Χριστός: Χρειάζεται να στρωθούμε και να δούμε τον εαυτό μας. Και μην πει κανείς: «Εγώ είμαι τακτοποιημένος». Μακάρι να είναι έτσι.
Πιο σωστό θα είναι όλοι –«γυμνοί και τετραχηλισμένοι» (Εβρ. 4:13) ενώπιον του Θεού, χωρίς καμιά προσπάθεια να δικαιολογήσουμε τον εαυτό μας, χωρίς κανένα αίσθημα αυταρκείας, χωρίς καμιά φροντίδα να βγούμε ασπροπρόσωποι– να ταπεινωθούμε και να δούμε καλά την αμαρτία μας. Όπως έχουμε πει και άλλες φορές, μία είναι η αμαρτία από την οποία πηγάζουν όλες οι άλλες αμαρτίες: η φιλαυτία. Να δούμε λοιπόν την αμαρτία μας, να δούμε τον εαυτό μας, αλλά να δούμε και τις συγκεκριμένες πράξεις κατά τη διάρκεια της ζωής μας: «Και εκείνο το έκανα και το άλλο το έκανα, και αυτό το είπα και το άλλο το προμελέτησα…»
Και εδώ που τα λέμε, κανονικά αυτό δεν θα το κάνει ο καθένας μόνος του, αλλά θα το κάνει βοηθούμενος από την Εκκλησία. Είναι όμως σε θέση η Εκκλησία να τα παρακολουθήσει αυτά; Είναι σε θέση ο κάθε πνευματικός να τα παρακολουθήσει; Τον καθένα δηλαδή όχι απλώς να τον δεχθούμε να εξομολογηθεί, όχι απλώς να του πούμε «είσαι συγχωρημένος», αλλά να τον παρακολουθήσουμε στη ζωή του, όπως γινόταν με αυτόν που ήθελε να γίνει χριστιανός, πριν βαπτισθεί. Πρώτα όντως αποδεικνυόταν πάνω στα πράγματα ότι αυτός θα ζήσει ως χριστιανός, και μετά τον βάπτιζε η Εκκλησία. Έτσι, όντως να φανεί πάνω στα πράγματα ότι ο χριστιανός αυτός που έρχεται να εξομολογηθεί, μετανοεί για ό,τι έπραξε μετά το βάπτισμά του και καθ’ όλη τη ζωή του και είναι αποφασισμένος πια να ζήσει εν μετανοία, είναι αποφασισμένος πια να ζήσει σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού, και έτσι να τον δεχθεί η Εκκλησία, να τον συγχωρήσει και να τον τακτοποιήσει.
Στην πράξη έχουμε διαπιστώσει ότι έχει πάθει φοβερές ζημιές ο σημερινός άνθρωπος και δύσκολα μετανοεί, δύσκολα συνέρχεται και δύσκολα αρχίζει την καινούργια, την εν Χριστώ ζωή. Έχει πάθει μεγάλη ζημιά. Και κυρίως είναι το κοσμικό πνεύμα που έχει πλημμυρίσει το κεφάλι μας και την όλη ύπαρξή μας. Μέσα σ’ αυτό το κοσμικό πνεύμα θέλουμε να ζήσουμε χριστιανικά κι εκεί μέσα να βάλουμε τη μετάνοια και την εξομολόγηση και τις προσευχές και τη θεία Κοινωνία και την όλη χριστιανική ζωή. Δεν γίνεται.
Πρέπει να αλλάξουμε νοοτροπία, να αλλάξουμε τρόπο σκέψεως και το όλο πνεύμα μας –αυτό άλλωστε είναι μετάνοια. Πρέπει να λυτρωθούμε δηλαδή από το πνεύμα που μαστίζει τη σημερινή κοινωνία, τον σημερινό κόσμο. (Όχι ότι θα γίνουμε κάτι άλλο.) Και γίνεται αυτό, ξέρετε· δεν είναι δύσκολο. Αρκεί να αποφασίσεις και να πεις: «Εγώ θέλω να είμαι πια του Χριστού». Εμπιστέψου όμως τον εαυτό σου στον Χριστό, έστω κι αν από τώρα θα νιώθεις πως πέθανες, και σαν να μην υπάρχει τίποτε για σένα πια. Μόνο έτσι αν τα πάρουμε τα πράγματα, θα ανοίξει ο δρόμος.
Αφήνομαι λοιπόν στον Χριστό με τη βεβαιότητα ότι ο Χριστός με αγαπάει πολύ περισσότερο από ό,τι αγαπώ εγώ τον εαυτό μου και με φροντίζει πολύ περισσότερο από ό,τι φροντίζω εγώ τον εαυτό μου και ότι εκείνος θα κανονίσει τι θα γίνει η ζωή μου στο εξής. Εγώ όμως πρέπει να πάω στον Χριστό με διάθεση τέτοια, όπως λέει ο απόστολος Παύλος: «Εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω» (Γαλ. 6:14). Δηλαδή, σταυρώθηκε για μένα ο κόσμος, σταυρώθηκα εγώ για τον κόσμο· δεν υπάρχω για τον κόσμο, δεν υπάρχει κόσμος για μένα· είμαι πεθαμένος.
Αν δεν τα πάρει κανείς έτσι τα πράγματα και δεν δοθεί έτσι στον Χριστό, όλο θα είναι χριστιανός και όλο δεν θα είναι και δεν θα ξέρει τι του φταίει. Ενώ, εάν σκεφθεί κανείς έτσι και τα πάρει έτσι τα πράγματα και μέσα στην Εκκλησία κάνει τα καθήκοντα που έχει να κάνει, δηλαδή εξομολογείται αληθινά και πάλι και ξανά, προσεύχεται, εκκλησιάζεται, κοινωνάει και κάνει τον αγώνα του, θα σωθεί.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, «Αδάμ, πού ει;», Δ’ έκδ., Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2013, σελ. 173.