Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΣΑΜΑΡΑΣ-Η διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά από τη Νέα Δημοκρατία το 2024 προκάλεσε αντιδράσεις τόσο στο πολιτικό σκηνικό όσο και στους κύκλους της Εκκλησίας.
Του Γιώργου Θεοχάρη- ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ο πρώην Πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος της ΝΔ, που υπηρέτησε σε κορυφαίες θέσεις για χρόνια, θεωρούνταν ένα πρόσωπο με ιδιαίτερη επιρροή στην ελληνική πολιτική ζωή και είχε αναπτύξει στενές σχέσεις με την Εκκλησία και το Αγιον Ορος που είχε επισκεφθεί ως πρωθυπουργός .
Η διαγραφή του, επομένως, δεν πέρασε απαρατήρητη από τους εκκλησιαστικούς κύκλους, οι οποίοι παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον τις πολιτικές εξελίξεις και τη θέση του Σαμαρά σε σχέση με τα ζητήματα της Εκκλησίας και της πολιτικής.
Ο Σαμαράς, κατά τη διάρκεια της πολιτικής του καριέρας, είχε διαμορφώσει μια στενή σχέση με την Ορθόδοξη Εκκλησία και τους Αγιορείτες, η οποία υπήρξε για αυτόν πολιτικό και ηθικό στήριγμα σε πολλές στιγμές της σταδιοδρομίας του. Από την εποχή που ήταν Πρωθυπουργός, είχε επισημανθεί η διαρκής του προσπάθεια να καλλιεργήσει έναν θετικό διάλογο με την Εκκλησία, προωθώντας νομοθετικά μέτρα που ευνοούσαν τη θρησκευτική ελευθερία και την ενίσχυση των σχέσεων Εκκλησίας-Κράτους. Η εκκλησιαστική ηγεσία είχε συχνά εκφράσει τη στήριξή της στον Σαμαρά, εκτιμώντας τον για τις θέσεις του υπέρ της πίστης και της παράδοσης.
Ωστόσο, η διαγραφή του από τη Νέα Δημοκρατία ήρθε σε μια περίοδο που οι σχέσεις του Σαμαρά με την ηγεσία του κόμματος είχαν αρχίσει να κλονίζονται. Ο Σαμαράς είχε εκφράσει δημόσια τη διαφωνία του με ορισμένες πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης, ενώ τοποθετήθηκε και για το ζήτημα των σχέσεων Εκκλησίας-Κράτους. Η θέση του αυτή, ειδικά όταν αφορούσε την ανεξαρτησία της Εκκλησίας και την αντίθεσή του στις προτάσεις για περαιτέρω διαχωρισμό της Εκκλησίας από το Κράτος, τον είχε φέρει σε ρήξη με τα ηγετικά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι επιθυμούσαν μια πιο εκσυγχρονιστική προσέγγιση. Αυτό είχε δημιουργήσει ένα κλίμα έντασης, το οποίο εντάθηκε με την ενδεχόμενη υποστήριξη του Σαμαρά προς την αντίπαλη πολιτική φωνή εντός της Νέας Δημοκρατίας.
Για την Εκκλησία, η διαγραφή του Σαμαρά ήταν ένα γεγονός που δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο. Στην Εκκλησία, πολλοί εκτιμούσαν την στήριξη που είχε προσφέρει στο θρησκευτικό αίσθημα του λαού και στην παραδοσιακή αξία της Ορθοδοξίας κατά την διάρκεια της πολιτικής του πορείας. Ο Σαμαράς είχε θεωρηθεί ως ένας πολιτικός που υπερασπιζόταν τις θεμελιώδεις αξίες του ελληνισμού, συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών. Παρόλο που ορισμένα μέλη της Εκκλησίας είχαν εκφράσει τις ανησυχίες τους για ορισμένες επιλογές του, κυρίως γύρω από τη διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και τις εξωτερικές πολιτικές, οι περισσότεροι εκκλησιαστικοί κύκλοι είχαν μια θετική στάση απέναντί του, αναγνωρίζοντας τη σημασία της σχέσης Εκκλησίας-Κράτους στην πολιτική του ατζέντα.
Η αντίδραση της Εκκλησίας στη διαγραφή ήταν μικτή. Από τη μία πλευρά, κάποιοι εκκλησιαστικοί παράγοντες υποστήριξαν ότι η διαγραφή αυτή θα μπορούσε να έχει αρνητικές συνέπειες για τις σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους, καθώς ο Σαμαράς είχε δείξει πάντα μια ισχυρή θέση υπέρ της προστασίας των θρησκευτικών δικαιωμάτων και της ενίσχυσης της Εκκλησίας. Ορισμένοι εκκλησιαστικοί ηγέτες εκφράστηκαν απογοητευμένοι από το γεγονός ότι η πολιτική ζωή του Σαμαρά πλέον δεν είναι ενταγμένη στον πολιτικό κορμό του κόμματος που είχε αναδείξει και στήριζε επί χρόνια. Από την άλλη πλευρά, κάποιοι εκκλησιαστικοί παράγοντες θεωρούσαν ότι η απομάκρυνση του Σαμαρά από την πολιτική σκηνή δεν θα είχε σημαντική επίπτωση, καθώς ο πολιτικός λόγος γύρω από την Εκκλησία είχε πλέον διαφοροποιηθεί και πολλοί πίστευαν ότι το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας θα συνέχιζε να διατηρεί θετική στάση προς την Εκκλησία, ακόμη και χωρίς τον Σαμαρά στο προσκήνιο.
Η διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά αποτέλεσε, έτσι, μια στιγμή πολιτικής και εκκλησιαστικής καμπής, που ενίσχυσε τις αμφιβολίες για τις μελλοντικές εξελίξεις στις σχέσεις Εκκλησίας και Κράτους στην Ελλάδα. Παρά τις διαφωνίες και τις εντάσεις, η Εκκλησία παρέμεινε προσηλωμένη στην υπεράσπιση των αξιών της και συνεχίζει να επηρεάζει τις πολιτικές εξελίξεις με τον δικό της τρόπο.
Η αναδημοσίευση επιτρέπεται μόνο εάν προσθέσετε ενεργό σύνδεσμο στη πηγή του άρθρου