Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ: ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ είναι η αίσθηση τού πνεύματος τού ανθρώπου, αίσθηση λεπτή καί φωτεινή, πού ξεχωρίζει τό καλό από τό κακό.
Η αίσθηση αυτή ξεχωρίζει τό καλό από τό κακό πιό καθαρά απ όσο ο νούς. Πιό δύσκολο είναι νά παραπλανήσει κανείς τή συνείδηση παρά τόν νού. Καί τόν πλανεμένο νού, πού τόν υποστηρίζει τό φιλάμαρτο θέλημα, γιά πολύν καιρό τόν αντιμάχεται η συνείδηση.
Η συνείδηση είναι ο φυσικός νόμος(1). Η συνείδηση χειραγωγούσε τόν άνθρωπο πρίν τού δοθεί ο γραπτός νόμος. Η μεταπτωτική ανθρωπότητα βαθμιαία οικειώθηκε έναν λαθεμένο τρόπο σκέψεως γιά τόν Θεό, τό καλό καί τό κακό. Η λαθεμένη σκέψη επηρέασε, φυσικά, καί τή συνείδηση. Έτσι, ο γραπτός νόμος αποτέλεσε αναγκαιότητα γιά τή χειραγώγηση τού ανθρώπου στήν αληθινή θεογνωσία καί τή θεοφιλή διαγωγή.
Η διδασκαλία τού Χριστού, επισφραγισμένη μέ τό άγιο Βάπτισμα, θεραπεύει τή συνείδηση από τήν κακή προδιάθεση (2) μέ τήν οποία τή δηλητηρίασε η αμαρτία. Η ορθή λειτουργία τής συνειδήσεως αποκαθίσταται, ενισχύεται καί σταθεροποιείται μέ τήν τήρηση τής διδασκαλίας τού Χριστού.
Η αποκατάσταση τής υγείας καί η ορθή λειτουργία τής συνειδήσεως είναι δυνατές μόνο στούς κόλπους τής Ορθόδοξης Εκκλησίας μέσω τού θείου νόμου της, πού κατευθύνει ορθά τόν νού. Γιατί κάθε λαθεμένη σκέψη επιδρά αρνητικά στή συνείδηση καί τή λειτουργία της.
Οι θεληματικές αμαρτίες σκοτίζουν, εξασθενίζουν, καταπνίγουν, αποκοιμίζουν τή συνείδηση.
Κάθε αμαρτία πού δέν εξαλείφεται μέ τή μετάνοια, αφήνει τή βλαπτική σφραγίδα της στή συνείδηση.
Η εκούσια καί συνεχής αμαρτωλή ζωή σχεδόν νεκρώνει τή συνείδηση. Δέν είναι δυνατόν, ωστόσο, αυτή νά νεκρωθεί εντελώς. Θά συνοδεύει τόν άνθρωπο μέχρι τό φοβερό Κριτήριο τού Χριστού. Εκεί θά τόν ενοχοποιήσει, άν τήν καταπατούσε.
Σύμφωνα μέ τούς αγίους πατέρες, ο αντίδικος τού ανθρώπου, πού αναφέρεται στό Ευαγγέλιο (3), είναι η συνείδηση. Καί πράγματι είναι αντίδικος, γιατί εναντιώνεται σέ κάθε άνομο εγχείρημά μας.
Βαδίζοντας πρός τόν ουρανό, στή διάρκεια τής επίγειας ζωής σου, νά έχεις ειρηνικές σχέσεις μ αυτόν τόν αντίδικο, γιά νά μή γίνει κατήγορός σου τότε πού θ αποφασίζεται η κατάστασή σου στήν αιωνιότητα.
Λέει η Γραφή: «Θά απαλλάξει τήν ψυχή από τά δεινά ένας αξιόπιστος μάρτυρας»(4). Αξιόπιστος μάρτυρας είναι η άμεμπτη συνείδηση. Η άμεμπτη αυτή συνείδηση τήν ψυχή πού ακούει τίς συμβουλές της θά τή λυτρώσει από τίς αμαρτίες της μέχρι τόν θάνατο καί από τά αιώνια βάσανα μετά τόν θάνατο.
Όπως η κόψη τού μαχαιριού ακονίζεται μέ τήν πέτρα, έτσι καί η συνείδηση ακονίζεται από τή νοητή πέτρα (5), τόν Χριστό, μέ τή μελέτη τού λόγου Του, πού τή φωτίζει, καί μέ τήν τήρηση τών ευαγγελικών εντολών.
Φωτισμένη καί ακονισμένη από τό Ευαγγέλιο τού Χριστού η συνείδηση, λεπτομερειακά καί ολοκάθαρα φανερώνει στόν άνθρωπο τίς αμαρτίες του, ακόμα καί τίς πιό μικρές.
Μήν ασκείς βία στόν αντίδικό σου -μήν παραβιάζεις τή συνείδησή σου! Διαφορετικά, θά στερηθείς τήν πνευματική σου ελευθερία. Η αμαρτία θά σέ αιχμαλωτίσει καί θά σέ δέσει. Θλίβεται ο προφήτης μαζί μέ τόν Θεό γι αυτούς πού επιβουλεύονται τόν ίδιο τους τόν εαυτό, παραβιάζοντας τή συνείδησή τους: «Ο Εφραΐμ καταπίεσε τόν αντίδικό του, καταπάτησε τό δίκιο του, γιατί άρχισε νά ακολουθεί τή ματαιότητα»(6).
Η «κόψη» τής συνειδήσεως είναι πολύ λεπτή, πολύ ευαίσθητη, γι αυτό ο άνθρωπος πρέπει νά τή φυλάει προσεκτικά. Καί τή φυλάει, όταν εκτελεί όλες τίς υποδείξεις τής συνειδήσεως καί όταν, σέ περίπτωση αθετήσεως κάποιας απ αυτές λόγω αδυναμίας ή πλάνης, μετανοεί μέ δάκρυα.
Καμιάν αμαρτία μή θεωρείς ασήμαντη. Κάθε αμαρτία αποτελεί παράβαση τού θείου νόμου, εναντίωση στό θέλημα τού Θεού, καταπάτηση τής συνειδήσεως. Άλλωστε, από τά μικρά, από τά μηδαμινά, όπως νομίζουμε, αμαρτήματα οδηγούμαστε σιγά-σιγά στά μεγάλα. Πόσο σοβαρό είναι αυτό; Είναι βαριά αμαρτία; Μήπως δέν είναι κάν αμαρτία; Ναί, δέν είναι αμαρτία!. Έτσι σκέφτεται ο άνθρωπος πού δέν ενδιαφέρεται γιά τή σωτηρία του, όταν αποφασίζει νά γευθεί τήν αμαρτωλή τροφή, τήν τροφή πού απαγορεύει ο νόμος τού Θεού. Μέ αβάσιμους συλλογισμούς καταπατά διαρκώς τή συνείδησή του. Έτσι, μέ τόν καιρό, η «κόψη» της στομώνει καί η φωτεινότητα της μειώνεται. Στήν ψυχή απλώνονται τό σκοτάδι καί η παγωνιά η αμέλεια καί η αναισθησία.
Τελικά η αναισθησία γίνεται πάγια κατάσταση τής ψυχής. Συχνά μάλιστα, συμβαίνει νά είναι ικανοποιημένη η ψυχή μέ τήν αναισθησία της, θεωρώντας τήν κατάσταση ευάρεστη στόν Θεό, κι έτσι νά έχει τή συνείδηση της αναπαυμένη. Στήν πραγματικότητα, βέβαια, αφού έχασε τή μακάρια συναίσθηση τής αμαρτωλότητάς της, πού είναι η βάση τής πνευματικής ζωής, τύφλωσε καί αποκοίμισε τή συνείδηση (7).
Αθέατες τότε, μέσα στό βαθύ σκοτάδι τής αναισθησίας, διάφορες αμαρτίες ορμούν σάν ληστές μέσα στήν ψυχή καί τήν κάνουν κρησφύγετό τους. Οι αμαρτίες αυτές, μένοντας εκεί γιά πολύ, γίνονται συνήθειες. Μέ τόν καιρό εδραιώνονται καί ισχυροποιούνται όσο καί οι φυσικές ιδιότητες τής ψυχής, καμιά φορά μάλιστα ξεπερνούν σέ δύναμη ακόμα κι αυτές τίς φυσικές ιδιότητες. Οι αμαρτωλές συνήθειες ονομάζονται πάθη. Χωρίς νά τό συνειδητοποιεί ο άνθρωπος, αλυσοδένεται σιγά-σιγά από τήν αμαρτία καί γίνεται αιχμάλωτός της, δούλος της.
Όποιος αδιαφορεί συστηματικά γιά τίς υπομνήσεις τής συνειδήσεως, αφήνει τόν εαυτό του νά αιχμαλωτιστεί από τήν αμαρτία. Ένας τέτοιος άνθρωπος μόνο μέ έντονο προσωπικό αγώνα καί μέ τή δυναμική βοήθεια τού Θεού θά μπορέσει νά σπάσει τίς αλυσίδες του καί νά ελευθερωθεί από τά πάθη. Γιατί τά πάθη ταυτίστηκαν μέ τή φύση του, έγιναν, θαρρείς, ιδιότητές της.
Αγαπητέ μου αδελφέ! Μ όλη τήν προσοχή καί τήν επιμέλεια φύλαξε τή συνείδησή σου.
Φύλαξε τή συνείδησή σου, πρώτον, ως πρός τή σχέση σου μέ τόν Θεό. Νά τηρείς όλες τίς εντολές Του, τόσο όταν σέ βλέπουν οι άνθρωποι όσο καί όταν δέ σέ βλέπουν. Γιατί καί όταν δέν σέ βλέπουν οι άνθρωποι, ό,τι κάνεις, ακόμα καί ό,τι σκέφτεσαι, γίνεται γνωστό στόν Θεό καί στή συνείδησή σου.
Φύλαξε τή συνείδησή σου, δεύτερον, ως πρός τή σχέση σου μέ τόν πλησίον. Μήν αρκείσαι σέ μίαν ευπρεπή εξωτερική συμπεριφορά πρός τούς συνανθρώπους σου. Πρέπει από τή συμπεριφορά σου νά ικανοποιείται η συνείδησή σου. Καί η συνείδηση ικανοποιείται, όταν όχι μόνο οι πράξεις σου αλλά καί τά αισθήματά σου γιά τόν πλησίον ανταποκρίνονται στίς εντολές τού Ευαγγελίου.
Φύλαξε τή συνείδησή σου, τρίτον, ως πρός τά πράγματα, αποφεύγοντας τά περιττά καί τά πολυτελή. Νά θυμάσαι πώς όλα τά αντικείμενα πού χρησιμοποιείς στήν καθημερινή σου ζωή είναι δώρα τού Θεού.
Φύλαξε τή συνείδησή σου, τέταρτον, ως πρός τόν ίδιο σου τόν εαυτό. Μήν ξεχνάς πώς είσαι εικόνα τού Θεού καί πρέπει νά Τού μοιάσεις (8), νά Τού παρουσιάσεις κάποτε αυτή τήν εικόνα καθαρή καί άμεμπτη.
Αλίμονο, αλίμονο στήν ψυχή, στήν οποία ο Κύριος, τήν ημέρα τής Κρίσεως, δέν θ αναγνωρίσει τήν εικόνα Του! Αλίμονο στήν ψυχή, στήν οποία δέν θά βρεί καμιάν ομοιότητα μέ τόν εαυτό Του! Αυτή η ψυχή θ ακούσει τήν τρομερή καταδίκη: «Δέν σέ ξέρω!»(9). Η άχρηστη εικόνα θά ριχθεί στήν άσβεστη φλόγα τής γέεννας.
Ανέκφραστη καί ατελεύτητη, απεναντίας, θά είναι η χαρά τής ψυχής, στήν οποία ο Κύριος θ αναγνωρίσει τήν εικόνα Του, στήν οποία θά δεί τήν προπτωτική θεία ομορφιά, δώρο τής άπειρης αγαθότητάς Του στό πλάσμα Του. Αυτή η ομορφιά τής ανθρώπινης ψυχής μετά τήν προπατορική πτώση χάθηκε, αλλά αποκαταστάθηκε καί αυξήθηκε μέ τή λυτρωτική οικονομία τού Χριστού. Καί ο Χριστός μάς έδωσε εντολή νά διατηρούμε τή θεία ομορφιά τής ψυχής μας ακέραιη καί άσπιλη, αποφεύγοντας όλες τίς αμαρτίες καί τηρώντας όλες τίς ευαγγελικές εντολές.
Τής αποφυγής τών αμαρτιών καί τής τηρήσεως τών εντολών άγρυπνος επιτηρητής καί ασίγητος παρακινητής είναι η συνείδηση. Αμήν.
1. Αββά Δωροθέου, ό.π., Γ, 40.
2. Βλ. Εβρ. 10:22.
3. Βλ Ματθ. 5:25. Λουκ. 12:58.
4. Παροιμ. 14:25.
5. Βλ Α Κόρ. 10:4.
6. Ωσηέ 5:11.
7. Βλ. Οσίου Ιωάννου τού Σιναΐτου, ό.π.. ΙΖ.
8. Βλ. Γεν. 1:26-27.
9. Πρβλ. Ματθ. 25:12. Λουκ. 13:25, 27.