Προς το ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ – Υπό του Γέροντος Μαξίμου Ιβηρίτου
[Τα πορίσματα του Διεθνούς Θεολογικού Συνεδρίου εις τα Καλάβρυτα διά τον Ευαγγελιστήν Λουκάν (2-4 Φεβρουαρίου 2024)].
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΙΒΗΡΙΤΗΣ – Ο βρυορρήτωρ Απόστολος Λουκάς, ο ιατροφιλοσοφώτατος και πάσης μαθήσεως και επιστήμης εμπειρότατος υφηγητής και διδάσκαλος και του Ευαγγελικού πολιτεύματος ιερώτατος και μεγαλοφωνότατος κήρυξ και συγγραφεύς, ο μαθητής και συνοδοιπόρος του Αποστόλου των Εθνών Παύλου,
ο συγγράψας το Ευαγγέλιον περί το 60 έτος από Χριστού εις την απλουστέραν κοινήν Ελληνικήν Αλεξανδρινήν γλώσσαν (= όπως και οι άλλοι Ευαγγελισταί), είτα δε και τας Πράξεις των Αποστόλων και αφιερώσας αμφότερα τα συγγράμματα εις τον της Αχαίας ηγεμόνα Θεόφιλον, εγεννήθη εις τας αρχάς του 1ου μ.Χ. αιώνος εις την Αντιόχειαν της Συρίας εξ Έλληνος πατρός· έζησε δε υπέρ τα 80 έτη και ετελεύτησεν εν αυτή τη Αχαία και ίσως εν Πάτραις ή και εν Θήβαις της Βοιωτίας.
Ο Λουκάς προβάλλεται επιτυχώς ως «προγυμνασία και παιδαγωγία προς τον βουλόμενον μαθείν την τέχνην της ζωγραφικής» εις το περίφημον έργον του Αγιορείτου Ιερομονάχου Διονυσίου του εκ Φουρνά των Αγράφων, υπό τίτλον: «Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης», γεγραμμένον ήδη προ τριών και επέκεινα αιώνων.
Η Ιερά Μητρόπολις Καλαβρύτων και Αιγιαλείας με πρωτοβουλίαν του Σεπτού αυτής Ποιμενάρχου κ. Ιερωνύμου διωργάνωσεν από κοινού με το Studium Historicorum Ecclesiasticorum του τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΕΚΠΑ Διεθνές Θεολογικόν Συνέδριον από 2 έως 4 Φεβρουαρίου 2024 ν.η., με
θεματικόν τίτλον: «Αγίου Ενδόξου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Λουκά Οδοί», εις το οποίον συμμετείχον τριάκοντα (30) έγκριτοι Θεολόγοι από την Ελλάδα και το Εξωτερικόν.
Η καθ’ ημάς Αγιορειτική εκπροσώπησις εις το Συνέδριον τούτο, με θέμα: «Ο αγιογραφικός χρωστήρ του Ευαγγελιστού Λουκά, συμφώνως με τας εκκλησιαστικάς ιστορικάς πηγάς», μας έδωκε την ευκαιρίαν να αξιολογήσωμεν έτι περισσότερον το λίαν ιστορικόν και σπουδαίον τούτο Συνέδριον, το οποίον επραγματοποιήθη εις το Πολύκεντρον Πολιτιστικόν Κέντρον της Μαρτυρικής πόλεως των Καλαβρύτων και
την τελευταίαν ημέραν εις την εγγύς κειμένην παλαίφατον Ιεράν Μονήν του Μεγάλου Σπηλαίου. Έληξε δε τούτο με τελεσθείσαν πολυαρχιερατικήν Θείαν Λειτουργίαν εις τον Μητροπολιτικόν Ιερόν Ναόν Κοιμήσεως της Θεοτόκου Καλαβρύτων.
Ομολογουμένως, το ανωτέρω Συνέδριον εφώτισε διά πρώτην φοράν πολυτίμους πτυχάς της πολυπλεύρου δράσεως και του έργου του Αγίου Αποστόλου Λουκά εις την ευρυτέραν περιοχήν των Καλαβρύτων, την οποίαν και ανέδειξε Διεθνώς. Ο Ευαγγελιστής, ιατρός και ζωγράφος Άγιος Λουκάς είναι εκείνος όστις μεταξύ των άλλων εφιλοτέχνησε την Θαυματουργόν κηρόχυτον και εγκαυστικήν Βρεφοκρατούσαν Εικόνα της Παναγίας Μεγα(λο)σπηλαιωτίσσης, την οποίαν εδώρησεν εις το πνευματικόν του τέκνον Θεόφιλον, ηγεμόνα τότε της Αχαίας.
Έκτοτε παρέμεινεν αύτη εις τον τόπον ως τηλευγής πνευματικός φάρος και διαρκής φανέρωσις της καθ’ ημάς Χριστιανικής Παραδόσεως.
Πράγματι, η Εικών αύτη είναι μία εκ των πλέον ονομαστών εις τον Ορθόδοξον κόσμον, και συμφώνως με την παράδοσιν εντάσσεται εις τας τρεις ή τέσσαρας πρώτας τας οποίας ιστόρησε ζώσης της Παναγίας, τας οποίας η ιδία Κυρία Θεοτόκος ηυλόγησεν. Η δευτέρα είναι η Παναγία η Αθηνιώτισσα της Ιεράς Μονής Σουμελά του Πόντου, μεταφερθείσαν εις το Βέρμιον της Μακεδονίας μετά την Μικρασιατικήν Καταστροφήν, τρίτη η Ελεούσα της Ιεράς Μονής Κύκκου της Κύπρου, και τετάρτη η απολεσθείσα Οδηγήτρια της Ιεράς Μονής των Οδηγών ΚΠόλεως.
Κατ’ άλλους, μεταξύ των πρώτων Εικόνων του Λουκά φέρεται και η εν Βίλνα της Ρωσίας Ελεούσα, δωρηθείσα εκ ΚΠόλεως υπό των Βυζαντινών αυτοκρατόρων.
Κατά την ιδίαν εκκλησιαστικήν παράδοσιν, μετά την Αγίαν Κοίμησιν και Μετάστασιν της Υπεραγίας Θεοτόκου, ο Λουκάς ιστόρησε και ετέρας εβδομήκοντα (70) Εικόνας της Παναγίας, αίτινες είναι διάσπαρτοι εις διάφορα μέρη και θαυματουργούν αενάως. Ο ίδιος επίσης φέρεται, ότι πέραν τούτων ιστόρησεν Εικόνας του Ιησού Χριστού και των πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.
Ο Συμεών ο Μεταφραστής χαρακτηρίζει τας Εικόνας με την Θεοτόκον «φιλίας θερμής…τεκμήριον». Ο χαρακτηρισμός ούτος σημαίνει, ότι η μακρά παράδοσις της Εκκλησίας ανεγνώριζε τας στενάς προσωπικάς σχέσεις σεβασμού και αγάπης του Λουκά με την Θεοτόκον, συνεπεία των οποίων ήτο μόνον ο Λουκάς να παρέχη τας σπουδαιοτέρας πληροφορίας εις το Ευαγγέλιόν του σχετικώς με το πρόσωπον της Παναγίας, όπως τον Ευαγγελισμόν της Θεοτόκου (Λουκ. α ́ 26-38), την επίσκεψιν εις την Ελισάβετ (Λουκ. α ́ 39-56), την εγκυμοσύνην της Ελισάβετ, την γέννησιν του Προδρόμου (Λουκ. α ́ 57-80), την μετάβασιν της Θεοτόκου με τον Ιωσήφ εις την Βηθλεέμ και την εκεί Γέννησιν του Ιησού Χριστού, την τέλεσιν της Περιτομής κ.λπ. (Λουκ. β ́ 40-52).
Άπασαι αι ανωτέρω πληροφορίαι δεν θα ηδύναντο να δοθούν εις τον Λουκάν εξ άλλου προσώπου, εκτός της Θεοτόκου, και τούτο εγένετο πιθανώς κατά το διάστημα της παραμονής του Λουκά εις την Καισάρειαν και τα Ιεροσόλυμα, ότε (58-60) εκρατείτο εκεί φυλακισμένος ο Απόστολος Παύλος (Πραξ. κε ́ 14).
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς γράφει διά την Παναγίαν, ότι «διετήρει πάντα τα ρήματα ταύτα εν τη καρδία αυτής» (Λουκ. β ́ 19 και 51). Πιστεύεται δε από τους Θεολόγους ερμηνευτάς, ότι μέγα μέρος εκ των «ρημάτων» τούτων, των λόγων δηλαδή και των γεγονότων της ζωής του Κυρίου, η Θεοτόκος τα εξεμυστηρεύθη εις τον Απόστολο Λουκάν, όστις και τα συμπεριέλαβεν εις το Ευαγγέλιό του.
Δεν χωρεί ουδεμία αμφιβολία, ότι εκ παραλλήλου με τα άγια «ρήματα» του Κυρίου, η Υπεραγία Θεοτόκος «διετήρει» και ο,τι άλλο σχετικόν με την επίγειον ζωήν του Χριστού .
Εις τον υπ’ αριθ. 176 (366) Αλεξανδρινόν Κώδικα των αρχών του 17ου αιώνος, αναφέρεται το εξής σχετικόν: «Ο Θεολόγος Ιωάννης, που σ’ αυτόν έπεσε ο κλήρος της Πάτμου, επαφήκε την Κυρίαν Θεοτόκον εις τα(ς) χείρας του ενός των εβδομήκοντα Αγίου Λουκά του Ευαγγελιστού. Ούτος ην άριστος εις την ιατρικήν επιστήμην και μαθηματικός πολλά της φιλοσοφίας και σκιαγράφος θαυμάσιος… Ο δε τρισμακάριος και μέγιστος Λουκάς μετά τας αγίας τρεις εικόνας τας υπό Θεού ορισθείσας διά του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, ετέρας ουκ ολίγας ιστόρησε…».
Το διοργανωθέν Διεθνές Συνέδριον εχαρακτηρίσθη υπό πολλών ως εν των σπουδαιοτέρων Συνεδρίων των τελευταίων δεκαετιών εις τον Ορθόδοξον κόσμον. Τούτο οφείλεται τόσον εις την αρτίαν Οργανωτικήν Επιτροπήν, όσον και εις την Επιστημονικήν Επιτροπήν αυτού, χάρις εις την πρωτοβουλίαν του αγαπητού εις τον Καλαβρυτινόν και Αιγιάλειον κόσμον Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Ιερωμύμου, όστις αποτελεί δώρον Θεού διά τον τόπον.
Μεγάλην συμβολήν εις την διεξαγωγήν του Συνεδρίου είχε και ο εις πάντας αγαπητός, ιδιαιτέρως εις τον Μοναστικόν χώρον και τον Κλήρον της περιφερείας, αξιότιμος Δήμαρχος Καλαβρύτων κ. Αθανάσιος Παπαδόπουλος, πρωτοπόρος εις την κατασκευήν του αξιολόγου Πολιτιστιστικού Κέντρου των Καλαβρύτων όπου εφιλοξενήθημεν, καθώς και αυτού του μοναδικού Δημαρχιακού Μεγάρου της πόλεως και της εγκαταστάσεως υπερσυγχρόνου επιστημονικού τηλεσκοπίου εις την κορυφήν του Χελμού. Οι Καλαβρυτινοί πρέπει να αισθάνωνται υπερήφανοι, διότι κατ’ αυτούς τους δυσχειμέρους καιρούς, όπου τα πάντα δοκιμάζονται, έχουν εις θεσμικάς θέσεις αξιολόγους ανθρώπους, οίτινες είναι φορείς πλείστων αγαθών και αποτελούν ελπιδοφόρα εχέγκυα διά το μέλλον της Μαρτυρικής Καλαβρυτινής γης.
[12.2. 2024]