Του Γέροντος Μαξίμου Ιβηρίτου – Αποκλειστικώς διά το ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ: Το Άγιον Όρος Άθω, η περίβλεπτος αύτη ακρόπολις και διδάσκαλος της ευσεβείας και παιδείας κατά τους ζοφερούς αιώνας, η κιβωτός η θεοφύλακτος της Μοναχικής Πολιτείας, εξυμνήθη αρκούντως παρά πολλών περιγραφείσα.
Ο εκ της Νάξου καταγόμενος λόγιος Ιβηροσκητιώτης Ιερομόναχος Γεράσιμος (Σάλτης), εις μίαν διά στίχων ποιητικήν έκφρασιν περί του Αγίου Όρους Άθω, γράφει τα εξής εις το Αγιορειτικόν αυτού Προσκυνητάριον (1923): «Υπάρχει όρος θαυμαστόν προς λίβα τετραμμένον, των εν Ευρώπη δε ορών περιτεθρυλλημένον. Τούτο το όρος ο Θεός προ αρκετών αιώνων, εις κατοικίαν μοναχών καθώρισε και μόνον. Τούτο το όρος η αγνή θεόνυμφος Μαρία, των ευσεβών η πάνσεπτος και ποθεινή Μαρία, παρά του Υιού τε και Θεούς αυτής ως κληρουχίαν ητήσατο εις μοναχών μελλόντων σωτηρίαν…».
Ως γνωστόν, ύπερθεν της Ιεράς Μονής των Ιβήρων δεσπόζει υψηλόν και επιβλητικόν όρος, το οποίον κατά τον ιστορικόν Γεράσιμον Σμυρνάκην οι Αθωνίται ονομάζουν Τσούκαν (υψ. 750 μ.). Εν τη αρχαιότητι εκαλείτο Άθως, λογιζόμενον ως μία όρεινή άλυσις των τριών κορυφών του Όρους, των επονομαζομένων Άθως
μέγας, Άθως μικρός ή Αντίαθως, και απλώς Άθως. Επί των βράχων δε τούτου του τρίτου Άθω, ένθα κείται νυν η Ιβηριτική Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, ίδρυτο εξ αμνημονεύτων χρόνων πιθανόν φυλακείον ή θαλάσσιος φάρος, καλούμενος σκοπιά.
Εις ευθείαν απόστασιν 200 περίπου μέτρων κάτωθεν της κορυφής της Ιβηριτικής Τσούκας, και άνωθεν της Ιβηριτικής Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου, ίσταται ως λευκόν κρίνον ο νεόκτιστος Ιερός Ναός του διαγγελέως (=αγγελιαφόρου) της Παναγίας Πορταιτίσσης, Οσίου Γαβριήλ του Ίβηρος. Επί χαλιβδίνης πλακός έσωθεν του ομωνύμου Ιερού Ναού, υπάρχει η κατωτέρω επιγραφή: «ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ– ΑΣΚΗΤΗΡΙΟΝ-ΟΣΙΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ/ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΕΝ ΕΤΕΙ 1985-86/ΔΙ’ ΕΞΟΔΩΝ ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΝΙΚΗΤΑ ΙΒΗΡΙΤΟΥ/ΚΟΠΟΙΣ ΔΕ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ Ν. ΙΒΗΡΙΤΟΥ/ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΑΙΩΝΙΟΝ». Τα θυρανοίξια αυτού ετελέσθησαν με συγκίνησιν και ψυχικήν κατάνυξιν την 14 Ιουλίου 1987 (π.η), παρουσία της τότε Ιβηριτικής Επιστασίας και του Πολιτικού Διοικητού Αγίου Όρους.
Η ανωτέρω περιοχή, πέραν του ότι είναι βραχώδης αλλά και πλουσία εις ποικίλην βλάστησιν, έχει μεγάλην πανοραμικήν θέαν και χάριν από Θεού. Εις το μέρος τούτο, εντός ενός μικρού Σπηλαίου, είχε στήσει την φωλεάν του κατά τους θερινούς μήνας ο ερημίτης Όσιος Γαβριήλ, και ως αετός υψιπέτης ηγωνίζετο με
προσευχήν και άσκησιν διά τα προς σωτηρίαν. Ο όντως Αγγελώνυμος και ισάγγελος θείος Γαβριήλ, ήτο χάριτι προωρισμένος να παραλάβη θαυμαστώς εκ της θαλάσσης έναντι της Ιεράς Μονής Ιβήρων την Θαυματουργόν Παναγίαν Πορταίτισσαν το 1004, εν ημέρα Τρίτη του Πάσχα, βαδίζων επί των κυμάτων, και να γίνη υπουργός και διάκονος τοιούτου μεγάλου μυστηρίου. Η πανίερος αύτη Εικών, κρυπτομένη εις άγνωστον τόπον επί 174 έτη, μετά την εκ Νικαίας της Μικρασιατικής Βιθυνίας αναχώρησίν της εις τον καιρόν του αυτοκράτορος Θεοφίλου του Εικονομάχου (830), αφίχθη θαυμαστώς εις τον αιγιαλόν της Ιεράς Μονής των Ιβήρων τω καιρώ εκείνω, και παραμένει άχρι της σήμερον επί θρόνου εντός της παλαιφάτου ταύτης Ι. Μονής εις ιδιαίτερον Παρεκκλήσιον, λαμπρώς εστολισμένη ως βασίλισσα του ουρανού και της γης, και δη ως παλλάδιον και σύμβολον της Αθωνικής Μοναχικής Πολιτείας,.
Συμφώνως με τας γραπτάς μαρτυρίας, η ιδία Κυρία Θεοτόκος ενεφανίσθη εις τον Όσιον Γαβριήλ εν τω ρηθέντι Σπηλαίω δύο φοραίς, άγνωστον όμως εάν εποίησεν εις αυτόν και άλλας επισκέψεις. Την πρώτην φοράν, προσευχόμενος και μικρόν υπνώσας, είδε την Υπεραγίαν Θεοτόκον εξαστράπτουσαν, ήτις του είπε: «Σε επέλεξα, σε κρίνω άξιον, συ φέρεις το όνομα του νυμφαγωγού μου (Αρχαγγέλου Γαβριήλ), κατάβηθι εις την Μονήν, και ειπέ τω Προεστώτι Παύλω (ούτω γαρ εκαλείτο ο Ηγούμενος της των Ιβήρων Ιεράς Μονής), ειπέ ούν ότι βούλομαι παραδούναι αυτοίς εις βοήθειαν την Εικόνα μου. Είσελθε ούν αδιστάκτως επάνω της θαλάσσης, ίνα γνωρίσωσι πάντες την πρόνοιαν ην έχω εις ταύτην την Μονήν»· και ταύτα ειπούσα προς τον Όσιον, άφαντος εγένετο αυτού.
Την δευτέραν επίσης φοράν, ότε η αγία Εικών της Πορταιτίσσης ανεχώρει εκ του Αγίου Βήματος του κυρίως Ι. Ναού όπου είχε τοποθετηθή και ίστατο άνωθεν της πύλης του Μοναστηρίου, και ενώ οι Πατέρες διηπόρουν αλλήλοις και δεν εγνώριζον τι να πράξουν, τότε πάλιν η Δέσποινα εφάνη ως και πρότερον εις τον
Όσιον και του είπε: «Κατάβηθι εις το Μοναστήριον, και ειπέ τοις αδελφοίς ταύτα: ουκ ήλθον εγώ εις την Μονήν ταύτην, ίνα φυλάττωμαι παρ’ αυτών, αλλ’ ίνα εγώ φυλάξω αυτούς, εγώ γαρ θέλω είσθαι φρουρός και φύλαξ, ου μόνον εις τον παρόντα αιώνα, αλλά και εις τον μέλλοντα· όσοι γούν Μοναχοί φυλάξουσι τα προς αυτών καθήκοντα, μη αμελούντες εις την κατά δύναμιν αρετήν, οι τοιούτοι, θέλουσιν ευρείν δι’ εμού εύσπλαχνον τον εμόν Υιόν και Δεσπότην, ως καγώ εζήτησα παρ’ αυτού τούτο το ζήτημα, και εδόθη μοι· και
ιδού δίδωμι υμίν τούτο το αξιόπιστον σημείον: εν όσω βλέπετε εις αυτό το Μοναστήριον αυτήν την θείαν Εικόνα μου, η χάρις του αυτού μου Υιού και το έλεος ουκ εκλείψει αφ’ υμών».
Ο Όσιος Γαβριήλ πατρίδα είχε την Άνω Ιβηρίαν, την κοινώς λεγομένην Γκιουρτζίαν, και ήτο τέκνον ευσεβών γονέων. Περί της ηλικίας του και του τόπου ταφής του, ουδέν διεσώθη. Ίσως να ενεταφιάσθη πλησίον του Σπηλαίου, εις το οποίον ηγωνίσθη και εδέχθη τας επισκέψεις της Υπεραγίας Θεοτόκου, καθότι εδώ
μαρτυρείται η ανάδυσις ευωδίας και η εμφάνισις απλέτου φωτός σκέποντος το Σπήλαιον, το οποίον ενεσωματώθη εις τον νεόκτιστον Ιερόν Ναόν του. Κατά τας ενταύθα τελουμένας Θείας Λειτουργίας ψάλλεται το κατωτέρω κατανυκτικόν Απολυτίκιον [ Ήχος δ ́. Ο υψωθείς εν τω σταυρώ]: «Ασκητικώς επί του Όρους βιώσας, ο Θεοφόρος Γαβριήλ εξ Ιβήρων, της Θεοτόκου γνήσιος εγένετο, ης την Θεοδόξαστον και Αγίαν Εικόνα, εκ βυθού εξήγαγε, θαυμασίως ο Μέγας, και εδοξάσθη λίαν εξ αυτής, ος υπέρ πάντων πρεσβεύει προς Κύριον».
Ο ίδιος εορτάζει: α) την Τρίτην του Πάσχου, ότε και η Ιβηριτική πανήγυρις επί τη ελεύσει της Παναγίας Πορταιτίσσης· β) την 13 Μαίου εκάστου έτους, εορτήν πάντων Ιβηριτών Αγίων· και γ) την Β ́ Κυριακήν του Ματθαίου, μετά των άλλων Οσίων Αγιορειτών Πατέρων, το δε όνομά του αναφέρεται εις το δ ́Τροπάριον
της κοινής αυτών Ακολουθίας. Όμως, η κυρίως εορτή του καθιερώθη να τελήται την 13 Ιουλίου εκάστου έτους, ομού με την Σύναξιν του Αρχαγγέλου Γαβριήλ. Είναι και τούτο εν θαύμα, καθότι επί τινα συνεχή έτη και διά διαφόρους πρακτικούς λόγους συνέπιπτε να τελήται η Θεία Λειτουργία εις τον Ιερόν Ναόν του κατ’ αυτήν
την ημέραν (13 Ιουλίου). Συμφώνως με την ρήσιν της Κυρίας Θεοτόκου, ότι «Σε επέλεξα, σε κρίνω άξιον, συ φέρεις το όνομα του νυμφαγωγού μου (Αρχαγγέλου Γαβριήλ)», ήτο δι’ ημάς ιερά προσταγή, όπως ο Όσιος Γαβριήλ και ο Αρχάγγελος Γαβριήλ εορτάζουν εφεξής από κοινού κατά την αυτήν ημέραν.
Το χαριτωμένον όνομα Γαβριήλ έφερον και συνεχίζουν να φέρουν πολλοί Ιβηρίται Μοναχοί, μεταξύ αυτών και ο εκ Μπερόβης (Βερτίσκου) της Μακεδονίας καταγόμενος Νεοσιομάρτυς Γαβριήλ Ιβηρίτης, Προηγούμενος της Ιεράς Μονής των Ιβήρων, όστις εφονεύθη μαρτυρικώς εν Κυδωνίαις (Αιβαλί) υπό των Τούρκων κατά την υποχώρησιν των Ελλήνων εν Μικρά Ασία το 1922, ομού μετά του εκ των Κυδωνιών καταγομένου Νεοσιομάρτυρος Ιεροδιακόνου Αρκαδίου Ιβηρίτου.
Εις την βορείαν πλευράν του εξωνάρθηκος του Παρεκκλησίου της Παναγίας Πορταιτίσσης εν τη Ιερά Μονή των Ιβήρων, είναι εντετειχισμένη μία ελαφρόπετρα (διαστ. 0,30Χ0,50 εκ.), φέρουσα επ’ αυτής χαρακτόν σταυρόν και χρησιμεύουσα κατά την παράδοσιν ως προσκέφαλον του Οσίου Γαβριήλ του Ίβηρος εις το θερινόν του Σπήλαιον. Ο Όσιος Γαβριήλ συνδέεται επίσης και με το παραθαλάσσιον Αγίασμα της Παναγίας Πορταιτίσσης, καθότι ότε την εξήγαγε θαυμαστώς εκ της θαλάσσης, εις το σημείον όπου την ετοποθέτησεν εξήλθεν Αγίασμα, θαυματουργόν και αστήρευτον μέχρι της σήμερον.
Μία ωραιοτάτη σχετική φορητή Εικών του Οσίου ευρίσκεται εις το τέμπλον του εγγύς του Αγιάσματος Ι. Ναού της Παναγίας Πορταιτίσσης.
Ο Όσιος Γαβριήλ είχε προσέτι και έτερον Σπήλαιον χειμερινόν, γνωστόν εις τον γράφοντα, κείμενον νοτίως της Ιεράς Μονής των Ιβήρων, εις την τοποθεσίαν «Αρτσογιάννη», και δη εγγύς του παραρέοντος χειμάρρου, άνωθεν της θαλάσσης, προς την πλευράν του Λαυριωτικού Μυλοποτάμου. Μάλιστα εις εν μελώδιμα διά τον Όσιον, ψαλλόμενον παλαιότερον εις την λειτουργούσαν Ιβηριτικήν Σκήτην του Τιμίου Προδρόμου, γίνεται αναφορά περί της βιοτής αυτού εν Σπηλαίοις. Απολυτίκιον-Τροπάριον [ Ήχος α ́. Του λίθου σφραγισθέντος]: «Τον βίον διανύσας εν σπηλαίοις και όρεσιν, εδοξάσθης εικότως Γαβριήλ Αγγελόνυμε. Ετρώθης ούν τω έρωτι Χριστού, και πόθω της Αγνής αυτού Μητρός· ης την έντυπον Εικόνα εκ του βυθού, εξήγαγες θαυμασίως. Δόξα τη δοξάση σε Αγνή, δόξα τη θαυμαστώση σε, δόξα τη διά σου πάτερ σοφέ προστατεύση ημών». Κοντάκιον [ Ήχος β ́. Τα άνω ζητών]: «Τω πόθω τρωθείς, Χριστού του Κυρίου σου, τον βίον τον σον διήνυσας εν όρεσι, τοις του Άθω όσιε, Γαβριήλ ως Ηλιού το πρότερον, Ιβηρίας βλαστός ως θεόσδοτος, πρεσβεύων απαύστως υπέρ πάντων ημών».
Μεγαλυνάριον [προς την Τιμιωτέραν]: « Όρους του εν Άθω Καθηγητής, ώφθης εν ερήμοις, οσιώτατε Γαβριήλ· καύχημα γαρ πέλεις, Ιβηριτών και κλέος, και πάντας δισώζεις, τους σε δοξάζοντας». [Επηυξημένα σταχυολογήματα εκ του ημετέρου πονήματος: « Ο Όσιος Γαβριήλ ο Ίβηρ, ο διαγγελεύς της Παναγίας Πορταιτίσσης», Θεσσαλονίκη 1990].
—————
Συνημμένα: Δύο φωτογραφίαι του Ιερού Ναού του Οσίου Γαβριήλ του
Ίβηρος εις την Ιβηριτικήν Τσούκαν Αγίου Όρους Άθω, εκ του εγγύς και μακρόθεν.