Ι.Μ. ΜΑΝΗΣ: Ο άνθρωπος πάντοτε έχει ανάγκη από ησυχία. Πολύ περισσότερον στην σημερινή τεχνοκρατούμενη εποχή. Είναι γεγονός ότι ζούμε σ’ ένα ανήσυχο και θορυβώδες περιβάλλον.
Κατά συνέπειαν, ο καθημερινός βίος των ανθρώπων ταλανίζεται από πολλά ψυχο-κοινωνικά προβλήματα. Αυτά επιτείνονται από
την αργολογία, τον κορεσμό της ύλης, την διασκέδαση και πρωτίστως από την άκριτη πολυπολιτισμικότητα. Έτσι εμφανίζονται στο είναι της ύπαρξης πολλά ψυχολογικά προβλήματα, ψυχικές νόσοι και ποικίλες διαταραχές με κυρίαρχα ζητήματα, την κατάθλιψη, τις παραβατικές συμπεριφορές, τις σκανδαλώδεις στάσεις ζωής, τελικά αυτή την απώλεια της ψυχικής υγείας. Σ’ αυτήν την απώλεια προστίθεται ο μεγάλος δυνάστης, όπως έχει ονομαστεί, η μοναξιά. Ο,τι χειρότερο ο άνθρωπος να αισθάνεται και να βιώνει μοναξιά στη ζωή του. Είναι η κατάσταση αυτή οδυνηρή, μία θλίψη να ζει και να αισθάνεται κατάμονος, ενώ γύρω του υπάρχουν τόσοι συνάνθρωποί του και το ακόμα χειρότερο να έχει την αίσθηση της εγκατάλειψης από συγγενείς, φίλους, συνεργάτες και ευεργετηθέντες. Αυτή η μοναξιά αποτελεί, τω όντι, μία τραγική πραγματικότητα. Είναι ένα στοιχείο διαβρωτικό της όλης ύπαρξης. Γι’ αυτό και φέρει πνευματική ατονία και ραθυμία. Αλλ’ η στενάχωρη αυτή μοναξιά δεν έχει καμμία σχέση με την ησυχία. Μόνος είναι μόνον εκείνος που ζει χωρίς Θεό, χωρίς την αίσθηση της αγαθής παρουσίας του Θεού. Ο αείμνηστος μεγάλος θεολόγος καθηγητής Παν. Τρεμπέλας έλεγε: «Έχεις τον Θεό; Έχεις το παν. Δεν έχεις το Θεό; Και τον κόσμο όλο εάν κατέχεις, δεν έχεις τίποτε». Δεν είμαστε, λοιπόν, μόνοι. Ο Θεός είναι μαζί μας. «Ο Κύριος εγγύς». Μην ξαναπείς «είμαι μόνος μου». Όχι. Την ζωή σου την αγιάζει η διαρκής παρουσία του Θεού. Αυτό είναι η μεγίστη κοινωνικότητα. Και ακόμη, σκέψου ότι ο προσωπικός σου φύλακας, ο άγγελος ουδέποτε σ’ εγκαταλείπει.
*
Κάμνουμε, λοιπόν, λόγο για την κατά Θεόν ησυχία. Επιδιώκουμε αναζήτηση, αυτής της ησυχίας. Της ωφέλιμης, δημιουργικής και χρηστής ησυχίας. Γιατί μ’ αυτή την χαριτωμένη ησυχία τίθεται η προοπτική της αναγέννησης του ανθρώπου. Ανανεούται ο άνθρωπος που ξέρει να ησυχάζει. Η ησυχία φέρει την ψυχική γαλήνη. Κατεργάζεται την υπομονή. Αναπτερώνει το ηθικό. Φέρει ευεργετικές σκέψεις. Ειρηνεύει ο εσωτερικός κόσμος. Μόνο με την κατά Θεό ησυχία, η οργή εξαφανίζεται, ο εγωισμός καταπίπτει, το μίσος απομακρύνεται, η αδυναμία γίνεται δύναμη, η δειλία θάρρος, η απογοήτευση μεταλάσσεται σε χρηστή ελπίδα, η πίστη γιγαντώνεται. Με την ησυχία αυτή βρίσκεται η χαμένη χαρά της ζωής. Ησυχία, βέβαια, δεν σημαίνει απραξία. Δεν είναι αδράνεια και ραθυμία. Δεν είναι κενό. Σημαίνει, ωστόσο όμως παραίτηση από τα επουσιώδη, τα ανούσια, τα μάταια. Εκεί αληθώς σκέπτεσαι το: «Ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης». Γι’ αυτό, η ησυχία καλλιεργείται με την νήφουσα διάνοια. Η ησυχία δεν είναι παραίτηση από την ζωή, δεν είναι αίσθημα απογοήτευσης και ακηδίας. Δεν είναι απηλπισμένη αδιαφορία. Δεν είναι αίσθημα μοναξιάς και απομόνωσης. Ησυχία σημαίνει να επιδιώξεις να μένεις εσύ και ο εαυτός σου. Και ο Άλλος, που είναι μόνον ο Θεός. Τείχος μοναδικό ανά μέσον σου και του Θεού είναι μοναχά οι αμαρτίες σου. Όσον δε, δεν τις διώχνεις, τόσο δεν επικοινωνείς με το Θεό. Δεν πέφτει το τείχος, δεν βλέπεις Θεό, μένεις απελπιστικά κατάμονος. Εκεί, βέβαια, στην άγια ησυχία κατανοείς ότι έσχατο καταφύγιο είναι ο Θεός. Εκεί ανοίγεσαι στο Θεό, προσεύχεσαι, στοχάζεσαι, δακρύζεις, μετανοείς, ικετεύεις, ευχαριστείς, δοξολογείς. Ακριβώς, διότι η ησυχία είναι δίδυμη αδελφή της προσευχής. Ησυχία και προσευχή – ευχή συνδέονται άρρηκτα και φέρουν γλυκύτατους καρπούς. Μ’ αυτή την ησυχία εν τω Θεώ μαλακώνει η σκληρή καρδία, χαίρεται η ψυχή, ανακουφίζεται και ευφραίνεται.
*
Ο όρος κυρίως «ησυχία» ανήκει στο λεξιλόγιο του μοναχικού βίου. Σημαίνει την αναζήτηση του Θεού στην ησυχία, την μόνωση, την εν γένει σιωπή. Πρόκειται για την μεγάλη αρετή, το ύψιστο κατόρθωμα της ησυχίας. Αλλά που να φθάσουμε εκεί, σ’ αυτή την «ακρότητα της τελειώσεως κατά τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο; Μιλάμε για τον απλό και συνήθη άνθρωπο, εδώ στην πολύβουη κοινωνία. Εκεί στον ασκητικό – ησυχαστικό βίο είναι άλλα τα μέτρα και τα κριτήρια. Εκεί, είναι σε απόλυτο βαθμό η εφαρμογή του βιβλικού λόγου: «Εγώ καθεύδω και η καρδία μου αγρυπνεί» (Άσμα ασμάτων, 5′,2) γι’ αυτό και «σκληρόν και χαλεπόν τοις ανθρώποις καταφαίνεται το ψυχικώς ησυχάζειν από παντός λογισμού. Και εστιν άρα ως αληθούς, εργώδες τε και επίπονον», κατά τον όσιο Ησύχιο τον πρεσβύτερο. Εκεί είναι η «θεοποιός ησυχία», η υψηλού επιπέδου ησυχία. Έπειτα μη λησμονούμε ότι ο ίδιος ο Χριστός έζησε στην έρημο. Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος το ίδιο. Ο Απ. Παύλος τρία ολόκληρα χρόνια προετοιμάζεται αποσυρόμενος στην έρημο της Αραβίας. Ο Μ. Βασίλειος μαζί με τον άγιο Γρηγόριο στην έρημο του Πόντου ησυχάζουν. Και ο Ιερός Αυγουστίνος μετά από τις ποικίλες περιπλανήσεις του ησυχάζει, μελετά, βρίσκει τον εαυτό του στο αγρόκτημα του φίλου του Βερεκούνδου.
*
Καταφαίνεται, λοιπόν, ότι η ησυχία δεν σημαίνει ουδετερότητα. Κρύβει κάτι το ιερό. Έχει μέσα της μία πνευματικότητα, μία δυναμική και προοπτική ανακαινισμού και ελπίδας. Κυριολεκτικά, λειτουργικά, παιδευτικά έρχεται και μεταρσιοί τον νούν, φέρει αγάπη και ιερό πόθο καθάρσεως της ψυχής. Γι’ αυτό αντίθετα, το άγχος, το «στρές», η αγωνία, η νευρικότητα, η ανησυχία, ο θόρυβος, όλα αυτά δεν ωφελούν. Καταρρακώνουν τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου. Φυγαδεύουν την χαρά και την ευφροσύνη. Πικρούς καρπούς και μόνον, φέρουν ως γεύση ζωής. Όλα τα κοσμικά επιτηδεύματα καθίστανται σβηστά λυχνάρια σε σκοτεινές ατραπούς της ζωής. Μόνον, το «σιγών τοπίον», ως τρόπος ζωής, έσωθεν και έξωθεν είναι η λύση. Έτσι η βίωση της εν Χριστώ ησυχίας είναι το πιο αποτελεσματικό φάρμακο κατά του άγχους, της μοναξιάς, της απαισιοδοξίας. Πραγματικά ηρεμούμε και απελευθερωνόμαστε απ’ όλα τα ταραχώδη του κόσμου τούτου, όταν μείνουμε με το Θεό, ανεβούμε στο υπερώο του Μυστικού Δείπνου, και συμβαδίσουμε στο δρόμο προς Εμμαούς. Γι’ αυτό «εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών, Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα».