Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΕ´ 32 – 39 – 32 Ο δε Ιησούς προσκαλεσάμενος τους μαθητάς αυτού είπε· Σπλαγχνίζομαι επί τον όχλον, ότι ήδη ημέραι τρεις προσμένουσί μοι και ουκ έχουσι τι φάγωσι· και απολύσαι αυτούς νήστεις ου θέλω, μήποτε εκλυθώσιν εν τη οδώ.
33 και λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού· Πόθεν ημίν εν ερημία άρτοι τοσούτοι ώστε χορτάσαι όχλον τοσούτον; 34 και λέγει αυτοίς ο Ιησούς· Πόσους άρτους έχετε; οι δε είπον· Επτά, και ολίγα ιχθύδια. 35 και εκέλευσε τοις όχλοις αναπεσείν επί την γην.
36 και λαβών τους επτά άρτους και τους ιχθύας, ευχαριστήσας έκλασε και εδίδου τοις μαθηταίς αυτού, οι δε μαθηταί τοις όχλοις. 37 και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν, και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων, επτά σπυρίδας πλήρεις.
38 οι δε εσθίοντες ήσαν τετρακισχίλιοι άνδρες χωρίς γυναικών και παιδίων. 39 Και απολύσας τους όχλους ανέβη εις το πλοίον, και ήλθεν εις τα όρια Μαγδαλά.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΕ´ 32 – 39
32 Ο δε Ιησούς επροσκάλεσε τους μαθητάς του και τους είπεν· Αισθάνομαι βαθείαν συμπάθειαν διά το πλήθος του λαού, διότι είναι τώρα τρεις ημέραι, αφ’ ότου μένουν πλησίον μου και δεν έχουν τι να φάγουν.Και δεν θέλω να τους εξαποστείλω εις τα μέρη τους νηστικούς, μήπως αποκάμουν εις τον δρόμον. 33 Και λέγουν εις αυτόν οι μαθηταί του· Από που να προμηθευθώμεν εδώ εις την ερημιάν τόσον πολλούς άρτους, ώστε να χορτάσωμεν τόσον πλήθος λαού;
34 Και λέγει εις αυτούς η Ιησούς· Πόσους άρτους έχετε; Αυτοί δε είπαν· επτά άρτους και ολίγα ψαράκια. 35 Και παρήγγειλεν ο Ιησούς εις τα πλήθη του λαού να καθίσουν εις την γην. 36 Και αφού επήρε εις τας χείρας του τους άρτους και τα ψάρια, ευχαρίστησε τον Πατέρα του, που δίδει και πολλαπλασιάζει αυτός όλα τα αγαθά, και έκοψε τους άρτους και τα ψάρια και έδωκεν εις τους μαθητάς του, οι δε μαθηταί του έδωκαν εις τα πλήθη του λαού.
37 Και έφαγαν όλοι και εχόρτασαν και εσήκωσαν το περίσσευμα των κομματιών επτά μεγάλα κοφίνια γεμάτα. 38 Εκείνοι δε που έφαγαν, ήσαν τέσσαρες χιλιάδες άνδρες, χωρίς να υπολογίζωνται εις τον αριθμόν αυτόν γυναίκες και παιδιά. 39 Και αφού διέλυσε τα πλήθη του λαού, εμβήκεν εις το πλοίον και ήλθεν εις τα σύνορα της Μαγδαλά.