Ι.Μ. ΒΕΡΟΙΑΣ – Την Πέμπτη 13 Ιουνίου o Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό της Αναλήψεως του Κυρίου και του Αγίου Νεκταρίου Βεροίας.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Και έσεσθέ μοι μάρτυρες … έως εσχάτου της γης».
Την προτροπή αυτή απευθύνει προς τους μαθητές του ο Χριστός λίγο πριν από την Ανάληψή του στους ουρανούς. Μία προτροπή που είναι συγχρόνως και η τελευταία επιθυμία και εντολή του Κυρίου επί της γης. Γιατί όμως ο Χριστός αναθέτει στους μαθητές του και δι᾽ αυτών και σε όλους όσους θα πιστεύσουν ανά τους αιώνες σε αυτόν την αποστολή αυτή;
Την αναθέτει για δύο λόγους.
Οι μαθητές του γνώρισαν τον Χριστο, τον άκουσαν να κηρύττει, τον είδαν να θαυματουργεί επί τρία ολόκληρα χρόνια. Ήξεραν ποιος ήταν ο Διδάσκαλός τους και μέσω αυτού είχαν γνωρίσει και τον Θεό-Πατέρα του. Μπορούσαν επομένως να γίνουν και μαρτυρες του. Να γινουν αυτοί που θα διέδιδαν όσα άκουσαν από τον Χριστό και είδαν να επιτελεί στη διάρκεια των τριών ετών του επιγείου βίου του στα περατα του κόσμου.
Αυτός είναι, λοιπόν, ο πρώτος λόγος για τον οποίο αναθέτει ο Χριστος στους μαθητές του να γίνουν μάρτυρές του, αλλά είναι συγχρόνως και αυτός ο οποίος συμβάλλει στη διάδοση του λόγου του Χριστού επί είκοσι αιώνες, εφόσον διά των μαθητών του οι άνθρωποι κάθε εποχής γνωρίζουν τον Χριστο και το θαύμα της Αναστάσεώς του. Γνωρίζουν το θαύμα, το οποίο αποδεικνύει περισσότερο από κάθε αλλο τη θεία του φύση και αποτελεί την εγγύηση και της δικής μας αναστάσεως, της απολυτρώσεώς μας από την αμαρτία και της θεώσεώς μας.
Ο δεύτερος λόγος, για τον οποίο ζητά ο Χριστός από τους μαθητές του να γίνουν μάρτυρές του έως εσχάτου της γης, αποτελεί συγχρόνως μία υπενθύμιση και μία προτροπή για τη δική τους ζωή και πορεία.
Το Ευαγγέλιο του Χριστού δεν ειναι μία διδασκαλία, δεν είναι μία θεωρία που πρέπει να μεταδωσουν οι μαθητές του στους άλλους ανθρώπους, αλλά είναι κάτι που πρεπει να το δείξουν με τη ζωή τους. Η ζωή τους πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να αποτελεί μαρτυρία Ιησού Χριστού. Να είναι τέτοια, ώστε, όταν τους βλέπουν οι άνθρωποι, να βλέπουν μέσα από αυτούς τον Χριστό. Να συμβαίνει, δηλαδή, κατ᾽ αναλογία αυτό που έλεγε ο Χριστος για τον εαυτό του και τον Πατέρα του. «Ο εωρακώς εμέ, εωρακε και τον Πατέρα μου». Όποιος με είδε, είδε και τον Πατέρα μου.
Βεβαίως, εμείς δεν μπορούμε να ταυτισθούμε με τον Χριστό, όπως ταυτίζεται ο ίδιος με τον Θεό-Πατέρα με τον οποίο είναι ομοούσιος και ομόθρονος. Θα πρέπει όμως η ζωή μας να είναι σε τέτοιο βαθμό εναρμονισμένη με το Ευαγγέλιο και με τη ζωή του Χριστού, ώστε να διδει τη μαρτυρία του σε όσους μας βλέπουν και ζούν γύρω μας.
Γι᾽ αυτό και ο Χριστός δεν περιόρισε την προτροπή του προς τους μαθητές και αποστόλους του μόνο στο κήρυγμα. Δεν αρκεί ο λογος, δεν αρκεί η διδασκαλία, αν δεν συνοδεύεται από την πράξη, αν δεν συνοδεύεται από το παραδειγμα της ζωής μας, που είναι η μαρτυρία και το τεκμήριο της αληθείας όσων λεγουμε. Χρειάζεται να ζούμε και εμείς αυτό που διακηρύσσει ο απόστολος Παύλος.
Τι λέγει; «Ζω δε ουκετι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Και όταν ζει ο Χριστος μέσα μας, όταν η ζωή μας ταυτίζεται με τη ζωή του Χριστού, όταν η ζωή μας είναι πράγματι εν Χριστώ ζωή, τότε θα είμαστε μαρτυρες του Χριστού, ειτε είμαστε κληρικοί, είτε είμαστε μοναχοί, είτε είμαστε οικογενειάρχες είτε είμαστε λαικοί. Είμαστε μαρτυρες του Χριστού, γιατί η ζωή μας θα είναι το Ευαγγέλιο του Χριστού εφαρμοσμένο στην πράξη. Η ζωή μας θα είναι μία ομολογία ότι πιστεύουμε στον δι᾽ ημας σταυρωθεντα, αναστάντα και αναληφθέντα Κύριο, ο οποίος ειναι ο αρχηγος της πίστεώς μας, είναι ο λυτρωτης των ψυχών μας, είναι αυτός ο οποίος μας αγάπησε περισσότερο από κάθε άλλον και στον οποίο οφείλουμε και εμείς την τελεία αγάπη. Και η αγάπη μας αυτή εκφραζεται με την υπακοή μας στο θέλημα του Κυρίου μας, η οποία μας αποδεικνύει γνήσιους μαθητές του και μας καθιστά μαρτυρες του έως εσχάτου της γης.
Και είναι χρέος μας να γίνουμε μαρτυρες του Χριστού, να δώσουμε δηλαδή τη μαρτυρία του σε όλον τον κόσμο, τόσο γιατί αυτό είναι επιθυμία του Κυρίου μας, όσο και γιατί δεν νοείται χριστιανός, ο οποίος δεν δίδει τη μαρτυρία του Χριστού, τη μαρτυρία της πίστεώς του στους ανθρώπους, πρώτα με τη ζωή του και ύστερα με τον λόγο του.
Εορτάζοντας, λοιπόν, σήμερα την ένδοξο Ανάληψη του Κυρίου μας, ας εξετάσουμε ο κάθε ένας μας τον εαυτό μας, αν ανταποκρινόμαστε σ᾽ αυτήν την προτροπή και την επιθυμία του Χριστού και ας προσπαθήσουμε να την κάνουμε πράξη στη ζωή μας, πράξη στην οικογένειά μας και στο περιβάλλον μας, στην εργασία μας και στο σχολείο μας, να την κάνουμε πράξη με τη ζωή μας.