Άγιος Ιγνάτιος Brianchaninov, Επίσκοπος Καυκάσου και Μαύρης Θάλασσας.
ΑΓΙΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΣ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ – Τι μπορεί να είναι πιο υπέροχο και πιο ευχάριστο από την αγάπη προς τον πλησίον;
Το να αγαπά κανείς είναι μακαριότητα, το να μισεί είναι βασανιστήριο.
Όλος ο νόμος και οι προφήτες συνοψίζονται στην αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον(1).
Η αγάπη προς τον πλησίον είναι το μονοπάτι που οδηγεί στην αγάπη προς τον Θεό, γιατί ο Χριστός, ο αληθινός Θεός (2), ευδόκησε να ντυθεί μυστικά τον κάθε πλησίον μας.
Μη νομίζεις, αγαπητέ μου αδελφέ, πως η αγάπη προς τον πλησίον μας είναι μέσα ή έστω κοντά στην πεσμένη καρδιά μας. Γιατί η εντολή της αγάπης είναι εντολή πνευματική, ενώ η καρδιά μας είναι σαρκική. Η εντολή είναι νέα, ενώ η καρδιά μας είναι παλαιά.
Με την πτώση των προπατόρων μας στην παρακοή και την αμαρτία, η φυσική μας αγάπη αλλοιώθηκε ανεπανόρθωτα. Πρέπει, λοιπόν, να τη νεκρώσουμε –έτσι μας προστάζει ο Χριστός– και να αντλήσουμε από το Ευαγγέλιο τη θεία αγάπη προς τον πλησίον, την αγάπη «εν Χριστώ».
Όλα τα χαρακτηριστικά του νέου ανθρώπου, του αναγεννημένου από τον Χριστό, πρέπει να είναι νέα, καινούρια. Κανένα από τα παλαιά χαρακτηριστικά του δεν του ταιριάζει πιά.
Μπροστά στο Ευαγγέλιο δεν έχει καμιάν αξία η αγάπη η ανθρώπινη, η εμπαθής, η εγωιστική, η αισθησιακή, η σαρκική. Και ποιάν αξία μπορεί να έχει, όταν, πάνω σε μιάν έξαρση ρηχού ζήλου, υπόσχεται να θυσιαστεί για τον Κύριο, και έπειτα από μερικές μόνο ώρες, όταν ο φόβος νικά τον ζήλο, ορκίζεται ότι δεν Τον γνωρίζει (3);
Το Ευαγγέλιο απορρίπτει την αγάπη του αίματος και της σαρκικής καρδιάς. Μας λέει: «Μη νομίσετε πως ήρθα για να επιβάλω αναγκαστική ομόνοια μεταξύ των ανθρώπων. Δεν ήλθα να φέρω τέτοιαν ομόνοια αλλά διαίρεση. Πράγματι, ο ερχομός μου έφερε τον διχασμό του ανθρώπου με τον πατέρα του, της θυγατέρας με τη μητέρα της, της νύφης με την πεθερά της. Κι έτσι εχθροί του ανθρώπου είναι οι δικοί του» (4).
Η πτώση υποδούλωσε την καρδιά στη σάρκα, στο αίμα, στον κοσμοκράτορα. Το Ευαγγέλιο ελευθερώνει την καρδιά απ’ αυτή τη δουλεία και τη φέρνει κάτω από τη χειραγωγία του Αγίου Πνεύματος.
Το Άγιο Πνεύμα μας διδάσκει να αγαπάμε τον πλησίον μας.
Η αγάπη που τρέφεται και συντηρείται από το Άγιο Πνεύμα, είναι φωτιά. Μ’ αυτή τη φωτιά καταστέλλεται η φωτιά της φυσικής και σαρκικής αγάπης. «Ο πόθος του Θεού σβήνει τον πόθο των γονέων», γράφει ο όσιος Ιωάννης ο Σιναίτης. «Κι αυτός που ισχυρίζεται ότι έχει και τους δύο πόθους, απατά τον εαυτό του» (5).
Σε τι κατάπτωση βρίσκεται η φύση μας! Εκείνος που είναι κατά φύση ικανός να αγαπά ολόθερμα τον πλησίον, πρέπει να ασκήσει βία στον εαυτό του, για να τον αγαπήσει όπως θέλει το Ευαγγέλιο.
Η φλογερή φυσική αγάπη εύκολα μεταβάλλεται σε απέχθεια, σε αδιάλλακτο μίσος (6).
Πόσο πληγωμένη είναι η φυσική μας αγάπη! Πόσο βαριά είναι η πληγή της εμπάθειας που έχει πάνω της! Η καρδιά, όταν κυριευθεί από την εμπάθεια, είναι ικανή για κάθε αδικία, για κάθε ανομία, φτάνει να ικανοποιήσει την αρρωστημένη αγάπη της.
«Τις ζυγαριές που κλέβουν τις μισεί ο Κύριος, ενώ το ζύγι το σωστό Του είναι ευπρόσδεκτο»(7).
Η φυσική, η σαρκική αγάπη δίνει στο αγαπημένο της πρόσωπο καθετί το γήινο, για οτιδήποτε ουράνιο ούτε που σκέφτεται. Απεναντίας, μάλιστα, εναντιώνεται στον ουρανό και στο Πνεύμα το Άγιο, γιατί Αυτό ζητάει σταύρωση της σάρκας· εναντιώνεται στον ουρανό και στο Πνεύμα το Άγιο, γιατί κατευθύνεται από το πνεύμα το πονηρό, το πνεύμα το ακάθαρτο και ολέθριο.
Ας πιάσουμε το Ευαγγέλιο, αδελφέ μου, και ας κοιταχθούμε σ’ αυτό σαν σε καθρέφτη. Ας κοιταχθούμε και ας πετάξουμε από πάνω μας τα παλιά ενδύματα, με τα οποία ντυθήκαμε λόγω της πτώσεώς μας. Ας στολιστούμε με το καινούριο ένδυμα που μας ετοιμάστηκε από τον Θεό. Ο Χριστός είναι το καινούριο ένδυμά μας. Γιατί, όπως μας λέει ο απόστολος, «όσοι βαπτιστήκατε στο όνομα του Χριστού, ντυθήκατε τον Χριστό» (8). Αλλά και το Πνεύμα το Άγιο, ο Παράκλητος, είναι το καινούριο ένδυμά μας. «Θα ντυθείτε με δύναμη που θα σας έρθει από τον ουρανό (με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος)», είπε ο Κύριος (9).
Οι χριστιανοί ντύνονται τις ιδιότητες του Χριστού με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Κάθε χριστιανός μπορεί να φορέσει αυτό το ένδυμα. «Ντυθείτε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και μην αφήνετε τον αμαρτωλό εαυτό σας να σας παρασύρει στην ικανοποίηση των επιθυμιών σας», λέει ο απόστολος (10).
Πρώτα-πρώτα, με τη χειραγώγηση του Ευαγγελίου, πέταξε από πάνω σου την έχθρα, τη μνησικακία, την οργή, την κατάκριση και όλα, γενικά, όσα έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την αγάπη. Το Ευαγγέλιο μας προτρέπει να προσευχόμαστε για τους εχθρούς μας, να δίνουμε ευχές σ’ αυτούς που μας μισούν, να συγχωρούμε αυτούς που μας αδικούν (11). Εσύ, που θέλεις ν’ ακολουθήσεις τον Χριστό, αγωνίσου να εφαρμόζεις όλες αυτές τις εντολές. Δεν φτάνει, βλέπεις, να θαυμάζεις τη σοφία και ανωτερότητα των εντολών του. Δυστυχώς, όμως, πολλοί αρκούνται σ’ αυτό.
Όταν αρχίσεις να εφαρμόζεις τις ευαγγελικές εντολές, πεισματικά θα εναντιωθούν στην προσπάθειά σου τα αφεντικά της καρδιάς σου. Και αυτά είναι, πρώτον, η σαρκική σου κατάσταση, κατάσταση στην οποία είσαι υποταγμένος, και δεύτερον, τα πονηρά πνεύματα, οι δαίμονες, που κυριαρχούν στη σαρκική κατάσταση του ανθρώπου.
Η σοφία σου η ανθρώπινη, το δικαίωμά σου το εγωιστικό και τα δικαιώματα που τα πονηρά πνεύματα έχουν αποκτήσει επάνω σου, θα απαιτήσουν από σένα να μην επιτρέψεις τη μείωση της «τιμής» σου και των άλλων σαρκικών προτερημάτων σου, αλλά να τα υπερασπιστείς. Εσύ, όμως, υπόμεινε με ανδρεία τον αόρατο πόλεμό τους, χωρίς να υποχωρείς, με την καθοδήγηση του Ευαγγελίου, με την καθοδήγηση του ίδιου του Κυρίου. Για την εκπλήρωση των ευαγγελικών εντολών θυσίασέ τα όλα. Χωρίς θυσία, δεν θα μπορέσεις να τις τηρήσεις. Ο Κύριος είπε στους μαθητές Του: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του» (12).
Όταν είναι μαζί σου ο Κύριος, να πιστεύεις στη νίκη. Δεν μπορεί παρά να είναι Αυτός ο νικητής. Ζήτα Του τη νίκη, ζήτα την ακατάπαυστα με προσευχή και δάκρυα. Έτσι, κάποια στιγμή, αναπάντεχα θα ενεργήσει η χάρη στην καρδιά σου. Ξάφνου θα νιώσεις τη γλυκύτητα και την τέρψη της πνευματικής αγάπης προς τους εχθρούς.
Έχεις πολύν αγώνα ακόμα! Πρέπει να καλλιεργήσεις μέσα σου γενναίο φρόνημα. Ρίξε μια ματιά στα αντικείμενα της αγάπης σου. Σου αρέσουν πολύ; Είσαι πολύ δεμένος μαζί τους; Απαρνήσου τα!
Αυτή την απάρνηση ζητάει από σένα ο Κύριος, ο νομοθέτης της αγάπης, όχι για να σου στερήσει την αγάπη και τα πρόσωπα που αγαπάς, αλλά για ν’ αρνηθείς τη σαρκική αγάπη, που έχει μολυνθεί από την αμαρτία, και να γίνεις ικανός να δεχθείς την πνευματική αγάπη, την καθαρή και αγία, που αποτελεί την υπέρτατη μακαριότητα. Όποιος αποκτά την πνευματική αγάπη, με απέχθεια αντικρίζει πιά τη σαρκική σαν μια καρικατούρα αγάπης.
Πως θ’ αρνηθείς, όμως, τα αντικείμενα της αγάπης σου, που έχουν ριζώσει στην καρδιά σου; Πες γι’ αυτά στον Θεό: “Δικά Σου είναι, Κύριε. Κι εγώ τι είμαι; Ένα αδύναμο πλάσμα ολότελα ασήμαντο. Σήμερα πατώ ακόμα πάνω στη γη και είμαι ίσως λίγο χρήσιμος στα αγαπημένα μου πρόσωπα. Αύριο, όμως, μπορεί να φύγω από τη γη, και τότε δεν θα είμαι πιά τίποτα γι’ αυτούς. Είτε το θέλω είτε όχι, έρχεται ο θάνατος, έρχονται διάφορες βιοτικές περιστάσεις και αναγκαστικά με χωρίζουν απ’ αυτούς που θεωρούσα δικούς μου, μα ήδη δεν είναι δικοί μου. Ουσιαστικά ποτέ δεν ήταν δικοί μου. Υπήρχε μόνο κάποια σχέση ανάμεσά μας. Απ’ αυτή τη σχέση γελάστηκα και τους είχα σαν δικούς μου. Αν ήταν πραγματικά δικοί μου, θα μου ανήκαν για πάντα. Όλα τα πλάσματα ανήκουν στον Πλάστη, τον Θεό και Δεσπότη τους. Ο,τι λοιπόν, είναι δικό Σου, Κύριε, Σου επιστρέφω. Μάταια το οικειοποιήθηκα. Έκανα λάθος”.
Γι’ αυτούς που αγαπάς, πιο ασφαλές είναι ν’ ανήκουν στον Θεό. Ο Θεός είναι αιώνιος, παντοδύναμος, πανάγαθος, «πανταχού παρών». Σ’ όποιον γίνεται δικός Του, είναι ο πιο πιστός βοηθός και ο πιο βέβαιος προστάτης.
Ο Θεός δίνει στον άνθρωπο τους δικούς Του. Και γίνονται στον άνθρωπο οι άνθρωποι «δικοί του», πρόσκαιρα ως προς τη σάρκα και αιώνια ως προς το πνεύμα, όταν ο Θεός ευδοκήσει να του τους δώσει ως δώρο.
Η αληθινή αγάπη προς τον πλησίον είναι θεμελιωμένη πάνω στην πίστη στον Θεό, είναι αγάπη «εν τω Θεώ». Ο Σωτήρας του κόσμου παρακαλούσε τον Πατέρα Του: «Να είναι όλοι (οι πιστοί) ένα, όπως Εσύ, Πατέρα, είσαι ενωμένος μ’ εμένα κι εγώ μ’ Εσένα· να είναι κι αυτοί ενωμένοι μ’ εμάς» (13).
Η ταπεινοφροσύνη και η αφοσίωση στον Θεό θανατώνουν τη σαρκική αγάπη, η οποία ζει μέσω της υπερηφάνειας και της απιστίας.
Ο,τι ωφέλιμο και ο,τι επιτρεπτό από τον θείο νόμο μπορείς να κάνεις στα αγαπημένα σου πρόσωπα, κάνε το, αλλά πάντα να τα αναθέτεις στον Θεό. Έτσι, σιγά-σιγά, η τυφλή και αλόγιστη σαρκική αγάπη σου θα μετατραπεί σε πνευματική, διακριτική, αγία.
Αν η αγάπη σου είναι εμπαθής και αντίθετη στον νόμο του Θεού, απόρριψέ την σαν σίχαμα. Δεν είναι απελευθερωμένη η καρδιά σου; Είσαι εμπαθής. Είναι αιχμάλωτη η καρδιά σου; Έχεις μέσα σου πάθος άλογο και αμαρτωλό. Η αγία αγάπη είναι ελεύθερη, καθαρή, όλη «εν τω Θεώ». Είναι ενέργεια του αγίου Πνεύματος, που ενεργεί στην καρδιά ανάλογα με την καθαρότητά της.
Διώξε μακριά σου την έχθρα, βγάλε από μέσα σου την εμπάθεια, απαρνήσου τη σαρκική αγάπη, απόκτησε την αγάπη την πνευματική. «Φύγε μακριά από το κακό και κάνε το καλό» (14).
Να τιμάς τον πλησίον σου σαν εικόνα του Θεού, αλλά να τον τιμάς μέσα στην ψυχή σου, αόρατα στους άλλους, φανερά μόνο στη συνείδησή σου. Η απόδοση τιμής ας είναι μυστική αλλά και ειλικρινής, ας ανταποκρίνεται δηλαδή στην πραγματική ψυχική σου διάθεση.
Να τιμάς τον πλησίον σου ανεξάρτητα από την ηλικία, το φύλο ή την κοινωνική του θέση, και σιγά-σιγά θ’ αρχίσει να εμφανίζεται μέσα στην καρδιά σου η αγάπη. Αιτία αυτής της αγάπης δεν είναι η σάρκα και το αίμα ούτε η κίνηση των αισθημάτων, αλλά ο Θεός.
Όσοι στερούνται ή θα στερηθούν τη δόξα τ’ ουρανού, δεν είναι πάντως στερημένοι της άλλης δόξας, εκείνης που πήρε ο άνθρωπος όταν πλάστηκε από τον Δημιουργό. Όλοι είμαστε εικόνες του Θεού. Κι αν ακόμα, λοιπόν, η εικόνα του Θεού ριχθεί στις φλόγες του φοβερού άδη, εγώ οφείλω να την τιμώ. Τι με νοιάζουν οι φλόγες και ο άδης;! Εκεί ρίχτηκε η εικόνα του Θεού σύμφωνα με τη δικαιοκρισία Εκείνου. Το δικό μου καθήκον είναι να διατηρήσω τον σεβασμό μου προς τη θεική εικόνα και μ’ αυτόν τον τρόπο να γλιτώσω τον εαυτό μου από τον άδη.
Και στον τυφλό και στον λεπρό και στον βλαμμένο και στον εγκληματία και στον ειδωλολάτρη και στο βρέφος να αποδίδεις την τιμή που πρέπει σε εικόνες του Θεού. Τι δουλειά έχεις με τις αδυναμίες τους και τα ελαττώματά τους; Να παρακολουθείς άγρυπνα τον εαυτό σου, για να μη γίνει ελλειπτική η αγάπη σου.
Τιμώντας τον χριστιανό, τιμάς τον Χριστό, ο οποίος, για να μας νουθετήσει, είπε αυτό που θα μας πεί και στην τελική Κρίση: «Αφού κάνατε το καλό σ’ έναν από τους άσημους τούτους αδελφούς μου, σ’ εμένα το κάνατε» (15). Κράτησε στη μνήμη σου αυτά τα ευαγγελικά λόγια, και θα γίνεις ζηλωτής της αγάπης προς τον πλησίον. Ο ζηλωτής της αγάπης προς τον πλησίον πλησιάζει μ’ αυτή την αγάπη τον Θεό.
Αν νομίζεις ότι αγαπάς τον Θεό, και μέσα στην καρδιά σου υπάρχει κακή διάθεση για έναν έστω άνθρωπο, τότε βρίσκεσαι σε μεγάλη πλάνη. «Αν κάποιος πεί», γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, «“αγαπώ τον Θεό”, μισεί όμως τον αδελφό του, είναι ψεύτης… Αυτή την εντολή μας έδωσε ο Χριστός: Όποιος αγαπά τον Θεό, πρέπει ν’ αγαπά και τον αδελφό του» (16).
Η πνευματική αγάπη προς τον πλησίον είναι γνώρισμα ψυχής αναγεννημένης από το Άγιο Πνεύμα. «Εμείς ξέρουμε», γράφει ο ίδιος απόστολος, «πως από τον θάνατο έχουμε περάσει στη ζωή· κι αυτό το ξέρουμε επειδή αγαπάμε τους αδελφούς μας· αυτός που δεν αγαπά τον αδελφό του, παραμένει στον θάνατο» (17).
Η τελειότητα του χριστιανισμού βρίσκεται στην τελειότητα της αγάπης προς τον πλησίον. Η τέλεια αγάπη προς τον πλησίον βρίσκεται στην αγάπη προς τον Θεό, στην οποία δεν υπάρχει τελειότητα, δεν υπάρχει τέλος. Ατέλειωτη είναι η πρόοδος στην αγάπη προς τον Θεό, γιατί αγάπη είναι ο άναρχος Θεός.
Ζήτα, αγαπητέ μου αδελφέ, να ανοιχθεί μέσα σου η πνευματική αγάπη προς τον πλησίον. Μπαίνοντας σ’ αυτήν, θα μπείς στον άπειρο χώρο της αγάπης του Θεού· θα περάσεις τις πύλες της αναστάσεως, τις πύλες της βασιλείας των ουρανών. Αμήν.
____________
1 Ματθ. 22:40. 2 Α΄ Ιω. 5:20. 3 Βλ. Ματθ. 26:35, 72-74. 4 Ματθ. 10:34-36. 5 Ο.π. Γ΄, 21. 6 Βλ. Β΄ Βασ.13:15. 7 Παροιμ. 11:1. 8 Γαλ. 3:27. 9 Λουκ. 24:49. 10 Ρωμ. 13:14. 11 Βλ. Ματθ. 5:44. 12 Ματθ. 16:24. 13 Ιω. 17:21. 14 Ψαλμ. 33:15. 15 Ματθ. 25:40. 16 Α΄ Ιω. 4:20, 21. 17 Α΄ Ιω. 3:14.