Μεταμόρφωση του Κυρίου: Ο Κύριος εκλέγει τούς προκρίτους τών Μαθητών Του Πέτρο, Ιάκωβο καί Ιωάννη.
Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου Γενικού Διευθυντού τής Αποστολικής Διακονίας τής Εκκλησίας τής Ελλάδος
Τόν πρώτο γιά τή θερμή πίστη καί τήν αγάπη πού είχε γιά τόν Χριστό, τόν δεύτερο γιά τήν αυταπάρνηση καί τή διάθεση πού είχε νά πιεί τό Ποτήριο τού Χριστού καί νά μιμηθεί τό θάνατό Του, καί τόν τρίτο γιά τήν αγάπη πού απολάμβανε από τόν Χριστό καί τήν αρετή του. Τούς μαθητές αυτούς οδήγησε “εις όρος υψηλόν κατ’ ιδίαν καί με-τεμορφώθη έμπροσθεν αυτών καί έλαμψεν τό πρόσωπον αυτού ως ο ή-λιος, τά δέ ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως τό φώς”.
Προσεγγίζοντας τώρα τή φράση ακριβώς, πού περιγράφει τή Με-ταμόρφωση τού Κυρίου, παρατηρούμε ότι η λάμψη τού προσώπου τού Κυρίου παρομοιάζεται μ’ αυτή τού ηλίου, γιά νά δείξει τό υπέρμετρο, τό υπερφυσικό, τό αφόρητο στήν όραση. Καί κατόπιν, τά ιμάτια παρομοιά-ζονται μέ τό φώς, πού είναι στοιχείο τού ήλιου. Αντανακλούν βέβαια τή λάμψη τού Σώματος, επισκιάζονται όμως από τό άρρητο φώς τής δόξης τού Προσώπου. Τό φώς τού προσώπου τού Κυρίου έχει υπερφυσικό χα-ρακτήρα καί μαρτυρεί τή Βασιλεία τού Θεού “εληλυθυία εν δυνάμει” κατά τήν υπόσχεσή Του. Καί, εφόσον η Βασιλεία Του είναι καθεαυτή Βασιλεία πάντων τών αιώνων, καί τό Φώς Του είναι Άκτιστο καί Αιώνιο.
Ξαφνικά, στό φωτεινό αυτό πανηγύρι καί τήν εκθαμβωτική λάμ-ψη τής όψεως τού Σωτήρος, ήλκυσε τήν προσοχή τών τριών Μαθητών η παρουσία τών δύο μεγάλων Προφητών, τού Μωϋσέως καί τού Ηλία, τών ενδόξων αυτών αντιπροσώπων τού Νόμου καί τών Προφητών. Καί ενώ ο ένας είχε πεθάνει καί ταφεί πρό πολλού καί ο άλλος είχε μεταστεί ζωντανός στόν ουρανό, ο Κύριος, ως εξουσιαστής τής ζωής καί τού θα-νάτου, τών άνω καί τών κάτω, συνήγαγε καί τούς δύο ενώπιόν Του. Ως αντιπρόσωποι τής Παλαιάς Διαθήκης καί υπηρέτες τής προετοιμασίας τού μυστηρίου τής προαιώνιας βουλής Του, ήλθαν νά παραστούν καί νά μαρτυρήσουν ότι ο Ιησούς είναι ο λυτρωτής τού κόσμου. Συνομιλούσαν δέ μέ τόν Ιησού, αποδεικνύοντας ότι όλα όσα ο Νόμος καί οι Προφήτες είχαν προείπει γύρω από τό Πάθος καί τήν Ανάστασή Του θά εκπληρώ-νονταν στήν Ιερουσαλήμ, όπως γράφει ο Λουκάς.
Κατά τήν υπερφυή αυτή σύναξη, πάλι παίρνει τό λόγο ο Απόστολος Πέτρος, λέγοντας: “Κύριε, καλόν εστιν ημάς ώδε είναι ει θέ-
λεις, ποιήσωμεν ώδε τρείς σκηνάς, σοι μίαν καί Μωσεί μίαν καί μίαν Η-λία”.
Η λέξη “σκηνή”, πού ανέφερε ο Πέτρος, υπονοεί ίσως τή σκηνή τού Μαρτυρίου ή – κατά άλλη ερμηνεία – εν γένει τή σκηνή τού Θεού, πού είναι πλήρης τής δόξης Του. Βέβαια, τήν απάντηση ο Πέτρος δέν τήν πήρε ούτε από τόν Μωϋσή, ούτε από τόν Ηλία, αλλά από τόν Ίδιο τόν Πατέρα “νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν αυτούς, καί ιδού φωνή εκ τής νεφέλης λέγουσα ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ώ ευδόκησα αυτού ακούετε”.
Η Νεφέλη δεικνύει τήν παρουσία καί δύναμη τού Θεού, τό ένδυ-μα “τής μεγαλοπρεπούς δόξης” τού Θεού, όπως μαρτυρεί ο ίδιος ο Από-στολος Πέτρος. Η Νεφέλη αυτή είναι όντως η θεία σκηνή, σκηνή αχειρο-ποίητη, ο Παράδεισος τού Θεού, ο οποίος παρουσιάζεται στή Μεταμόρ-φωση αυτή γιά νά διδάξει τούς μαθητές τί νά γυρεύουν: τά άνω, τά θεί-α, τά τέλεια. Αυτή ήταν καί η μεγαλύτερη μακαριότητα γιά τούς Απο-στόλους, τό νά βρεθούν δηλαδή κάτω απ’ τήν ίδια στέγη μέ τό Δεσπότη Χριστό. Καί παρόλο πού έφερε τή φωνή τού Πατρός, η ίδια συμβολίζει τό συμπαγές καί αδιάρρηκτο όλης τής Αγίας Τριάδος.
Η φωνή αυτή ήλθε από τή Νεφέλη, γιά νά φανεί η θεία προέλευ-σή της, νά μαρτυρήσει ότι ο Χριστός είναι Υιός Μονογενής, Υιός αγαπη-τός καί σ’ Αυτόν αναπαύεται όλη η Ευδοκία τού Ουρανίου Πατρός. “Ού-τος εστίν ο Υιός μου”, δηλαδή Μονογενής καί Ομοούσιος μέ τόν Γεννή-τορα. “Ο αγαπητός”, πού έχει τό ένα καί αυτό θέλημα μέ τόν Πατέρα.
Τέλος, η φωνή συμπληρώνει: “Αυτού ακούετε”. Άν θέλουμε δηλα-δή νά μεταμορφωθούμε καί νά εισέλθουμε στήν ουράνια καί αχειρο-ποίητη σκηνή τού “Πρωτοτόκου πάσης κτίσεως”, υπάρχει μόνο μία ο-δός, η οδός τών εντολών. Αυτός έδειξε τήν οδό καί ταυτόχρονα είναι ο Ίδιος η Οδός πού εισάγει στόν Ουρανό, πέραν τού καταπετάσματος τής ορατής δημιουργίας. Όποιος δεχθεί τό σταυρό Του, πού είναι τό κεφά-λαιο όλων τών εντολών, αυτός βρίσκει τή δόξα Του.
Η Νεφέλη τής δυνάμεως καί παρουσίας τού Θεού, σέ συνδυασμό μέ τή φωνή τού ανάρχου Γεννήτορος, υπήρξε η υπέρτατη στιγμή τής Θαβώρειας Θεοφάνειας. Συγκλόνισε δέ τούς Αποστόλους κι “έπεσαν ε-πί πρόσωπον αυτών καί εφοβήθησαν σφόδρα”. Δέν εμπόρεσαν νά χω-ρέσουν τό πλήρωμα καί τήν τελειότητα τού Φωτός πού τούς εμφανί-σθηκε. Προσέπεσαν στή γή, δείχνοντας τήν αδυναμία τους, αλλά καί τή λατρευτική τους στάση. Καί ενώ βρίσκονταν κατακείμενοι οι Μαθη-τές στή γή, τούς πλησίασε ο Ιησούς καί τούς ανόρθωσε, αποδιώχνοντάς τους τό φόβο καί ενθαρρύνοντάς τους. Πράγμα τό οποίο σημαίνει πώς όσο βρισκόμαστε στή γή, η μεσιτεία τής ενανθρωπήσεως τού Κυρίου εί-
ναι απαραίτητη γιά τήν ανόρθωσή μας. Ήταν απαραίτητη η κατάβαση Ε-κείνου πρός εμάς, γιά νά επιτύχουμε κι εμείς τήν άνοδό μας στή Βασι-λεία Του.
Η Μεταμόρφωση αποτελεί εσχατολογική φανέρωση. Έλαβε χώρα τή συγκεκριμένη στιγμή γιά νά στηρίξει τούς Μαθητές στή δοκιμασία τού Πάθους τού Διδασκάλου τους, έχει όμως διαχρονική σημασία καί α-ποσκοπεί στό νά ενισχύσει καί εμάς στήν πίστη τού Χριστού.
Εκείνος πού μεταμορφώθηκε στό Θαβώρ καί έδειξε τή δόξα Του στούς εκλεκτούς Μαθητές Του, μέλλει καί πάλι νά έλθει μετά δόξης “κρίναι ζώντας καί νεκρούς”. Καί απ’ ό,τι μάς παραδίδουν οι Άγιοι τής Εκκλησίας μας, η έσχατη Επιφάνεια τού Χριστού θά είναι πολύ πιό έν-δοξη από εκείνη τής Μεταμορφώσεως. Κατά τή Θαβώρεια Μεταμόρφω-ση, ο Κύριος έλαμψε ως ο ήλιος καί η δόξα Του περιέβαλε τούς δύο Προφήτες καί τούς τρείς Μαθητές. Κατά τήν έσχατη ημέρα τής Δευτέ-ρας Παρουσίας Του, η λάμψη τής αστραπής τού Προσώπου Του θά κα-λύψει όλη τήν οικουμένη καί θά είναι “απ’ άκρων ουρανών έως άκρων αυτών”, ή – όπως λέγει ο Ευαγγελιστής Μάρκος – “απ’ άκρου τής γής έως άκρου τού ουρανού”. Όλος ο κτιστός κόσμος τών αγγέλων καί τών αν-θρώπων θά πληρωθεί τού Φωτός καί τής δόξης τού Κυρίου. Όλες οι φυ-λές τής γής θά δούν τή δόξα Του. Όσοι μέν δέν θά αναμένουν τό σωτή-ριον τού Θεού “κόψονται”, θά θρηνήσουν δηλαδή απαράκλητα. Οι στρατιές δέ όλων τών Αγγέλων καί οι χοροί όλων τών Αγίων καί δικαίων – ανά τούς αιώνας – θά συναχθούν στήν Παρουσία τού Υιού τού Ανθρώ-που, μέ αναστημένα καί αφθαρτοποιημένα σώματα, καί θά λάμψουν “ως ο ήλιος”.
Εκείνη, η ημέρα τού Κυρίου, θά είναι μία διαρκής Μεταμόρφωση, γι’ αυτό καί όπως λέγει τό βιβλίο τής Αποκαλύψεως, όσοι αξιωθούν νά δούν τήν ημέρα εκείνη τού Κυρίου δέν θά έχουν ανάγκη από ήλιο. Θά λατρεύουν τόν Θεό μέ ανακεκαλυμμένα πρόσωπα καί θά βλέπουν τό πρόσωπό Του καί τό όνομά Του θά είναι γραμμένο στά μέτωπά τους “καί νύξ ουκ έσται έτι, καί ου χρεία λύχνου καί φωτός ηλίου, ότι Κύριος ο Θεός φωτιεί αυτούς καί βασιλεύσουσιν εις τούς αιώνας τών αιώνων”.