Ο Μαρωνείας Παντελεήμων για το Ευαγγέλιο της Κυριακής 18 Φεβρουαρίου
Ο πόνος του παιδιού της την πλημμυρίζει. Ποθεί ολόψυχα να το λυτρώσει από την δαιμονική κυριαρχία και είναι έτοιμη να κάνει το πάν γι’ αυτό. Να τρέξη, να ικετεύση, να ταπεινωθή. Η δύναμη της στοργής οπλίζει τον άνθρωπο με γρανιτένια θέληση. Η Χαναναία γυναίκα έρχεται στον Χριστό για να επιτύχει αυτό που θέλει, με αδάμαστη αποφασιστικότητα.
Αρχικά συναντά μια περίεργη σιωπή στην ικεσία της. Σε λίγο ακούει λόγια παράδοξα, σκληρά. Όμως δεν οπισθοχωρεί. Πλησιάζει τον Χριστό ακόμη πιό πολύ, γονατίζει μπροστά του. Η πρώτη της κίνηση είναι μία παράκληση στον ευλογημένο προφήτη, «τόν υιόν του Δαυίδ». Η δεύτερη, προσκύνηση, δέηση στον απεσταλμένο του Θεού, στον «Κύριο». «Κύριε, βοήθει μοί». Αυτή την άνοδο του επιπέδου της πίστεως επιδιώκει η φαινομενική διστακτικότητα του Ιησού.
Στο κορύφωμα της αγωνίας της άκουσε η Χαναναία τον Χριστό να λέει: «Δεν είναι σωστό να πάρω το ψωμί των παιδιών και να το ρίξω στα σκυλάκια». Κι όμως αυτή, με την διαίσθηση της αγάπης της, νοιώθει τις διαθέσεις του Χριστού και με λεπτό χιούμορ, γεμάτο διακριτικότητα, παρατηρεί: «Ναι, Κύριε, αλλά και τα σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». Δός μου έστω λίγα ψίχουλα.
Η απάντηση αυτή αποκαλύπτει όχι μόνο ένα μυαλό εύστροφο, αλλά και μια καρδιά συνετή, ένα πρόσωπο που μπορεί να φωτίζεται άπό την ελπίδα και να χαμογελά ακόμη και στο σκοτάδι. Ο Χριστός μπροστά στη βαθειά αυτή πίστη της λέει: « Ώ γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστις σου, άς γίνει για σένα, όπως θέλεις».
Όσοι ζητούμε να μας ακούει ο Θεός, άς μη λησμονούμε την αδάμαστη πίστη της Χαναναίας. Άς στοχαζόμαστε την αγάπη της, την αλύγιστη επιμονή, την ταπείνωση, την πίστη της. Αυτής της ποιότητος η πίστη υπερνικά την σιωπή του Θεού.