ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ: Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος συναντήθηκε το μεσημέρι με τον Επιτετραμμένο της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας στην Ελλάδα, κ. Firas Al Rashidi.
Επιμέλεια –ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Η συνάντηση επικεντρώθηκε στις διμερείς σχέσεις Ελλάδας και Συρίας, αλλά και στις εξελίξεις που διαμορφώνονται μετά τις αλλαγές στη Συρία.
Ο κ. Al Rashidi ευχαρίστησε τον Αρχιεπίσκοπο για τη θερμή υποδοχή και αναφέρθηκε στις προοπτικές ανάπτυξης που ανοίγονται για τη χώρα του. Υπογράμμισε ότι η Συρία επιδιώκει να εισέλθει σε μία περίοδο ειρηνικής ανάπτυξης, με στόχο την ανάκτηση της παλιάς της αίγλης.
Ο κ. Ιερώνυμος στάθηκε ιδιαίτερα στη διαχρονική παρουσία του χριστιανισμού στη Συρία και τόνισε την ανάγκη προστασίας των θρησκευτικών κοινοτήτων. Επεσήμανε ότι οι στενές σχέσεις με τον Πατριάρχη Αντιοχείας και άλλους εκκλησιαστικούς ηγέτες της περιοχής παραμένουν σταθερές, ενώ εξέφρασε την ελπίδα για μία περίοδο ειρηνικής συνύπαρξης.
Επισκέψεις από την Κύπρο και τοπικούς αξιωματούχους
Νωρίτερα, ο Αρχιεπίσκοπος συναντήθηκε με τον Υφυπουργό Εξωτερικών, Γεώργιο Κώτσηρα, και ακολούθως με τον πρώην Δήμαρχο Αθηναίων, Κώστα Μπακογιάννη.
Το μεσημέρι, ο Αρχιεπίσκοπος υποδέχθηκε την Ελένη Φωκά, γνωστή για την εκπαιδευτική δράση της στο Ριζοκάρπασο μετά την τουρκική εισβολή. Η κ. Φωκά συνοδευόταν από την πρόξενο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Χριστίνα-Στέλλα Ζίγκα, και τον Μορφωτικό Σύμβουλο, Λουκά Ξενοφώντος. Η αντιπροσωπεία παρέδωσε στον Αρχιεπίσκοπο δύο βιβλία: το πρώτο αναφέρεται στη ζωή της Ελένης Φωκά, ενώ το δεύτερο αφορά την ιστορία της Χαρίτας Μάντολες.
Ο Αρχιεπίσκοπος εξήρε το έργο της κ. Φωκά και σημείωσε ότι η πορεία της αποτελεί ζωντανό παράδειγμα αφοσίωσης και προσφοράς. Τα βιβλία, όπως τόνισε, διαφυλάσσουν σημαντικές πτυχές της κυπριακής ιστορίας και αναδεικνύουν το πνεύμα αντίστασης και αλληλεγγύης του λαού της Κύπρου.
Συνάντηση με τον Μητροπολίτη της Αρμενικής Εκκλησίας
Λίγο αργότερα, ο κ. Ιερώνυμος συναντήθηκε με τον Μητροπολίτη της Αγίας Αρμενικής Ορθόδοξης Αποστολικής Εκκλησίας, Χορέν Αρακελιάν. Η συνάντηση είχε χαρακτήρα αμοιβαίας ενημέρωσης, ενώ συζητήθηκαν θέματα συνεργασίας και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι χριστιανικές κοινότητες.
Οι διαδοχικές συναντήσεις ανέδειξαν τη σημασία της επικοινωνίας και της συνεργασίας μεταξύ εκκλησιαστικών, διπλωματικών και πολιτικών παραγόντων, υπογραμμίζοντας τον διαμεσολαβητικό ρόλο της Εκκλησίας σε θέματα κοινωνικής και διεθνούς σημασίας.