Ιεροσόλυμα: Η Κυριακή, 1η Μαίου 2022 ,εωρτάσθη υπό τού Πατριαρχείου ως Δευτέρα Κυριακή μετά τό Πάσχα καί ως Κυριακή τού Θωμά.
Κατά τήν Κυριακήν ταύτην η Εκκλησία αναμιμνήσκεται τό γεγονός τής μετά τήν Ανάστασιν τού Κυρίου εμφανίσεως Αυτού τήν ογδόην ημέραν, τών θυρών κεκλεισμένων εις τό υπερώον εις τούς μαθητάς, ότε καί ο Θωμάς ήτο μετ αυτών καί προτραπείς υπό τού Κυρίου όπως ψηλαφήση Αυτόν, εψηλάφησε τάς χείρας καί τήν πλευράν Αυτού καί είδε καί επίστευσεν καί ο Κύριος είπεν Αυτώ «ότι εώρακάς με πεπίστευκας, μακάριοι οι μή ιδόντες καί πιστεύσαντες», (Ιωάν. 20, 24-31) .
Α. Τό γεγονός τούτο εωρτάσθη εις Κανάν τής Γαλιλαίας, ομού μετά τού γεγονότος, τού εκεί συμβάντος, τής μετατροπής δηλονότι τού ύδατος εις οίνον καί τής ευλογίας τού γάμου, εορταζομένου τήν Κυριακήν τού Θωμά, λόγω τής Περικοπής τού εν Κανά γάμου, αναγιγνωσκομένης τήν Δευτέραν μετά τήν Κυριακήν τού Θωμά.
Τής πανηγύρεως εις Κανάν προεξήρξεν η Α.Θ.Μ. ο Πατήρ ημών καί Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος, συλλειτουργούντων τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναζαρέτ κ. Κυριακού καί τού Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου καί τού Γέροντος Καμαράση Αρχιμανδρίτου π. Νεκταρίου, Αγιοταφιτών Ιεροδιακόνων καί Αραβοφώνων Ιερέων τής περιοχής τής Γαλιλαίας.
Εις τό Κοινωνικόν τής θείας Λειτουργίας ο Μακαριώτατος εκήρυξε τόν θείον λόγον διά τής κάτωθι προσφωνήσεως Αυτού ως έπεται:
«Ταύτην εποίησε τήν αρχήν τών σημείων ο Ιησούς εν Κανά τής Γαλιλαίας καί εφανέρωσε τήν δόξαν αυτού, καί επίστευσαν εις αυτόν οι μαθηταί αυτού», (Ιωάν. 2,11).
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί καί προσκυνηταί,
Η θεία Χάρις τού αναστάντος Θεού καί Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού συνήγαγε πάντας ημάς εν τώ ιερώ τούτω τόπω εν Κανά τής Γαλιλαίας, ένθα έστησαν οι πόδες τού Χριστού αλλά καί τής μητρός Αυτού τής Θεοτόκου αειπαρθένου Μαρίας, ίνα μετά παρρησίας καταγγείλωμεν τήν Ανάστασιν τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Καί τούτο διότι, ως κηρύττει ο σοφός Παύλος: «ει δέ Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα τό κήρυγμα ημών κενή δέ καί η πίστις υμών», (Α΄ Κορ. 15,14).
Η σημερινή Ευαγγελική περικοπή ως καί η αυριανή τοιαύτη αναφέρεται εις τά σημεία, τά οποία εποίησεν ο Ιησούς ενώπιον τών μαθητών Αυτού, ίνα αυτοί καί ημείς πιστεύσωμεν ότι Ιησούς εστιν ο Χριστός, ο Υιός τού Θεού καί «ίνα πιστεύοντες ζωήν έχωσιν εν τώ ονόματι αυτού», (Ιωάν 20,31).
Εις μέν τήν σημερινήν Ευαγγελικήν περικοπήν τού Ευαγγελίου τού Ιωάννου ακούομεν τού Κυρίου λέγοντος τώ Θωμά «ότι εώρακάς με πεπίστευκας, μακάριοι οι μή ιδόντες καί πιστεύσαντες», (Ιωάν. 20,29) εις δέ τήν άλλην Ευαγγελικήν περικοπήν ακούομεν ότι εποίησεν τήν αρχήν τών σημείων ο Ιησούς εν Κανά τής Γαλιλαίας καί εφανέρωσε τήν δόξαν αυτού καί επίστευσαν εις αυτόν οι μαθηταί Αυτού», (Ιωάν. 2,11).
Τήν ανάγκην καί τήν δύναμιν τής πίστεως διά τήν κατανόησιν τού μυστηρίου τής θείας Οικονομίας επικαλείται καί ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγων: «Πεφανέρωται τά θαύματα τοίς προσκυνούσιν εν πίστει τό μυστήριον».
«Καί μεθ ημέρας οκτώ πάλιν ήσαν έσω οι μαθηταί αυτού καί Θωμάς μετ αυτών έρχεται ο Ιησούς τών θυρών κεκλεισμένων, καί έστη εις τό μέσον καί είπεν ειρήνη υμίν είτα λέγει τώ Θωμά φέρε τόν δάκτυλόν σου ώδε καί ίδε τάς χείράς μου, καί φέρε τήν χείρά σου καί βάλε εις τήν πλευράν μου, καί μή γίνου άπιστος, αλλά πιστός καί απεκρίθη Θωμάς καί είπεν αυτώ ο Κύριός μου καί ο Θεός μου», (Ιωάν. 20, 26-28).
Ερμηνεύων τούς λόγους τούτους ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει:«ευλογώτατα τοιγαρούν τάς αγίας συνόδους εν ταίς Εκκλησίαις ποιούμεθα κατά τήν ογδόην. Καί ει χρή τι καί μυστικώτερον ειπείν, αποκλείομεν μέν τάς θύρας επιφοιτά δέ καί επιφαίνεται πάσιν ημίν ο Χριστός, αοράτως τε καί ορατώς αοράτως μέν ως Θεός, ορατώς δέ πάλιν εν σώματι. Επιτρέπει δέ καί δίδωσι τής αγίας αυτού σαρκός αποθίγειν. Πρόσιμεν γάρ κατά χάριν Θεού τή μεθέξει τής μυστικής ευλογίας εις χείρας δεχόμενοι τόν Χριστόν, ίνα καί ημείς αραρότως πιστεύσωμεν ότι τόν ίδιον αληθώς ήγειρε ναόν Παραιτώμεθα τοίνυν ως ολέθριόν τι χρήμα τήν απιστίαν καί μετά τό άψασθαι τού Χριστού πιστότατοι δέ μάλλον καί βέβαιον έχοντες ευρισκόμεθα φρόνημα».
Μέ άλλα λόγια, αγαπητοί μου αδελφοί, η συμμετοχή μας εις τό μυστήριον τής μυστικής ευλογίας, τουτέστιν τής κοινωνίας τού τιμίου Σώματος καί Αίματος τού Σωτήρος ημών Χριστού, αποτελεί αληθή ομολογίαν καί ανάμνησιν, ότι ο Κύριος απέθανε καί ανέστη δι ημάς καί υπέρ ημών.
«Καί τή ημέρα τή τρίτη γάμος εγένετο εν Κανά τής Γαλιλαίας, καί ήν η μήτηρ τού Ιησού εκεί εκλήθη δέ καί ο Ιησούς καί οι μαθηταί αυτού εις τόν γάμον», (Ιωάν. 2,1-2).
Σχολιάζοντες τήν παρουσίαν τού Χριστού εις τόν εν Κανά Γάμον, ο μέν Ζιγαβηνός λέγει: «Ο τόν γάμον νομοθετήσας ήλθε τιμήσων τόν γάμον καί αγιάσων αυτόν τή παρουσία Αυτού [τού Ιησού]. Ο δέ άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας επικαλούμενος τόν θείον Παύλον λέγει «Φιλάνθρωπος ών ο Σωτήρ τετίμηκε τή παρουσία Αυτού τόν γάμον, [αυτού τού Σωτήρος όντος] η πάντων ευθυμία καί χαρά, ίνα τής τεκνογονίας τήν αρχαίαν εξελάση [= απομακρύνη] κατήφειαν [= τήν κατάραν]. Καί τούτό διότι, αυτός ο οποίος είναι ηνωμένος μέ τόν Χριστόν αποτελεί νέον δημιούργημα. Η αρχαία κατάστασις, τήν οποίαν είχε δημιουργήσει ο Μωσαϊκός νόμος καί η αμαρτία επέρασεν. Ιδού έχουν γίνει όλα νέα «ει τις εν Χριστώ καινή κτίσις. Τά αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε καινά τά πάντα», (Β΄ Κορ. 5,17).
Κατά δέ τήν μαρτυρίαν τού Ευαγγελιστού Ιωάννου, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, ομιλών περί τού Κυρίου παρουσιάζει τόν Χριστόν ως νυμφίον, λέγων «ο έχων τήν νύμφην νυμφίος εστιν», (Ιωάν. 3,29). Ερμηνεύων τό χωρίον τούτο ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, αναφέρεται εις τόν γάμον τόν πνευματικόν μεταξύ ανθρωπότητος καί Χριστού, ο οποίος γάμος, επιτυγχάνεται διά τού αγίου Βαπτίσματος. Κατά δέ τόν ερμηνευτήν Ζιγαβηνόν, η νύμφη είναι «ο λαός τών πιστών, τουτέστιν η Εκκλησία, η μυστικώς συναπτομένη τώ Χριστώ διά πίστεως».
«Δίκην [κατά τρόπον] ηλιακής ακτίνος η τού Σωτήρος ημών Χριστού ανέλαμψε δόξα», λέγει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, «όταν εποίησε τήν αρχήν τών σημείων εν Κανά τής Γαλιλαίας, ενώπιον τής Μητρός καί τών μαθητών Αυτού», (Πρβλ. Ιωάν. 3, 1-11). Μεταξύ δέ τών πολλών καί άλλων σημείων, τά οποία εποίησεν ο Ιησούς ενώπιον τών μαθητών Αυτού είναι η υπό τού απιστούντος μαθητού Αυτού Θωμά, ψηλάφησις τής πλευράς Αυτού τής εκ τής στρατιωτικής λόγχης κεντηθείσης.
Ο Χριστός, αγαπητοί μου αδελφοί, διά τής Αναστάσεώς Του, αφ ενός μέν ενίκησε τόν θάνατον τής φθοράς καί τής αμαρτίας, αφ ετέρου δέ διέλυσε τήν έχθραν μεταξύ Θεού καί ανθρώπων καί εχαρίσατο τήν υπερέχουσαν πάντα νούν (Φιλιπ. 4,7) ειρήνην Αυτού. «Αυτός γάρ ο Χριστός εστιν η ειρήνη ημών, ο ποιήσας τά αμφότερα έν καί τό μεσότοιχον τού φραγμού λύσας» (Εφ. 2,14), κατά τόν θείον Παύλον.
Αυτήν ακριβώς τήν ειρήνην τού Χριστού, δηλονότι τήν ειρήνην τού αγίου Πνεύματος Αυτού επικαλείται η αγία ημών Εκκλησία εν παντί καιρώ καί τόπω. Αυτήν τήν ειρήνην τού Χριστού έχει ανάγκην όσον ποτέ άλλοτε ο εν συγχύσει καί ακαταστασία ευρισκόμενος κόσμος. «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην τήν εμήν δίδωμι υμίν ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν μή ταρασσέσθω υμών η καρδία μηδέ δειλιάτω», (Ιωαν. 14,27), παραγγέλλει εις ημάς ο αναστάς εκ νεκρών Κύριος καί Θεός ημών Ιησούς Χριστός. Αμήν. Χριστός Ανέστη. Έτη πολλά, ευλογημένα καί ειρηνικά».
Τήν μεσημβρίαν ο ηγούμενος Αρχιμανδρίτης π. Χρυσόστομος καί τό Εκκλησιαστικόν Συμβούλιον παρέθεσαν τράπεζαν, ότε ο Μακαριώτατος καί πάλιν προσεφώνησεν εις πρόποσιν τά κάτωθι:
«Αύτη η ημέρα, ήν εποίησεν ο Κύριος αγαλλιασώμεθα καί ευφρανθώμεν εν αυτή», (Ψαλμ. 117, 24), αναφωνεί ο ψαλμωδός.
Σεβαστοί άγιοι Πατέρες καί Αδελφοί,
Τίμια μέλη τών Επιτρόπων τής Εκκλησίας,
Οσιολογιώτετε Αρχιμανδρίτα π. Χρυσόστομε,
Αγαπητοί αδελφοί,
Αγάλλεται καί ευφραίνεται η αγία τού Χριστού Εκκλησία, ιδιαιτέρως η τοπική εκκλησία τής αγιογραφικής υμών Πόλεως Κανά τής Γαλιλαίας επί τή εορτίω καί Πασχαλίω ταύτη ημέρα.
Ευχαριστούμεν τόν άγιον Τριαδικόν ημών Θεόν διά τήν ευλογίαν ήν εχαρίσατο ημίν, ίνα συναχθώμεν επί τώ αυτώ μετά από τήν δοκιμασίαν τής θανατηφόρου νόσου τού κορωνοϊού.
Τό γεγονός τού σταυρικού πάθους καί τής τριημέρου ταφής καί τής εκ νεκρών αναστάσεως τού Θεού καί Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, αποτελεί τό πλήρωμα τού μυστηρίου τής θείας Οικονομίας.
Η ζώσα παρουσία τών Χριστιανών εν τή αγία Γή καί δή εν τώ ιερώ καί προσκυνηματικώ τούτω τόπω, αποτελεί τρανήν απόδειξιν ότι «καί πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής, τής Εκκλησίας», (Ματθ. 16,18) κατά τό ειρημένον υπό τού Κυρίου.
Τό κήρυγμα τού Ευαγγελίου τού Χριστού είναι κήρυγμα δικαιοσύνης, αγάπης, ειρήνης καί θείας φιλανθρωπίας «ουκ ήλθον καλέσαι δικαίους αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν», (Ματθ. 9,13) λέγει Κύριος. Τούτο επιβεβαιοί ο Απόστολος Παύλος λέγων «ότι ουκ έστιν ημίν η πάλη πρός αίμα καί σάρκα, αλλά πρός τάς αρχάς, πρός τάς εξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τού σκότους τού αιώνος τούτου, πρός τά πνευματικά τής πονηρίας εν τοίς επουρανίοις», (Εφ. 6,12).
Ιδού καί πάλιν διά τι η Ανάστασις τού Χριστού είναι τό πλήρωμα τού μυστηρίου τής ενανθρωπήσεως καί ενσαρκώσεως τού Υιού καί Λόγου τού Θεού, Κυρίου ημών Ιησού Χριστού: «Έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος», (Α΄ Κορ. 15,26) κηρύττει ο θείος Παύλος, επικαλούμενος τόν Προφήτην Ησαίαν λέγοντα: «Κατεπόθη ο θάνατος εις νίκος. Πού σού θάνατε τό κέντρον, πού σού άδη τό νίκος», (Α΄ Κορ. 15, 54-55/ Ησ. 25, 8).
Αγαπητοί μου αδελφοί, οι κατοικούντες καί παρεπιδημούντες εν τή κώμη τής Κανά τής Γαλιλαίας, ένθα ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εποίησε τό πρώτον Αυτού θαύμα καί εφανέρωσεν τήν δόξαν Αυτού ήλθομεν μετά τής τιμίας συνοδείας ημών από τόν τόπον τής Αναστάσεως τού Σωτήρος ημών Χριστού, δηλονότι τήν αγίαν πόλιν Ιερουσαλήμ, διά νά αναφωνήσωμεν από κοινού τόν νικητήριον κατά τού θανάτου χαιρετισμόν «Χριστός Ανέστη».
Περιττόν νά είπωμεν ότι Ημείς προσωπικώς θεωρούμεν τόν εαυτόν ημών κάτοικον τής Κανά καί μέλος τής ευλογημένης ημών Χριστιανικής Κοινότητος. Διά τούτο καί παραγγέλλομεν υμίν διά στόματος τού σοφού Παύλου «τά αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε καινά τά πάντα», (Β΄ Κορ. 5,17).
Χριστός Ανέστη. Έτη πολλά καί καρποφόρα εν Χριστώ».
Β΄. Εις τόν Ναόν τής Αναστάσεως
Εωρτάσθη δι Εσπερινού αφεσπέρας μετά προσκυνήσεως εις τήν Αγίαν Αποκαθήλωσιν καί τόν Άγιον Τάφον, θυμιάματος, Μεγάλης Εισόδου καί Αρτοκλασίας εις τό Καθολικόν τού Ναού τής Αναστάσεως, τού οποίου προεξήρξεν ο Πατριαρχικός Επίτροπος Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καπιτωλιάδος κ. Ησύχιος, συνιερουργούντων αυτώ Αγιοταφιτών Ιερομονάχων καί ψαλλόντων τού Ιεροδιακόνου π. Συμεών καί τού Τυπικάρη τού μοναστηριακού Ναού τών Αγίων Κωνσταντίνου καί Ελένης Αρχιμανδρίτου π. Αλεξίου καί προσευχομένων εντοπίων πιστών καί ευαρίθμων προσκυνητών.
Η εορτή εωρτάσθη καί τήν πρωίαν διά θείας Λειτουργίας ως «Μικρά Παρρησία» εις τόν Άγιον Τάφον, προεξάρχοντος ωσαύτως τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ησυχίου καί συλλειτουργούντων αυτώ Αγιοταφιτών Ιερομονάχων καί διακόνων καί προσευχομένων Ιεροσολυμιτών πιστών καί προσκυνητών, ψάλλοντος τού Ιεροδιακόνου π. Συμεών, βοηθούντων τών μαθητών τής Πατριαρχικής Σχολής Σιών.
Τής πανηγύρεως ληξάσης η Αρχιερατική Συνοδεία ανήλθεν εις τά Πατριαρχεία.
Ενταύθα ο Πατριαρχικός Επίτροπος ηυχήθη τό φώς καί τήν δύναμιν τού Αναστάντος Χριστού εις τούς προσελθόντας πιστούς.