ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ: Την εικόνα τού Χριστού κρατώντας, τών Αγίων τίς όψεις, τά τίμια λείψανά τους, πορευόμαστε ανάμεσα στούς Χριστιανούς μέσα στό Ναό, όπως τό Τυπικό ορίζει κι η παλαιά συνήθεια.
Μα κι οι πιστοί στά χέρια τους ευλαβικά βαστούν εικόνες χάρτινες, μ εκείνες τίς άγιες μορφές πού τιμούν κι αγαπούν. Γιορτάζουμε καί χαίρεται η ψυχή μας σήμερα τίς μορφές.
Κι όταν έρχεται η ώρα τής μνημόνευσης «Τών τής Ορθοδοξίας προμάχων», όλων εκείνων πού δέν πείστηκαν από τό ψεύδος· εκείνων πού έμειναν στήν αλήθεια σταθεροί· εκείνων «τών ευσεβών Βασιλέων, αγιωτάτων Πατριαρχών, Αρχιερέων, Διδασκάλων, Μαρτύρων, Ομολογητών», μέ συγκίνηση καί θαυμασμό αναρωτιόμαστε: πώς οι άνθρωποι αυτοί σήκωσαν στούς ώμους τους ολάκερη τήν οικουμένη.
”Καρφώνουν” τα αμυντικά προγράμματα της χώρας Τούρκοι στρατιωτικοίΚι άν σήμερα τιμούμε καί θαυμάζουμε τή στάση τους, δέν συνέβη τό ίδιο καί στήν εποχή πού έζησαν. Γιατί υπέστησαν τά πάνδεινα οι τών εικόνων φίλοι καί προσκυνητές: λοιδωρίες καί ταπεινώσεις, κατηγορίες καί διαβολές, αποκλεισμούς καί αποπομπές, διώξεις καί ποινές, φυλακίσεις καί εξορίες, βασανισμούς καί μαρτύρια φρικτά. Είναι τά συναξάρια γεμάτα μέ μάρτυρες καί ομολογητές τής σκοτεινής αυτής περιόδου τής εικονομαχίας. Ψυχές γενναίες πού είλκυσαν τή Χάρη τού Θεού καί τήν διέπεμψαν στόν κόσμο όλο.
Πώς όμως έφθασαν σέ τούτο τό κατόρθωμα; Πώς αναγνώρισαν τό δόγμα τό ορθό καί τό βίωμα τής αληθείας; Πώς δέν ξεγελάστηκαν από τήν πλάνη, πού ντύθηκε μανδύα πνευματικό; Πώς έμειναν σταθεροί καί ακλόνητοι μέσα στό σκοτάδι καί στή δίνη τής κακίας τών ισχυρών;
Πρώτιστα αγάπησαν τό Θεό καί τό λόγο Του. Αναζήτησαν τή φωνή Του παντού: στή Γραφή, στή Λατρεία, στήν Άσκηση, στούς Πατέρες, στή φύση, στό συνάνθρωπο. Έψαξαν τά σημεία τού Θεού, τά χνάρια Του μέσα στήν ιστορία. Γύρεψαν τή μυστική Του παρουσία στή ζωή, τούς ψιθυρισμούς Του καί τίς σιωπές Του. Κι ο Θεός, παρότι είναι «ανέκφραστος, απερινόητος, αόρατος, ακατάληπτος» ως πρός τή φύση, από τήν πολλή Του αγάπη πρός Εκείνους πού τόν αναζητούν, έγινε προσιτός καί προσεγγίσιμος, καταληπτός καί μεθεκτός, έγινε φώς καί ενέργεια άκτιστη πού κοινωνεί καί χαριτώνει τούς Αγίους σέ κάθε εποχή καί περίσταση.
Τά Άγια αυτά πρόσωπα, πού αξιώθηκαν θείων εμπειριών, αισθάνθηκαν τή μέγιστη χαρά, μά έπειτα καί λύπη μεγάλη. Χαρά ανεκλάλητη γιά τή θεία επίσκεψη. Λύπη άφατη, γιατί ο Θεός μετά τήν αποκάλυψή Του αποσύρεται πάντα ξανά στή σιωπή.
Γλυκά πληγώθηκε η ψυχή τους από τήν αγάπη τού Θεού. Γι αυτό καί πήραν απόφαση νά ζήσουν κάθε στιγμή τού βίου τους μέ τρόπο τέτοιο πού νά μπορεί νά ελκύει τή Χάρη τού Θεού. Έκαναν τή θεία εμπειρία βίωμα καθημερινό. Κάθε ανάσα καί κάθε πνοή τους έψαχνε τό Θείο, κάθε έργο καί κάθε κόπος προσφέρονταν στήν αναζήτησή Του, κάθε λόγος καί κάθε προσευχή αποσκοπούσαν στή σχέση μαζί Του. Κι ήταν η ζωή αυτή όμορφη. Κι είχε νόημα αυτή η ζωή. Κι ήταν μιά ζωή αληθινή πού αντιστεκόταν στά πάθη, καί καταργούσε τίς κακίες, και νικούσε τελικά τόν ίδιο τό θάνατο.
Κι όταν κάποιος έχει ζήσει μιά ζωή ομορφιάς καί αλήθειας, δέν μπορεί νά ζήσει τό βίωμα τής ασχήμιας καί τού ψεύδους. Τούτο συνέβη καί στούς χρόνους τής εικονομαχίας. Κάποια πρόσωπα πού προσέγγιζαν τήν πίστη ιδεολογικά, καί όχι εκκλησιαστικά, έκριναν πώς η προσκύνηση τών εικόνων οδηγεί σέ λατρεία τής ύλης, τού κτιστού κόσμου καί όχι τού ακτίστου Θεού. Ο πειρασμός πού αναφέρονταν υπαρκτός. Η επιχειρηματολογία τους έμοιαζε άρτια καί πλήρης. Τά επιχειρήματα πού προέβαλαν λογικοφανή καί πειστικά. Ο λόγος τους φιλοσοφικός καί βαθυστόχαστος. Ο τρόπος τους έμοιαζε ανώτερος καί πνευματικός. Κι όμως οι Άγιοι τής Εκκλησίας δέν πείστηκαν από τή δική τους θεώρηση, δέν ακολούθησαν τή δοξασία τής απόρριψης τών ιερών εικόνων. Γιατί αυτό συνέβη;
Μά ακριβώς γιατί οι λόγοι τών εικονομάχων δέν είχαν σχέση μέ τό βίωμα τής Εκκλησίας. Η Παράδοση τής Εκκλησίας είχε εντάξει στή ζωή Της τήν τιμητική προσκύνηση τών εικόνων από πολύ νωρίς. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς ήταν ο πρώτος πού αγιογράφησε τήν όψη τής Θεοτόκου. Τό πρόσωπο τού Χριστού καί οι μορφές τών Αγίων βρίσκονται αποτυπωμένες από τούς Χριστιανούς στίς κατακόμβες. Οι πρώτοι Ναοί κοσμήθηκαν από τά πρόσωπα τών αγίων. Οι πιστοί τοποθέτησαν εικόνες τού σαρκωμένου Υιού καί Λόγου τού Θεού, τού προσώπου τού Ιησού Χριστού, τής Μητρός Του, τών Αγίων Του στά σπίτια τους. Έζησαν ανάμεσα στίς εικόνες, προσευχήθηκαν μπροστά σ αυτές, κατέθεσαν πόνους καί παθήματα ενώπιόν τους, τίς λιτάνευσαν σέ καιρούς ειρήνης καί σέ χρόνους δυστυχιών, δέχθηκαν θεραπείες καί θαύματα από τήν προσκυνησή τους. Η ζωή, η πίστη καί η ευλάβεια τών χριστιανών ήταν συνυφασμένη γιά αιώνες μέ τίς ιερές εικόνες, γιατί η τιμή «διαβαίνει στό πρωτότυπο».
Οι πολέμιοι τών εικόνων εισηγήθηκαν, καί τελικά προσπάθησαν νά επιβάλλουν μέ τή βία, μιά ζωή χωρίς εικόνες. Μιά ζωή πού ο Θεός είναι απόμακρος, ξένος, άγνωστος. Μιά ζωή πού η ανθρώπινη φύση τού Χριστού, τό πρόσωπό Του, τό σώμα του, τά γεγονότα τού βίου του υποτιμώνται καί δέν κρίνονται άξια ιδιαίτερης αναφοράς. Μιά ζωή πού στερεί τόν άνθρωπο από τήν απτή εμπειρία τού Θεού.
Μά πώς νά συμφωνήσουν οι Θεόπτες Άγιοι, εκείνοι πού τούς επισκέφθηκε ο Θεός, τούτη τήν αλλαγή; Πώς νά δεχθούν μιά ζωή χωρίς τήν όψη τού Θεού; Πώς νά στερηθούν τή παρηγορία τής μορφής τών Αγίων; Πώς νά εκφράσουν απτά τήν αγάπη τους χωρίς τό άγγιγμα καί τόν ασπασμό τών ιερών εικόνων;
Ο δρόμος τού βιώματος είναι εκείνος πού έκανε τούς υπέρμαχους τών εικόνων νά απορρίψουν τίς δοξασίες τών εικονοκλαστών. Έχοντας βιώσει τήν αλήθεια, τό κάλλος, τό λόγο τού Θεού, μπορούσαν νά αναγνωρίσουν ποιά δόγματα ήταν αληθή καί ποιά οδηγούσαν στήν πλάνη καί τήν απώλεια.
Αυτόν τόν τρόπο τών Αγίων έχουμε κι εμείς αγαπητά μου παιδιά, μεγάλη ανάγκη στούς δύσκολους καιρούς μας. Σήμερα πού πολλά ακούγονται από πολλούς. Σήμερα πού υπάρχει σύγχυση μεγάλη τόσο εξαιτίας τής αμαρτίας, όσο καί εξαιτίας τής πλάνης. Σήμερα πρέπει νά ακολουθήσουμε τών Μαρτύρων καί τών ομολογητών τό παράδειγμα.
Πρέπει νά ζήσουμε τό λόγο τού Θεού. Κάθε τί πού η Εκκλησία κομίζει καί μάς προσφέρει υπάρχει γιά νά γίνει ζωή πίστης, ομορφιάς καί νοήματος. Πρέπει νά ζήσουμε καί νά χαρούμε τή σχέση μας μέ τό Θεό, μέ τούς αδελφούς μας, μέ τήν κτίση όλη. Η χαρά καί η ελευθερία γιά τόν χριστιανό αποτελούν κριτήρια αληθείας σέ κάθε περίσταση τού βίου. Ο άνθρωπος ο σφιγμένος, εκείνος πού έχει μπερδέψει τή μιζέρια μέ τήν πνευματικότητα, δέν θά είναι δύσκολο νά ξεγελαστεί καί νά αποδεχθεί ένα κίβδηλο δόγμα ή μιά πλανεμένη διδασκαλία.
Πρέπει επίσης, τό βίωμα τής Εκκλησίας νά τό κάνουμε λόγο. Τά όσα ζήσαμε μέσα στή μυστηριακή ζωή, μέσα στόν κοινοτικό βίο, μέσα στά άγια καί στά καθημερινά καλούμαστε νά τά εκφράσουμε, νά τά περιγράψουμε καί νά τά μοιραστούμε μέ τούς ανθρώπους γύρω μας. Μ αυτόν τον τρόπο θέτουμε τήν εμπειρία μας ταπεινά στήν κρίση τής Εκκλησίας. Δέν εμπιστευόμαστε τόν κλειστό μας εαυτό, αλλά τό εκκλησιαστικό Σώμα. Κι έτσι ο λόγος γίνεται διάλογος γόνιμος μεταξύ μας πού μάς οδηγεί στήν αλήθεια. Κι ο λόγος αυτός παρηγορεί, θεραπεύει καί θαυματουργεί γιατί είναι γνήσια εκκλησιαστικός. Γιατί δέν είναι λόγος πού καταγγέλει καί διαμαρτύρεται αδιάκριτα, δέν είναι λόγος πού εισάγει έριδες καί σχίσματα. Αλλά είναι λόγος αγάπης καί ενότητας και θυσίας.
Έτσι η εκκλησιαστική ζωή ανοίγεται σέ όλο τόν κόσμο καί γίνεται πρόσκληση πρός κάθε πονεμένο άνθρωπο. Όχι αόριστη καί ασαφής, αλλά συγκεκριμένη καί σαρκωμένη, στό Σώμα τού Χριστού, στήν Εκκλησία, στήν ζωή τού κάθε χριστιανού, στό κάθε πρόσωπο.
Γιορτάζουμε σήμερα αγαπητά μου παιδιά, τήν Ορθοδοξία καί τήν Ορθοπραξία, τό λόγο καί τήν πράξη, τή θεωρία καί τό βίωμα. Ο Θεός αποκαλύφθηκε στούς Πατέρες μας καί αποκαλύπτεται μυστικά καί σέ μάς γιά νά πιστέψουμε καί νά ζήσουμε, γιά νά αγωνιστούμε καί νά ευφρανθούμε, γιά νά φωτισθούμε καί νά αγιασθούμε. Ο Θεός αποκαλύπτεται μυστικά καί σέ μάς γιά νά μή χαθούμε στό σκοτάδι τού ψεύδους πού πάντα πειράζει τούς αγωνιστές μέσα στόν κόσμο.
Ευχόμαστε σέ όλους, τούτη τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή νά αξιωθείτε νά βιώσετε τήν Αλήθεια πού ελευθερώνει καί αναπαύει, τήν Αλήθεια πού χαριτώνει καί σώζει, τήν Αλήθεια πού φωτίζει καί ενώνει.
Εύχομαι από καρδίας έτη πολλά καί καρποφόρος η αρξαμένη Αγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή!
Μετά πατρικών ευχών