ΔΥΝΑΜΗ ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ – «τα δε έθνη υπέρ ελέους δοξάσαι τον Θεόν, καθώς γέγραπται· διά τούτο εξομολογήσομαί σοι εν έθνεσι, Κύριε, και τω ονόματί σου ψαλώ». (Ρωμ. ιε΄, 9). (Δηλ.: Συγχρόνως δε και οι εθνικοί, που συμμετέχουν εις την σωτηρίαν αυτήν, να δοξάσουν τον Θεόν διά το έλεος, το οποίον έδειξεν εις αυτούς σύμφωνα με εκείνο, που είναι γραμμένον εις τους ψαλμούς, όπου ο Χριστός λέγει εις τον Πατέρα του: Διά τούτο θα σε δοξάσω μεταξύ των εθνών και θα ψάλω ύμνον εις το Όνομά σου).
Διαβάζουμε στον Ευεργετινό:
«Η ψαλμωδία είναι έργο των ασωμάτων δυνάμεων, οι οποίες στέκονται πλησίον του Θεού και Τον υμνολογούν αδιάκοπα. Αυτό επιβάλλεται και για τους ανθρώπους, «πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον». Ας σταθούμε λοιπόν με σεβασμό στην ψαλμωδία και την προσευχή, αποφεύγοντας τας απασχολήσεις που μας προκαλούν οι λογισμοί και οι υλικές φροντίδες. Διότι, όταν οι δαίμονες δούν κάποιον που ψάλλει ή προσεύχεται με προθυμία, τότε συνηθίζουν να βάζουν στον νού του μερικές σκέψεις για γήινα πράγματα, τα οποία είναι δήθεν αναγκαία, στρέφοντας τον νού του προς την επίλυση των θεμάτων αυτών. Σκοπός τους είναι να παρασυρθή ο νούς από την ενθύμηση και να χάση τη γλυκύτητα της ψαλμωδίας. Και εμείς, όταν υμνολογούμε με απλότητα τον Κύριο, συντρίβουμε και αχρηστεύουμε όλες τις μηχανορραφίες του διαβόλου. Ας είναι λοιπόν η ψαλμωδία συνεχής. Διότι και μόνο το όνομα του Θεού όταν αναφερθή, αποδιώκει μακριά τους δαίμονες».
Έλεγε ο Άγιος Πορφύριος για την ψαλμωδία:
«Μου μιλούσε μια φορά ο Γέροντας για το νόημα της βυζαντινής μουσικής μέσα στην ορθόδοξη λατρεία και για τους αγιορείτες ψάλτες, που έψαλλαν απλά, κατανυκτικά, ταπεινά, με σκοπό να βοηθήσουν τους προσευχομένους μοναχούς. Και συμπλήρωσε: «Κι εδώ στον κόσμο, βέβαια, υπάρχουν καλοί ψαλτάδες, αλλά να, εδώ, πως να σ’ το πω, πολλές φορές ψάλλουν με εγωισμό». Ο Γέροντας αγαπούσε πολύ τις βυζαντινές ψαλμωδίες από ιερές ακολουθίες, που είχαν ταπείνωση και γι’ αυτό δημιουργούσαν κλίμα κατανύξεως.
Ένα πολύ κατανυκτικό τροπάριο της Εκκλησίας μας στα απόστιχα των Αίνων (Γ΄ ήχος) εντοπίζει πολύ εύστοχα την παρεκτροπή: «Πολλάκις την υμνωδίαν εκτελών, ευρέθην την αμαρτίαν εκπληρών· τη μεν γλώττη άσματα φθεγγόμενος, τη δε ψυχή άτοπα λογιζόμενος· αλλ’ εκάτερα διόρθωσον, Χριστέ ο Θεός, διά της μετανοίας, και σώσόν με».
Ο μακαριστός π. Φιλόθεος Ζερβάκος σχολιάζει πως έψαλλαν οι δάσκαλοι Μωραιτίδης και Παπαδιαμάντης:
«Δεν θα λησμονήσω την ευλάβειαν και προσοχήν, με την οποίαν έψαλλον οι αείμνηστοι διδάσκαλοι Μωραιτίδης και Παπαδιαμάντης, με την σιγανήν και ταπεινήν φωνήν των. Εφαίνοντο όχι ότι έψαλλον αλλ’ ότι προσηύχοντο και συνωμίλουν με τον Θεόν. Ο δε Παπαδιαμάντης όταν έψαλλε τα τροπάρια της δευτέρας παρουσίας: «Όταν μέλλης έρχεσθαι κρίσιν δικαίαν ποιήσαι, Κριτά δικαιότατε… Όταν τίθενται θρόνοι και ανοίγωνται βίβλοι και Θεός εις κρίσιν καθέζηται… Εννοώ την ημέραν εκείνην και την ώραν, όταν μέλλωμεν πάντες γυμνοί και ως κατάκριτοι τω αδεκάστω κριτή παρίστασθαι…» τα έψαλλε με τοιαύτην συναίσθησιν και φόβον, ώστε εφαίνετο ωσάν να ίστατο έμπροσθεν του φοβερού κριτηρίου. Όταν δε έψαλλε τα του παραδείσου τροπάρια, εφαίνετο ωσάν να εξίστατο και ηρπάζετο ως εις παράδεισον. Ωσαύτως, όταν έψαλλε τα Αναστάσιμα τροπάρια και κανόνας, εφαίνετο ως χαίρων και αλλόμενος, καθώς ο θεοπάτωρ Δαυίδ προ της σκιώδους Κιβωτού ήλατο σκιρτών.
Επειδή δε έψαλλον μετά συνέσεως και ευλαβείας, δεν επέτρεπον εις ψάλτας που ήρχοντο, διά να ψάλλωσιν εις τας αγρυπνίας, εάν και εκείνοι δεν έψαλλον συνετώς και μετεχειρίζοντο όχι τας φυσικάς των φωνάς, αλλά θυμελικάς, προσποιητάς και ατάκτους. Ο δε Παπαδιαμάντης, όστις ήτο και ευέξαπτος τους εδίωκε.
– Φύγετε, τους έλεγε, εδώ είναι τόπος προσευχής. Πηγαίνετε να τραγουδήσετε εις τα θέατρα.
Πολλάκις και εμέ όστις ήμην βοηθός του και μαθητής, όταν έκανα καμμίαν παραφωνίαν ή παρατονίαν, με εδίωκε.
– Φύγε, μοί έλεγε, παύσε, κλείσε το στόμα σου, απρόσεκτε.
Εγώ παρεμέριζα αλλά γρήγορα του περνούσεν ο θυμός και πάλιν με εκάλει.
– Κώστα, έλα να ψάλης.
Εγώ επειδή είχον ζήλον να μάθω, αμέσως έτρεχον και έψαλλον. Ήτο δε τόσον ταπεινός, ώστε πολλάκις μετά το τέλος της αγρυπνίας έμπροσθεν πολλών μοί εζήτει συγχώρησιν.
– Κώστα, μοί έλεγε (τούτο ήτο το κοσμικόν μου όνομα), να με συγχωρέσης διότι σε ελύπησα.
Και εγώ τω έλεγον:
– Εγώ πταίω, διδάσκαλε, διότι είμαι απρόσεκτος. Σε ευχαριστώ δε διότι με τας παρατηρήσεις που μου κάμνεις γίνομαι προσεκτικώτερος και με τας επιπλήξεις με διδάσκεις την υπομονήν, την οποίαν έχω ανάγκην.
Ομολογώ, ότι από την τάξιν εκείνην, η οποία παρετηρείτο εις το εκκλησάκι εκείνο του προφήτου Ελισσαιέ, έλαβον μεγάλην ωφέλειαν».
Χαρακτηριστικό για την δύναμη του Ψαλτηρίου είναι το ακόλουθο περιστατικό:
«Ο κυρ-Παντελής ταξίδευε με το τραίνο προς Θεσσαλονίκη και διάβαζε το Ψαλτήριο. Ένα παράξενο γεγονός όμως σημάδεψε το ταξίδι του.
Καθώς διάβαζε, μία κοπέλλα που καθόταν τρία-τέσσερα καθίσματα πιο μπροστά άρχισε να διαμαρτύρεται και να φωνάζη. Στην αρχή δεν έδωσε σημασία και πίστεψε πως κάποια παρεξήγηση έγινε με το διπλανό της. Όταν όμως ο κυρ-Παντελής είδε πως ο ελεγκτής-εισπράκτορας ερχόταν προς το μέρος του απόρησε.
Αγαπητέ κύριε, μπορείτε να σταματήσετε να διαβάζετε αυτό το βιβλίο, γιατί ενοχλείτε;
Μα το διαβάζω από μέσα μου! απάντησε εκείνος φανερά απορημένος. Πως είναι δυνατόν να ενοχλήται η κοπέλλα; Έκπληκτοι και απορημένοι μαζί με τον κυρ-Παντελή ήταν και οι άλλοι επιβάτες. Ένας μάλιστα εξ αυτών φώναξε. «Αν ενοχλήται η κοπέλλα, να αλλάξη βαγόνι». Πράγματι, η άγνωστη κοπέλλα μεταφέρθηκε στα πίσω βαγόνια μη αντέχοντας το Ψαλτήριο. Και λέει ο κυρ-Παντελής στους συνεπιβάτες του.
Μέχρι προχθές και εγώ μαζί με εσάς αγνοούσα τη δύναμη των Ψαλμών του προφήτη Δαυίδ. Τώρα, και ιδιαίτερα μετά το περιστατικό τούτο, ένα σας λέγω:
«Το Ψαλτήρι λειτουργεί ως κόπανος που διώχνει τα κακούδια (δαιμόνια) από πάνω μας και από το περιβάλλον μας. Έτσι έλεγε ένας Άγιος που έζησε στη γειτονιά μας (ο τρελλο-Γιάννης)».