I.M. MANHΣ: Ο Σεβ. Μητροπολίτης Μάνης κ. Χρυσόστομος Γ χθές 11/5/2022 παρέστη και μίλησε στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Τμήμα Χημείας του Πανεπιστημίου Αθηνών και είχε ως θέμα την παρουσίαση του βιβλίου των Θωμά Μαυρομούστακου, καθηγητού της Χημείας και Σωτηρίου Δεσπότη, καθηγητού της Θεολογίας, εκδόσεως Πανεπιστημίου Αθηνών.
Παρακάτω παραθέτουμε την εισήγηση του Σεβασμιωτάτου:
Τό βιβλίο, τών καθηγητών τού Πανεπιστημίου Αθηνών τής Χημείας κ. Θωμά Μαυρομούστακου καί Θεολογίας κ. Σωτηρίου Δεσπότη είναι εξαιρετικό, πρωτότυπο καί λίαν χρήσιμο καί έπρεπε νά πραγματοποιηθεί η παρούσα παρουσίαση.
Ο τίτλος τού συγγράμματος είναι: «Θεολογική καί Χημική Επισκόπηση τής Ανάστασης τού Λαζάρου καί τού Χριστού σύμφωνα μέ τό κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο» καί έκδοση Εθνικού καί Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών 2022, σελίδες 250.
Δέν θά προχωρήσω σέ παρουσίαση τών οκτώ κεφαλαίων, μόνον θά υπογραμμίσω τήν σημαντική καί αξιόλογη βιβλιογραφία πού χρησιμοποιήθηκε γιά τήν σύνταξη τής μελέτης τόσο τήν ελληνική όσο καί τήν ξένη. Ωστόσο, θά ήθελα νά σημειώσω μόνο, ότι στή σελίδα 202, έπρεπε νά γραφεί η χρονολογία, τό έτος 2016 όπου ξεκίνησε η συντήρηση καί η αποκατάσταση τού Παναγίου Τάφου από τήν διεπιστημονική ομάδα τού ΕΜΠ καί ότι τό 2017 παραδόθηκε τό όλο έργο της. Καί τούτο διά τήν ακρίβειαν τής όλης μελέτης. Επίσης σχετικά μέ τόν Λάζαρο στή σελίδα 201 αντί τού ρήματος «θά καταλήξει Επίσκοπος» θά μπορούσε νά γραφεί «θά χειροτονηθεί Επίσκοπος».
Ειδικότερα, θά ομιλήσω γιά τήν Ανάσταση τού Χριστού. Είναι γεγονός ότι όλες οι επιστήμες έρχονται καί συμβάλλουν καί στό μέγιστο αυτό γεγονός, όπως καί σέ άλλα θέματα τής Καινής Διαθήκης. Ήτοι, Θεολογία, Φιλολογία, Ιστορία, Αρχαιολογία, Γεωγραφία, Νομική επιστήμη, Ιατροδικαστική καί τώρα καί η Χημεία, όπως εν προκειμένω.
Ειδικότερα, η Θεολογία θά στηριχθεί στά γραπτά μνημεία, τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη καί θά χρησιμοποιήσει τήν κατά γράμμα ερμηνεία καί μέθοδο, τήν ιστορική, τήν τυπολογική αλλά καί τήν αλληγορική μέθοδο. Άλλοτε θ’ ακολουθήσει τήν Αλεξανδρινή Σχολή καί άλλοτε τήν Αντιοχειανή, ως γνωρίζουν οι θεολόγοι επιστήμονες. Από κοντά, οπωσδήποτε η φιλολογία γιά τήν ερμηνευτική προσέγγιση αλλά καί εμβάθυνση τών λέξεων, τών όρων, τής ετυμολογίας τών λέξεων, τής ερμηνείας τών φράσεων. Η Ιστορία θά βοηθήσει μαζί μέ τήν Αρχαιολογία γιά τόν χρονικό προσδιορισμό τών γεγονότων, τίς συνθήκες τής εποχής, θά καταγράψει τά γεγονότα.
Έπειτα, η Γεωγραφία θά προσδιορίσει πόλεις, κωμοπόλεις, χωρία καί τίς θέσεις τους. Ακόμη έχουμε τήν Νομική επιστήμη η οποία θά εξετάσει καί θά παρουσιάσει τήν δίκη καί τήν καταδίκη εις θάνατον τού Χριστού. Σημαντικές, ειρήσθω εν παρόδω, είναι οι μελέτες τού αειμνήστου Γυμνασιάρχου Νικολάου Πετροπούλου, «η Δίκη τού Χριστού», Αθήναι 1936, τού Αρεοπαγίτου Ευαγγέλου Ανδριανού, μέ τόν τίτλο «η Δίκη τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού», Αθήναι 2015 καί τού επιτίμου Αντιπροέδρου τού Αρείου Πάγου Θεοδώρου Λαφαζάνου, επίσης μέ τόν τίτλο «η Δίκη τού Ιησού Χριστού», Αθήνα 2020.
Συνάμα, η Ιατροδικαστική επιστήμη θά μάς δώσει νά καταλάβουμε τί σημαίνει «εν τοίς πράγμασι», σταυρικός θάνατος. Αξιόλογη είναι, εν προκειμένω, η συνέντευξη στίς 4/5/2013 τού Προϊσταμένου τής Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών Φιλίππου Κουτσάφτη, στήν εφημερίδα «Κυριακάτικη Δημοκρατία».
Επίσης καί η Αριθμητική θά συνδράμει στόν συμβολισμό τών αριθμών ως επίσης καί η Αστρονομία διά τά γενόμενα μέ τόν θάνατο τού Χριστού. Ειδικότερα, τό παρόν βιβλίο έχει αρκετές σελίδες γιά τήν συμβολική τών αριθμών.
Καί ιδού τώρα, ίσως γιά πρώτη φορά έρχεται καί η επιστήμη τής Χημείας. Θά μάς μιλήσει γιά τό «μίγμα σμύρνης καί αλόης ως λίτρας εκατόν» (Ιω. 19, 39) τά αρώματα τής ταφής τού Χριστού ως καί διά τά οθόνια καί τό σουδάριον (Ιω. 20, 6-7), τά κείμενα στόν κενό τάφο.
Όλα βεβαίως τά ανωτέρω χρειάζονται καί αποδεικνύεται διά μία ακόμη φορά ότι δέν συγκρούεται θρησκεία καί επιστήμη αλλ’ ότι είναι παράλληλοι δρόμοι μέ διακεκριμένα τά όρια τους.
Κατ’ ακολουθίαν, αφού, συγχαρώ τούς αξιολόγους συγγραφείς γιά τό πόνημά τους αυτό θά προχωρήσω μιλώντας γιά τό «θαύμα τών θαυμάτων», τό μέγιστο αυτό γεγονός καί ανερμήνευτο θείο μυστήριο τής Αναστάσεως τού Χριστού.
1ον.
Ειδικότερα θά σημειώσω τά κάτωθι: Είναι γεγονός ότι έχουμε πολλές αναστάσεις στήν Αγία Γραφή όπως:
Ο Προφ. Ηλίας ανέστησεν τόν υιόν τής χήρας τών Σαρεπτών, (Γ’ Βασ. ΙΖ’. 17-23).
Ο Προφ. Ελισσαιέ ανέστησεν τόν υιόν τής Σουναμίτιδος, (Δ’ Βασ. Δ’. 14-35).
Τά οστά τού Ελισσαιέ ανέστησαν ένα νεκρόν (Δ’ Βασ. ΙΓ’. 20-21).
Ο Ιησούς ανέστησεν τόν υιόν τής χήρας τής Ναίν, (Λουκ. Ζ’, 11-16).
Ο Ιησούς ανέστησεν τήν κόρη τού Ιαείρου, (Λουκ. Η’. 49-56).
Ο Ιησούς ανέστησεν τόν τετραήμερον Λάζαρον, (Ιωάν. ΙΑ. 43-44).
Οι αναστηθέντες εξ αιτίας τής Σταυρώσεως τού Ιησού (Ματθ. Κζ’. 52-53).
Ο Πέτρος ανέστησεν τήν Ταβιθά, (Πράξ. Θ’. 36-41).
Ο Παύλος ανέστησεν τόν νεαρόν Εύτυχον, (Πράξ. Κ’. 7-12).
Η διαφορά όμως όλων αυτών τών αναστάσεων, εκ τής τού Κυρίου Αναστάσεως είναι η εξής: Ότι όλοι ανεστήθησαν, (υπό άλλων), ενώ ο Ιησούς, ανέστη ο Ίδιος.
*
Η Ανάστασις τού Χριστού είναι η νίκη κατά τού θανάτου καί η επ’ αυτού κυριαρχία. Μόνον ο Χριστός ανεστήθη ο ίδιος, όπως είπαμε, καί τούτο εκφράζει τό Βασιλικόν αξίωμα Αυτού. Ο Χριστός είναι κύριος τών πάντων καί αυτού ακόμη τού θανάτου. Δέν είναι ένα απλό γεγονός, αλλά τό κύριον, βασικόν καί κεντρικόν γεγονός τής όλης χριστιανικής πίστεως καί διδασκαλίας καί όπως σπουδαίως συνέβαλε στό σημείο αυτό μέ τήν θεολογική του σκέψη καί εμπειρία ο καθηγητής Δεσπότης.
Η Ανάστασις είναι βέβαια φυσικό επακολούθημα τής θεότητος τού Χριστού. Μόνον έτσι δύναται νά ερμηνευθεί. Ο Χριστός έπαθεν ως άνθρωπος, ανέστη όμως ως Θεός. Η μέν σταύρωσις εξηγείται εκ τής ανθρωπίνης φύσεως, η δέ ανάστασις εκ τής θείας αυτού φύσεως.
Οι μαθητές Του εκεί στηρίχθηκαν διά τό αποστολικόν τους έργον. Η Ανάστασις είναι η αφετηρία τους. Άλλωστε, ως γράφει, ο Απ. Παύλος: «Ει Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα τό κήρυγμα ημών, κενή καί η πίστις ημών» (Α’ Κορ. 15, 14).
Έτσι, η Ανάστασις κατέχει καί στήν όλη ζωή τής Εκκλησίας κεντρική θέση. Είναι μάλιστα γιά τήν ορθόδοξη λατρευτική ζωή πολύ σημαντικόν γεγονός πού πληρώνει τά πάντα. Νυχθημερόν υμνείται η Ανάστασις. Κάθε Κυριακή είναι η εορτή τής Αναστάσεως. Αυτή αύτη η Θ. Λειτουργία είναι Ανάστασις. Καί η θεία Κοινωνία, Πάσχα. Γι’ αυτό καί η ορθόδοξη Εκκλησία έχει λεχθεί, ότι είναι η Εκκλησία τής Αναστάσεως.
2ον.
Τά ιερά αντικείμενα, τό μίγμα σμύρνης καί αλόης τού Νικοδήμου, τά οθόνια καί τό σουδάριον τού τάφου αποτελούν αυθεντικά καί ισχυρά στοιχεία τού θανάτου, τής ταφής καί στή συνέχεια τής αναστάσεως τού Χριστού. Εν προκειμένω, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είναι σαφής καί μέ λεπτομέρειες στήν όλη περιγραφή του καταρρίπτοντας τίς θεωρίες καί τά φληναφήματα περί τού αντιθέτου τής αναστάσεως τού Κυρίου. Γράφει πολύ χαρακτηριστικά: «Έρχεται ούν Σίμων Πέτρος ακολουθών αυτώ καί εισήλθεν εις τό μνημείον καί θεωρεί τά οθόνια κείμενα καί τό σουδάριον, ό ήν επί τής κεφαλής αυτού, ου μετά τών οθονίων κείμενον, αλλά χωρίς εντετυλιγμένον εις ένα τόπον» (Ιω. 20, 6-7).
3ον.
Ολίγα καί περί τού Άδου. Ο Άδης δέν είναι ο τάφος. Καί τούτο διότι ή ψυχή τού Χριστού δέν ετάφη. Εξ άλλου, η λέξη άδης δέν είναι ταυτόσημος πρός τήν λέξη τάφος.
Ούτε τόν θάνατον σημαίνει, καθ’ ότι ή ψυχή δέν πέθανε.
Ούτε τόπον σημαίνει, διότι οι έννοιες τόπος καί χρόνος δέν ισχύουν γιά τά πνεύματα.
Όλα αυτά λέγονται «τροπικώς» διά «τό ασθενές ημών» κατά τούς θεοφόρους πατέρες.
Ένα τροπάριο τά λέγει όλα καί είναι πολύ χαρακτηριστικό: «Εν τάφω σωματικώς, εν Άδου δέ μετά ψυχής ώς Θεός, εν παραδείσω δέ μετά ληστού καί εν θρόνω υπήρχες Χριστέ, μετά Πατρός καί Πνεύματος, πάντα πληρών ο απερίγραπτος» καί ο ιερεύς τότε, θυμιάζει τήν Αγία Τράπεζα πού συμβολίζει τόν τάφο τού Χριστού.
Ο Απ. Πέτρος γράφει γιά τό έργο τού Χριστού στόν Άδη. «Χριστός άπαξ περί αμαρτιών απέθανε, θανατωθείς μέν σαρκί, ζωοποιηθείς δέ πνεύματι ενώ καί τοίς εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν, απειθήσασί ποτε, ότε απεξεδέχετο η τού Θεού μακροθυμία εν ημέραις Νώε κατασκευαζομένης κιβωτού, εις ήν ολίγοι, τουτέστιν οκτώ ψυχαί, διεσώθησαν δι’ ύδατος» (Α’ Πέτρ. 3, 20).
Επίσης ο Απ. Πέτρος γράφει ότι ο Χριστός «εν νεκροίς ευηγγελίσθη» (Α’ Πέτρ. 4, 6). Ο Απ. Παύλος επίσης ομιλεί γιά τά «καταχθόνια» όπου επήγε καί κήρυξε ο Χριστός (Φιλιπ. 2, 10-11).
Έπειτα η έκφραση ότι ο Χριστός ανέστη εκ νεκρών υποδηλοί ότι πρό τής αναστάσεως βρισκόταν μετά τών νεκρών διαμενόντων στόν Άδη.
*
4ον.
Τό βίωμα τής Αναστάσεως: Είναι γεγονός, ότι ζούμε πλέον στήν εποχή τής παγκοσμιοποίησης, όπου από τήν μία ημέρα υπάρχει η απειλή τής απεχθούς ανασφάλειας καί από τήν άλλη η ευδαιμονιστική, υλιστική αντίληψη τής ζωής. Στό κέντρο βρίσκεται ο άνθρωπος. Καί αυτός ο μεταμοντέρνος άνθρωπος φαίνεται νά προτιμά τόν δρόμο τής αυτονομίας, τής αυτάρκειας, τής λογικής του καί μόνον. Τό cogito ergo sum τού Descartes, στέκεται όχι μόνο, στήν αρχή τών νέων χρόνων, αλλά καί προσδιορίζει τήν όλη πορεία, μέχρι καί σήμερα. Ο νεο ορθολογισμός γίνεται ο μικρός ή ο μεγάλος θεός καί τό κριτήριο, ως ένα άλλο «αλάθητο» ως καί τό «μέτρον πάντων άνθρωπος», καθίσταται κυρίαρχο σ’ όλες τίς δομές τής κοινωνίας μας.
Ωστόσο, τά προβλήματα τού ανθρώπου δέν ελαττώνονται καί η βασική οντολογική κατηγορία τής ύπαρξης παραμένει αλύτρωτη. Εξακολουθεί καί ο άνθρωπος τού 21ου αιώνα νά νοιώθει τό ανικανοποίητο κενό μέσα του καί νά ταράσσεται αλλά καί νά προβληματίζεται γιά τό γεγονός τού θανάτου.
Αλλ’ όμως, έρχεται μπροστά στόν σύγχρονο άνθρωπο, τό πρωτοφανές καί εκπληκτικό γεγονός τής Αναστάσεως τού Χριστού. Ακούγεται τό: «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν» καί ηχεί τό: «Χριστός Ανέστη». Ο Αναστάς Κύριος κατενίκησε πλέον τόν θάνατον.
Αλλά ανεβαίνει άδολα στόν νού μας καί ένα άλλο ερώτημα: Αυτόν τόν Αναστάντα, τόν χρειαζόμεθα; Σέ καιρούς τών ανακαλύψεων τού DNA, τής εξερεύνησης άλλων πλανητών καί σέ μία κοινωνία κατακλυσμένη από τά τεχνολογικά επιτεύγματα, σ’ ένα κόσμο τών τρομακτικών πολεμικών μέσων καί τών ραγδαίων εξελίξεων, ο Αναστάς εκ νεκρών, Ιησούς Χριστός τί μπορεί νά μάς προσφέρει; Πρόκειται γιά ένα υπαρκτό ερώτημα, τό οποίο συνεχώς έρχεται στό προσκήνιο.
Ωστόσο, η απάντηση μυσταγωγικώς βρίσκεται στόν Πανάγιο Τάφο, εκεί στό «καινό μνημείο». Ο κενός τάφος είναι εκείνος πού δίνει τήν πληροφορία, τήν καλή αγγελία, τό Ευαγγέλιο τής άλλης βιοτής. Η Ανάσταση τού Χριστού είναι ένα συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός. Γι’ αυτό καί ο Χριστός, δέν μπορεί νά περικλείεται σέ μία ιδεολογία, δέν μαθαίνεται από τίς βιογραφίες τών εγκυκλοπαιδειών, δέν εκφράζεται μέ τίς κινηματογραφικές ταινίες, δέν παίζεται επί σκηνής τών θεάτρων. Δέν είναι σημείο τού internet. Ο Αναστάς, είναι τό «μυστήριο τών αιώνων», γιατί «ηγέρθη όντως», καί οι εμφανίσεις Του, αποδεικνύουν καταφανέστατα αυτό τό «θαύμα τών θαυμάτων». Ουδόλως ισχύει η εσφαλμένη αντίληψη «πίστευε καί μή ερεύνα» αλλά «φέρε τόν δάκτυλόν σου ώδε καί ίδε τάς χείρας μου καί φέρε τήν χείρα σου καί βάλε εις τήν πλευράν μου καί μή γίνου άπιστος αλλά πιστός» (Ιω. 20, 27). Έτσι, η Ανάσταση τού Ιησού Χριστού καθίσταται τελικά ένα δύσκολο θέμα, όταν δέν μπορείς νά διαθέσεις εκείνη, τήν άλλη διόπτρα, τής πίστεως. Άλλωστε, ο Ίδιος ο Χριστός είναι Εκείνος πού αφήνει καί αποκαλύπτεται καί βιώνεται υπαρξιακά, συνειδητά στούς πιστεύοντες.
Είναι, λοιπόν, φανερό ότι η μαρτυρία τής Αναστάσεως έχει καθοριστική σημασία καί αξία γιά τόν κάθε άνθρωπο, όπου γής. Σ αυτό τό Πρόσωπο τού Αναστάντος συναντάμε τήν νίκη κατά τού θανάτου, τού μεγίστου αυτού οδυνηρού μυστηρίου γιά τήν ανθρώπινη ύπαρξη καί αυτό τό Πανάγιο Πρόσωπό Του καταγλυκαίνει τήν ύπαρξή μας καί αποτελεί τό πλήρωμα τής ψυχής.
Μόνο, τελικά, μέ τόν Αναστάντα απολαμβάνουμε τήν χαρά, στήν απελπισία μας. Δίνουμε νόημα στόν σκοπό τής επίγειας ζωής μας. Βρίσκουμε τήν πορεία πρός τό summum bonum, πού ταυτίζεται μέ τόν λόγο Εκείνου, στήν «επί τού Όρους Ομιλία» Του. «Έσεσθε ούν υμείς τέλειοι, ώσπερ ο Πατήρ υμών ο ουράνιος τέλειός εστιν». (Ματθ. 5, 48).