Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΖ´ 10 – 18 – 10 Και επηρώτησαν αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες· Τι ούν οι γραμματείς λέγουσιν ότι Ηλίαν δεί ελθείν πρώτον;
11 ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς· Ηλίας μεν έρχεται πρώτον και αποκαταστήσει πάντα· 12 λέγω δε υμίν ότι Ηλίας ήδη ήλθε, και ουκ επέγνωσαν αυτόν, αλλ’ εποίησαν εν αυτώ όσα ηθέλησαν· ούτω και ο υιός του ανθρώπου μέλλει πάσχειν υπ’ αυτών.
13 τότε συνήκαν οι μαθηταί ότι περί Ιωάννου του βαπτιστού είπεν αυτοίς. 14 Και ελθόντων αυτών προς τον όχλον προσήλθεν αυτώ άνθρωπος γονυπετών αυτόν και λέγων·
15 Κύριε, ελέησόν μου τον υιόν, ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει· πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ. 16 και προσήνεγκα αυτόν τοις μαθηταίς σου, και ουκ ηδυνήθησαν αυτόν θεραπεύσαι.
17 αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν· Ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη! έως πότε έσομαι μεθ’ υμών; έως πότε ανέξομαι υμών; φέρετέ μοι αυτόν ώδε.
18 και επετίμησεν αυτώ ο Ιησούς, και εξήλθεν απ’ αυτού το δαιμόνιον και εθεραπεύθη ο παίς από της ώρας εκείνης.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΖ´ 10 – 18
10 Και ηρώτησαν αυτόν οι μαθηταί του λέγοντες· Όταν ο Ηλίας ήλθε και σε εχαιρέτησεν εις το όρος, έφυγε πάλιν.Διατί λοιπόν οι γραμματείς λέγουν, ότι προ της ελεύσεως του Μεσσίου πρέπει να έλθη πρώτον ο Ηλίας;
11 Ο δε Ιησούς απεκρίθη και είπεν εις αυτούς· ο Ηλίας μεν, καθώς επροφήτευσεν ο Μαλαχίας, έρχεται πρώτον και θα αποκαταστήση όλας τας σχέσεις των ανθρώπων, ώστε και μεταξύ των και μετά του Θεού να ειρηνεύσουν και να συνδεθούν περισσότερον ούτοι.
12 Εγώ όμως σας λέγω, ότι τώρα πλέον ο Ηλίας ήλθε.Ήλθε δηλαδή ο κατά πάντα όμοιος προς τον Ηλίαν Ιωάννης.Αυτός ήτο ο πρόδρομός μου και αυτοί δεν τον ανεγνώρισαν, αλλά του έκαμαν όσα με τας διεστραμμένας θελήσεις των ηθέλησαν.Έτσι και ο υιός του ανθρώπου μέλλει να πάθη από αυτούς. 13 Τότε εκατάλαβαν οι μαθηταί, ότι διά τον Ιωάννην τον βαπτιστήν είπεν εις αυτούς.
14 Και όταν ήλθαν εις το πλήθος του λαού, τον επλησιασε κάποιος άνθρωπος, που εγονάτισεν εμπρός του, και έλεγε· 15 Κύριε, δείξε έλεος και ευσπλαγχνίαν εις το παιδί μου, διότι σεληνιάζεται και υποφέρει άσχημα, αλλά και κινδυνεύει τον έσχατον κίνδυνον· διότι πολλές φορές και εις την φωτιά πίπτει και πολλές φορές εις το νερό και κινδυνεύει έτσι να καή η να πνιγή. 16 Και τον έφερα εις τους μαθητάς σου και δεν ημπόρεσαν να τον θεραπεύσουν.
17 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και είπεν· Ω γενεά, που τόσα θαύματα είδες και είσαι ακόμη άπιστος, και από την κακίαν σου είσαι διεστραμμένη, έως πότε θα είμαι μαζί σας; Έως πότε θα σας ανέχωμαι; Φέρτε τον μου εδώ. 18 Και επέπληξεν αυτόν ο Ιησούς και εβγήκεν απ’ αυτόν το δαιμόνιον και εθεραπεύθη το παιδίον από την ώραν εκείνην.