ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ: Για να μπορέσουμε να μην κατακρίνουμε εκείνον που αμαρτάνει φανερά, πρέπει να έχουμε στο νου μας το λόγο του Κυρίου:
«Μη κρίνετε, και ου μη κριθείτε˙ μη καταδικάζετε, και ου μη καταδικαστείτε» (Λουκ. 6:37). Και του αποστόλου, που λέει παραινετικά: «Ο δοκών έσταναι βλέπεται μη πέση» (Α’ Κορ. 10:12). Και άλλου: «Εν ω κρίνεις τον έτερον, σεαυτόν κατακρίνεις» (Ρωμ. 2:1). Γιατί κανείς δεν γνωρίζει τα ιδιαίτερα του κάθε ανθρώπου, παρά μόνο η ίδια του η ψυχή, που είναι μέσα του, όπως είπε (με το στόμα του αποστόλου) ο Κύριος (Α’ Κορ. 2:11).
Πολλοί άνθρωποι, βλέπεις, ενώ αμαρτάνουν πολλές φορές (φανερά) μπροστά στους ανθρώπους, μετά εξομολογούνται κρυφά μπροστά στο Θεό, και παίρνουν την άφεση και Τον ευαρεστούν και λαμβάνουν Πνεύμα Άγιο. Κι έτσι, αυτοί που εμείς νομίζουμε πως είναι αμαρτωλοί, για το Θεό είναι δίκαιοι. Γιατί την αμαρτία τους την είδαμε, τα καλά έργα όμως, που έκαναν κρυφά, δεν τα γνωρίζουμε. Γι’ αυτό να μην κατακρίνουμε κανέναν, έστω κι αν τον δούμε με τα ίδιά μας τα μάτια ν’ αμαρτάνει. Επειδή δέκα βήματα αν απομακρυνθούμε απ’ αυτόν που αμάρτησε, δεν (μπορούμε να) ξέρουμε τα κρυφά του έργα και το τι έκανε μαζί του ο Θεός.
Ο προδότης Ιούδας, το βράδυ της Πέμπτης, ήταν με το Χριστό και τους μαθητές, ενώ ο ληστής ανάμεσα στους κακούργους και τους φονιάδεςˑ και μόλις μπήκε η Παρασκευή, ο Ιούδας κατρακύλησε στο «σκότος το εξώτερον» (Ματθ. 8:12), ενώ ο ληστής κατοίκησε στον παράδεισο μαζί με το Χριστό.
Γι’ αυτές λοιπόν τις ξαφνικές μεταβολές, καλό είναι να μην κρίνει ο άνθρωπος, ώσπου να έρθει ο Χριστός. Αυτός που γνωρίζει τόσο καλά τους λογισμούς των ανθρώπων και φέρνει στο φως τα κρυφά των καρδιών τους. Γιατί «ο πατήρ… την κρίσιν πάσαν δέδωκε τω υιω» (Ίω. 5:22). «Έτσι, οποίος κρίνει τον άλλο, δηλαδή τον πλησίον του, σφετερίζεται το αξίωμα του Κριτή, κι ένας τέτοιος άνθρωπος είναι αντίχριστος.
Άλλωστε υπάρχουν μερικοί που παίρνουν την άφεση των αμαρτημάτων τους με ποικίλες δοκιμασίες, χωρίς εμείς να το γνωρίζουμε. Άλλοι πάλι καθαρίζονται (από την αμαρτία) με σωματική ασθένεια και μακροχρόνιο νόσημα. Γιατί λέει (η Γραφή): «Παιδεύων επαίδευσε με ο Κύριος, και τω θανάτω ου παρέδωκε με» (Ψαλμ. 117:18). Και ο απόστολος: «Κρινόμενοι υπό τον Κυρίου παιδευόμεθα, ίνα μη συν τω κοσμώ κατακριθώμεν» (Α’ Κορ. 11:32). Αυτό ακριβώς έκανε Και στην περίπτωση εκείνου που πόρνευσε, παραχωρώντας «παραδούνε τον τοιούτον τω σατανά εις όλεθρο της σαρκός, ίνα το πνεύμα σωθεί εν τη ημερά του Κυρίου» (Α’ Κορ. 5:5). Από τούτο μαθαίνουμε, ότι Και οι δαιμονισμένοι, αν υπομείνουν (τη δοκιμασία τους) ευχαριστώντας (το Θεό), σώζονται μ’ αυτή την τιμωρία.
Άλλοι, ικετεύοντας με θερμά δάκρυα το Θεό κι όταν ακόμα είχαν προσβληθεί από θανατηφόρα ασθένεια, βρήκαν έλεος, όπως ο βασιλιάς Εζεκίας (Β’ Παραλ. 32:24).
Άλλοι, αφού συμφιλιώθηκαν κρυφά με το Θεό και μετανόησαν, μέσα σε λίγες μέρες έφυγαν από τη ζωή αυτή και σώθηκαν. Γιατί σ’ όποια ψυχική κατάσταση, είτε καλή είτε κακή, βρεθεί (την ώρα του θανάτου) ο άνθρωπος, σ’ αυτή και θα κριθεί. «Έτσι διακήρυξε ο Θεός με το στόμα του προφήτη Ιεζεκιήλ: «Εάν ποίηση άνθρωπος πάσας τας αδικίας, και αποστραφείς ποίηση δικαιοσύνην, των ανομιών αυτόν ου μη μνησθώˑ εν ω γαρ εύρω αυτόν, εν αυτώ και κρίνω αυτόν» (πρβλ. Ίεζ. 33:12-16).
Είναι Και μερικοί, που έλαβαν την άφεση των αμαρτιών χάρη σε αγίους ανθρώπους. Γιατί «θέλημα των φοβούμενων αυτόν ποιήσει» ο Κύριος (Ψαλμ. 144:19). Και μάρτυρας τούτου είναι η Αγία Γραφή: Ο Ααρών, που εφτίαξε το (χρυσό) μοσχάρι για τους Ισραηλίτες στο Χωρήβ, συγχωρήθηκε χάρη στις προσευχές του Μωϋσή (Εξ. 32:30-35). Το ίδιο και η αδελφή του Μαριάμ, θεραπεύθηκε από τη λέπρα, όταν ο Μωυσής παρακάλεσε γι’ αυτή το Θεό (Αριθ. 12:1-15). Ακόμα και ο Ναβουχοδονόσορ βρήκε έλεος από το Θεό με τις προσευχές του προφήτη Δανιήλ (Δαν. 4:1-34).
Πολλές φορές και οι άγιοι άγγελοι, που έχουν πολλή παρρησία σ’ Αυτόν, επειδή είναι αφοσιωμένοι υπηρέτες Του και ποτέ δεν αμαρτάνουν ενώπιόν Του, είναι δυνατόν να Του ζητήσουν ο ένας αυτού και ο άλλος εκείνου του ανθρώπου τη σωτηρία. Και ο Θεός, που λατρεύεται και ευαρεστείται νύχτα-μέρα απ’ αυτούς, ικανοποιεί τα αιτήματά τους, όπως ακριβώς και οι επίγειοι βασιλείς, για χάρη ειλικρινών φίλων τους που τους παρακαλούν, αμνηστεύουν καμιά φορά και θανατοποινίτες.
Ας μην κατακρίνουμε λοιπόν άνθρωπο, ακόμα κι αν τον δούμε να αμαρτάνει φανερά. Καλύτερα να τον συμβουλέψουμε ταπεινά και να προσευχηθούμε γι’ αυτόν.
Αν όμως δεν φτάνουν όσα (παραδείγματα) αναφέραμε, θα προσθέσουμε και άλλα, για να επιβεβαιώσουμε (όσα είπαμε).
Πες μου δηλαδή, αγαπητέ, ποιός θα πίστευε, βλέποντας την πόρνη Ραάβ να πορνεύει απροσχημάτιστα στην Ιεριχώ, ότι θα της συγχωρούσε ο Θεός όλες τις πορνείες της και θα τη δικαίωνε, επειδή δέχθηκε (και βοήθησε) τους κατασκόπους του Ισραήλ (Ίησ. Ναυή 2:1-21); Ή ότι ο τελώνης, ο άρπαγας και άδικος, που προσευχόταν μαζί με το Φαρισαίο, θα κέρδιζε μ’ έναν αναστεναγμό το έλεος του Θεού και θα κατέβαινε «δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού” (Λουκ. 18:9-14); Ή ότι ο Σαμψών, μολονότι αυτοκτόνησε (Κριταί 16:30), βρίσκεται ανάμεσα στους αγίους, όπως μαρτυρεί ο Παύλος (Έβρ. 11:32); Ή ότι ο Μανασσής, που για πενήντα δύό χρόνια λάτρευε τα είδωλα και έκανε ολόκληρο τον Ισραηλιτικό λαό να παρανομήσει και να αποστατήσει από το Θεό, αυτός λοιπόν, ποιος θα περίμενε ότι μέσα σε μία ώρα, με μία μικρή προσευχή, θα λάβαινε συγχώρηση, καθώς η Γραφή αναφέρει (Β’ Παραλ. 33:1-20); Γιατί όταν κλείστηκε από το βασιλιά των Άσσυριων μέσα σ’ ένα χάλκινο ομοίωμα ζώου, προσευχήθηκε στο Θεό με τη γνωστή προσευχή του, εκεί μέσα στο ομοίωμα του ζώου, και με τη δύναμη του Θεού εκείνο έγινε θρύψαλα. Τότε άγγελος Κυρίου τον μετέφερε στην Ιερουσαλήμ, οπού έζησε με μετάνοια, όπως διηγούνται οι ιστοριογράφοι.
Αφήνω όμως τα παλιά και κλείνω το λόγο θυμίζοντας (και πάλι) τον άγιο ληστή, που σταυρώθηκε (μαζί με το Χριστό)…
Αν άραγε το μυστήριο, που συντελέσθηκε σ’ αυτόν, είχε γίνει κρυφά, θα μπορούσε ποτέ να πιστέψει κανένας άνθρωπος πάνω στη γη, ότι εκείνος ο στυγερός, που λήστεψε πολλούς, εκείνος που σκότωσε μικρούς και μεγάλους, δικαίους και αδίκους, εκείνος που δίδαξε και σε άλλους την παρανομία της ληστείας, στο τέλος της ζωής του θα δικαιωνόταν μ’ ένα του λόγο, και ότι, πολύ περισσότερο, θα γινόταν (ο πρώτος) οικιστής του παραδείσου (Λουκ. 23:42-43);
Όλ’ αυτά δεν τα εξήγησα, και μάλιστα μακραίνοντας το λόγο, μάταια, μα επειδή ξέρω ότι η γλώσσα πολλών είναι κοφτερή «υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον» (Έβρ. 4:12) όταν κατακρίνει τα ξένα (σφάλματα). Αυτοί, κι αν δουν μύρια καλά σ’ έναν άνθρωπο, μόλις παρατηρήσουν κάποιο ανθρώπινο ελάττωμα του – γιατί κανείς δεν είναι αναμάρτητος, παρά μόνο ο Θεός -, αφήνουν και παραβλέπουν τα μύρια εκείνα προτερήματά του, και παρουσιάζουν πάντα εκείνο μόνο το μικρό ελάττωμα, κάνοντας το γνωστό και στους άλλους ανθρώπους. Πάνω σ’ αυτούς (τους κακολόγους) θα ξεσπάσει δίκαια η τιμωρία του Θεού, όχι μόνο γιατί αμαρτάνουν οι ίδιοι, αλλά και γιατί βλάπτουν και καταστρέφουν (ψυχικά) και τους άλλους.
Αγίου Αναστασίου του Σιναΐτου
Μικρός Ευεργετινός, Ι.Μ. Παρακλήτου