Άγιος Παΐσιος: Και όταν βγήκαμε έξω, τού λέω: “Γέροντα πες μας κάτι να ωφεληθούμε”
Μου λέει: ” Να κάνετε πολλές μετάνοιες, πολλές, πολλές, είστε νέα παιδία, να κάνετε πολλές μετάνοιες” και με κτύπησε στην πλάτη.
Μόλις έγινε αυτό ευωδίασε όλος ο τόπος. Η ευωδία έβγαινε από τον Γέροντα και ευωδίασε όλος ο τόπος, τα βουνά, τα δέντρα, ο αέρας, οι πέτρες, τα χωράφια, τα χόρτα , τα πάντα ευωδίασαν. Τον κοίταξα έτσι με μια απορία, έτσι να του πω: “Τι είναι αυτό που συμβαίνει;” και μας λέει” Πάτε, πάτε τωρα, πάτε” και μας έβγαλε έξω, κλείδωσε το καγκέλι και μπήκε βιαστικά στο καλυβάκι.
Με τον συμφοιτητή μου αρχίσαμε να τρέχουμε. Και εγώ ήμουν και χοντρός και ασυνήθιστος κι έλεγα: ” Ρε γιατί τρέχουμε;” Μου λέει “Δεν ξέρω”. Τρέχαμε σαν τους παλαβούς. Είχαμε τέτοια ενέργεια μέσα μας
που φτάσαμε στο Μπουραζέρι τρέχοντας.