθεσμα υπονομεύουν το κύρος του εκκλησιαστικού λόγου.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος είναι μία ηγετική προσωπικότητα με επιρροή. Ωστόσο, η δύναμη του λόγου πρέπει να χρησιμοποιείται με σύνεση. Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αμερική έχει την ευθύνη να διατηρεί την ισορροπία ανάμεσα στην πνευματική της αποστολή και την πολιτική πραγματικότητα. Ο ρόλος της δεν είναι να απονέμει τίτλους «Αυτοκράτορα» σε πολιτικούς, αλλά να λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ πίστης, παράδοσης και ελληνικού πολιτισμού.
Ας ελπίσουμε ότι στο μέλλον, οι εκδηλώσεις για την ελληνική ανεξαρτησία θα εστιάζουν λιγότερο στις προσωποκεντρικές φιλοφρονήσεις και περισσότερο στην ιστορική μνήμη, τον αγώνα για την ελευθερία και την αληθινή κληρονομιά του 1821.