“Δι ου εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω”.
ΑΝΑΜΑΡΤΗΣΙΑ: Είναι το να στέκει κανείς ενώπιον του Θεού και να μην πράττει αυτά που δεν του αρέσουν.
Το λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: ακινησία “προς παν το απαρέσκον τω Θεώ”. Δεν κάνω κάτι αν δεν αρέσει στο Θεό. Αυτό σημαίνει όμως ότι γνωρίζω και βλέπω τον Θεό με τον νου και με το σώμα μου. Αν πάψω να τον βλέπω, δεν ξέρω τι δεν του αρέσει. Η αμαρτία είναι ο λάθος γάμος με τα πράγματα, που μπαίνει πάντοτε στη θέση της γαμήλιας σχέσης με τον Θεό που δεν βλέπω. Γι΄αυτό, στην περίπτωση αυτή, κατά κάποιο τρόπο Μας χρειάζεται η αμαρτία! Κάποιος που ανεβαίνει στον άμβωνα και φωνάζει “μην αμαρτάνετε”, λέγει συνήθως ανοησίες.
Ο άνθρωπος δεν μπορεί παρά να αμαρτήσει, διότι δεν βλέπει τον Θεό. Αν τον δεί, και να τον βάλει με το ζόρι στην αμαρτία, θα την αποστραφεί πάραυτα
Είναι σαν να έχει φάει κάποιος ένα πλούσιο γεύμα και να του δώσεις μετά να φάει φλούδες από πατάτες. Αν δεν έχει φάει όμως τίποτα, τις φλούδες θα τις φάει.
Αυτό είναι το λάθος του ηθικισμού.
Ο ηθικισμός ήρθε από την Δύση και υποκαθιστά την οντολογία. Με λίγα παραγγέλματα υποκαθιστά τη σχέση μας με τον Θεό.
” Μην κόψεις τα μαλλιά σου, βάλε εκείνα τα ρούχα. Κάνε ελεημοσύνη, νηστεία, συγχώρησε τους άλλους, και αυτό είναι”.
Όμως δεν είναι αυτή η πραγματική θεοπτία και η πραγματική σχέση μας με τον Θεό. Δεν είναι γάμος. Αν μπουν στη θέση της σχέσης με τον Θεό ορισμένες αρετές-όποιες και να είναι αυτές-, μπορούν να κρύψουν την θέα του Θεού. Είναι ρεαλιστικότερο το να ξέρουμε ότι είμαστε αμαρτωλοί, δηλαδή να συναισθανόμαστε ότι κάτι μας βασανίζει. Έχουμε λάβει κλήση στην αγιότητα, κλήση στη γαμήλια θέα του Θεού και στην άμεση κοινωνία μαζί Του. Τίποτα δεν εμποδίζει αυτή την θέα, εκτός από την προαίρεσή μας. Η μεγάλη αμαρτία είναι ότι δεν λέμε εκείνο το πολύ κρυφό, το απόλυτα δικό μας “ναι” στον Θεό. όλα τα άλλα είναι αποτελέσματα αυτής. Απλές συνέπειες.
Η προαίρεση, για κάποιον λόγο είναι διχασμένη και εμείς νιώθουμε παράδοξα άρρωστοι καθημερινά. Οι πειρασμοί, λοιπόν, που επιτρέπει ο Θεός είναι για να ενοποιηθεί αυτή η σπασμένη προαίρεσή μας προς τον πόθο του αγαθού. Όταν ενοποιηθεί η προαίρεση, ελεύθερα ο άνθρωπος στρέφεται προς την πίστη, τη γαμήλια σχέση που φθάνει ως τη θέα του Θεού, που δεν ξέρουμε τι είναι, είναι όμως αλησμόνητη γνώση. Δεν μπορούμε να πούμε στον διασπασμένο άνθρωπο, κάνε αρετές. Είναι υποκριτικό. Θα είναι και αμαρτωλός και υποκριτής μαζί. Πρέπει να δει πρώτα τον Θεό, μέσα στην δωρεάν αγάπη Του, που φωλιάζει στην καρδιά της Εκκλησίας, “εν τοις μυστηρίοις”.
Από το βιβλίο του π.Νικολάου Λουδοβίκου- ‘Η Ιστορία της Αγάπης του Θεού’