Σοφία Μπεκρή, φιλόλογος –θεολόγος.
ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ: Η Υπαπαντή του Κυρίου, η συνάντηση δηλαδή και υποδοχή Του από τον γέροντα Συμεώνα και την προφήτιδα Άννα κατά την αφιέρωσή Του στον Ναό, σύμφωνα με την ιουδαική παράδοση, σαράντα ημέρες μετά από τα Χριστούγεννα, αποτελεί μια μεγάλη Θεoμητoρική και Δεσπoτική εoρτη που εορτάζεται στις 2 Φεβρουαρίου.
Оι Καταβασίες της Εορτής είναι πoίημα τoυ Αγίoυ Κoσμα Μελωδού, Επισκόπoυ Мαιoυμά, και ψαλλoνται από τις 15 Ιανoυαρίoυ μέχρι τις 9 Фεβρoυαρίoυ, οπότε και απoδίδεται η εoρτη.
Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσωμε μια προσέγγιση των υπερόχων αυτών ύμνων, εμβαθύνοντας στο θεολογικό των περιεχόμενο, με όχημα την θαυμάσια ελληνική μας γλώσσα, την θεραπαινίδα του λόγου του Θεού.
Ωδή α’, ήχος γ’
Χέρσον αβυσσοτόκον πέδον ήλιος επεπόλευσέ ποτε﮲ ωσεί τείχος γαρ επάγη εκατέρωθεν ύδωρ λαώ πεζοποντοπορούντι και θεαρέστως μέλποντι. Άσωμεν τω Κυρίω﮲ ενδόξως γαρ δεδόξασται.
Απόδοση: Πάνω στον στέρεο και αβυσσαλέο βυθό της θαλάσσης έρριξε κάποτε ο ήλιος τις ακτίνες του· διότι το νερό έγινε στερεό σαν τείχος δεξιά και αριστερά για τον λαό, που πεζοπορούσε και έψαλλε θεαρέστως· ας ψάλωμε στον Κύριο, διότι έχει δοξαστή το όνομά του.
Ο ειρμός της α’ ωδής αναφέρεται, όπως και η παλαιά βιβλική ωδή, στο θαυμαστό γεγονός της μετατροπής της θαλάσσης σε ξηρά κατά την διάβαση των Ισραηλιτών. Με την λέξη «αβυσσοτόκος» ο υμνογράφος παρομοιάζει τον βυθό της θαλάσσης με κοιλία μητρός που περισφίγγει σαν βρέφος το νερό στην αγκαλιά της. Αυτόν τον βυθό τον άγγιξε ο ήλιος μία και μοναδική φορά με τις ακτίνες του, όταν η θάλασσα σχίσθηκε διά της ράβδου του Μωϋσέως και έγινε «το ύδωρ αυτής τείχος εκ δεξιών, και τείχος εξ ευωνύμων» προς χάριν του λαού για την διάσωσή του από τους Αιγυπτίους (Εξ., 14, 22).
Ωδή γ’
Το στερέωμα των επί σοι πεποιθότων, στερέωσον, Κύριε, την Εκκλησίαν, ην εκτήσω τω τιμίω σου αίματι.
Απόδοση: Εσύ που είσαι το στήριγμα αυτών που σε εμπιστεύονται, στερέωσε, Κύριε, την Εκκλησία, την οποία απέκτησες με το τίμιό Σου αίμα.
Το περιεχόμενο του παρόντος ειρμού συνδέεται με την 3η βιβλική ωδή, που είναι αφιερωμένη στην προφήτιδα Άννα. Ακόμη και λέξεις χρησιμοποιούνται από την παλαιά βιβλική ωδή, όπως «στερέωμα» και «στερέωσον», από τα λόγια της προφήτιδος: «Εστερεώθη η καρδία μου εν Κυρίω, υψώθη κέρας μου εν Θεώ μου» (Α’ Βασιλ. β’ 1). Στερέωμα καλείται ο Χριστός, επειδή σ’ Αυτόν στηρίζομε όλοι τις ελπίδες μας και ζητείται από τον Κύριο να διαφυλάξη την Εκκλησία, που απέκτησε ο Ίδιος προσφέροντας το τίμιο Αίμα Του. Η τελευταία αυτή φράση του τροπαρίου παραπέμπει στην προτροπή του Παύλου προς τους επισκόπους της Εφέσου: «Προσέχετε ούν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω (…) ποιμαίνειν την εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού, ην περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος» (Πραξ. κ’ 29).
Ωδή δ’
Εκάλυψεν ουρανούς η αρετή σου Χριστέ﮲ της κιβωτού γαρ προελθών του αγιάσματός σου, της αφθόρου Μητρός, εν τω ναώ της δόξης σου ώφθης ως βρέφος, αγκαλοφορούμενος, και επληρώθη τα πάντα της σης αινέσεως.
Απόδοση: Εκάλυψε ουρανούς η αρετή σου, Χριστέ· διότι, αφού προήλθες από την κιβωτό που αγίασες, δηλαδή την άφθορη Μητέρα σου, φάνηκες στον Ναό της δόξης σου ως βρέφος που το κρατούσαν στην αγκαλιά· και γέμισαν τα πάντα από την δοξολογία σου.
Για τον ειρμό της δ’ ωδής ο υμνογράφος δανείζεται τα λόγια του ποιητού της, του προφήτου Αββακούμ,: «εκάλυψεν ουρανούς η αρετή αυτού, και αινέσεως αυτού πλήρης η γη» (Αββ. γ’ 3). Κατά τον Άγιο Νικόδημο, η αρετή του Κυρίου είναι τόσο μεγάλη, ώστε σκέπασε τους ουρανούς, τις δυνάμεις των Αγγέλων, που έφριξαν για το μέγεθος του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας (Αγ. Νικοδήμου, Εορτοδρόμιον, σελ. 217). Η Παναγία ονομάζεται «κιβωτός του αγιάσματος» από τον ψαλμό του Δαυίδ, «συ και η κιβωτός του αγιάσματός σου» (Ψαλμ. ρλα’ 8). Όπως η κιβωτός φύλαγε τις πλάκες του νόμου, έτσι και η Παναγία, ως άλλη κιβωτός, έφερε μέσα της το αγιασμένο από την θεότητα σώμα του Χριστού. Η λέξη «αγκαλοφορούμενος» σημαίνει είτε ότι το βρέφος βασταζόταν στην αγκαλιά της Μητρός Του, είτε, το πιθανώτερο, ότι τοποθετήθηκε στην αγκαλιά του δικαίου Συμεώνος. Ο τελευταίος στίχος, «και επληρώθη τα πάντα της Σης αινέσεως», είναι και πάλι παρμένος από τον προφήτη Αββακούμ: «και αινέσεως αυτού πλήρης η γη» (ο.π.).
Ωδή ε’
Ως είδεν Ησαίας συμβολικώς, εν θρόνω επηρμένω, Θεόν υπ’ Αγγέλων δόξης δορυφορούμενον, ω τάλας! εβόα, εγώ﮲ προ γαρ είδον σωματούμενον Θεόν, φωτός ανεσπέρου και ειρήνης δεσπόζοντα.
Απόδοση: Όταν ο Ησαίας είδε συμβολικά σε θρόνο υπερυψωμένο τον Θεό, να περιβάλλεται τιμητικά από ενδόξους Αγγέλους, φώναζε· ω, ο ταλαίπωρος εγώ! διότι προείδα ότι ο Θεός θα πάρη σώμα, αυτός που είναι Κύριος του ανεσπέρου φωτός και της ειρήνης.
Στον ειρμό της ε’ ωδής ο υμνογράφος δανείζεται φράσεις από την αντίστοιχη βιβλική ωδή, του προφήτου Ησαία. Αναφέρεται στο όραμα που είδε ο προφήτης, τον Κύριο καθήμενο σε θρόνο υπερυψωμένο και γύρω Του στέκονταν τα Σεραφίμ, καθ’ ένα από τα οποία έλεγε προς το άλλο: «άγιος, άγιος, άγιος Κύριος σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη της δόξης αυτού». Ήταν τόσο μεγάλες οι κραυγές των Αγγέλων, ώστε το γείσο του Ναού