«Ουδείς επιγινώσκει τον Υιόν, ει μη ο πατήρ, ουδέ τον πατέρα τις επιγινώσκει ει μη ο Υιός, και ω εάν βούληται ο Υιός αποκαλύψαι» (Μτ. ια΄ 27)
ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ – Παρά το γεγονός, ότι η θεία φιλανθρωπία είναι άπειρη και πλούσια η Χάρη του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου, εν τούτοις η σωτηρία είναι αδύνατη χωρίς τη συγκατάθεση και τη συνεργασία του ανθρώπου.
Πρώτος αυτός οφείλει να συναισθανθεί ότι αμάρτησε• να μεταμεληθεί, να επιθυμήσει και να επιζητήσει τη σωτηρία του και έτσι η Χάρη να τον επιβραβεύσει με αυτήν.
Διότι η συναίσθηση και η μεταμέλεια, ο πόθος της σωτηρίας και η αναζήτησή της, είναι ένδειξη της επιστροφής προς τον Θεό, είναι σημείο αποστροφής της αμαρτίας και διάθεση ασκήσεως στην αρετή, είναι κατά κάποιο τρόπο επίκληση της θείας ευσπλαχνίας, η οποία βιάζεται να ελεήσει τον παραπλανημένο.
Ώστε για να μας σώσει η Χάρη, πρέπει να θέλουμε να σωθούμε. Γι’ αυτή την αλήθεια δίνουν μαρτυρία οι θείοι Πατέρες της Εκκλησίας. Ο θείος Χρυσόστομος λέει: «η Χάρη, παρ’ ότι είναι Χάρη, σώζει μόνο αυτούς που το θέλουν». Επίσης και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος βεβαιώνει: «το να σωθούμε προϋποθέτει και τη δική μας συμμετοχή και του Θεού»• και ο Ιουστίνος προσθέτει: «Αν και ο Θεός έπλασε μόνος τον άνθρωπο, δεν σώζει τον άνθρωπο δίχως τη συγκατάθεσή του».
Πλανώνται αυτοί που πιστεύουν, ότι ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνο με τη Χάρη του Θεού η μόνο με τη δική του θέληση, δίχως τη θεία Χάρη. Γιατί η μεν Χάρη, όπως επισημάναμε, δεν σώζει παρά μόνο όσους μετανόησαν και επέστρεψαν στον Κύριο, ενώ η θέληση χωρίς τη Χάρη είναι ανεπαρκής για τη σωτηρία, γιατί ο άνθρωπος αδυνατεί από μόνος του να δικαιώσει τον εαυτό του απέναντι στον Θεό.
Ωστόσο, η αδυναμία του έχει διαπιστωθεί ήδη στα πολλά χρόνια της υποδουλώσεώς του στην αμαρτία και την τυραννία του διαβόλου, χρόνια κατά τα οποία παρέμενε εκεί δουλεύοντας χωρίς τη θέλησή του και στενάζοντας και από αυτή την κατάσταση δεν μπόρεσε να τον ελευθερώσει ούτε η εξέλιξή του ούτε η σοφία του ούτε τίποτα άλλο.
Για τη δύναμη της ανθρώπινης θελήσεως, ως μόνης ικανής για τη σωτηρία, πρώτος εγνωμάτευσε ο Πελάγιος, κατά τις αρχές του 5ου μ.Χ. αιώνα, και οι Πελαγιανοί, που τον ακολούθησαν. Για τη δύναμη της θείας Χάριτος, ως της μόνης που σώζει τον άνθρωπο, αποφάνθηκαν καταπολεμώντας τον Πελάγιο δύο σπουδαίοι Πατέρες της Δυτικής Εκκλησίας, ο ιερός Αυγουστίνος και ο Ιερώνυμος, ζητώντας την αποκήρυξη της εσφαλμένης διδασκαλίας του Πελαγίου.
Ωστόσο, σύνολη η Εκκλησία, αφού βάδισε τη μέση οδό, κήρυξε και τις δύο πλευρές λανθασμένες και δογμάτισε, ότι «η σωτηρία του ανθρώπου κατορθώνεται με τη θεία Χάρη και με τη θέληση και τη συνεργασία του ιδίου». Η γνώμη της Εκκλησίας είναι η μόνη ορθή και σύμφωνη με τις Άγιες Γραφές. Από αυτές τις Άγιες Γραφές παρουσιάζεται, ότι απαιτούνται και τα δύο, και η Χάρη και η συγκατάθεση του ανθρώπου, για τη σωτηρία του. Από τα ίδια τα λόγια του Σωτήρα, θεωρείται δεδομένη η ανάγκη συνυπάρξεως και των δύο.
Ο Κύριος ερχόμενος για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους, δεν τους έσωζε όλους, παρ’ όλο που ήθελε να σωθούν όλοι και να έλθουν στην επίγνωση της αλήθειας, αλλά μόνο αυτούς που τον ακολουθούσαν• γι’ αυτό, όταν κήρυττε τους έλεγε: «όποιος θέλει να με ακολουθήσει, πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό του» για τη σωτηρία απαιτούσε αυταπάρνηση, η οποία είναι αδύνατον να συμβεί δίχως τη συγκατάθεση και την ατομική θέληση.
Επίσης, κηρύττει σ’ αυτούς που αποδέχονται τη σωτηρία ως προερχόμενη από την εκτέλεση των έργων του νόμου, δηλαδή από την ανθρώπινη θέληση και μόνο, λέγοντας: «Εγώ είμαι η θύρα• από μένα εάν κάποιος εισέλθει θα σωθεί» (Ιωάν. ι’ 9) και «χωρίς εμένα δεν μπορείτε τίποτα να κάνετε» (Ιωάν. ιε΄ 5), από τα οποία φανερώνεται η ανάγκη της συνυπάρξεως αμφοτέρων. Στη σωτηρία λοιπόν του ανθρώπου συνεργούν συγχρόνως και η Χάρη του Θεού και η θέληση του ανθρώπου.
Η μεν Χάρη του Θεού προσκαλεί, διαφωτίζει τον νού και την καρδιά, η δε θέληση συνεργεί στη διάνοιξη των οφθαλμών και την κάθαρση της καρδιάς. Η σωτηρία λοιπόν ξεκινάει από τη Χάρη, μορφοποιείται από τη θέληση και τελειοποιείται από τη Χάρη η οποία τη στεφανώνει.
Η παραβολή του Σπορέα είναι πρόσφορο παράδειγμα. Ο σπορέας έσπειρε, η αγαθή γη δέχθηκε, ο δε Θεός αύξησε και ευλόγησε. Ώστε είναι ανάγκη να θέλουμε να σωθούμε, για να σωθούμε από τη Χάρη του Θεού.
Απόδοση στα Νέα Ελληνικά Ευανθία Χατζή, επιμέλεια κειμένου, επίμετρο Γιώργος Μπάρλας.