Φαναρίου Αγαθάγγελος: Μνήμη τών εν Αγίοις πατέρων ημών καί οικουμενικών διδασκά-λων, Βασιλείου τού Μεγάλου, Γρηγορίου τού Θεολόγου καί Ιωάν-νου τού Χρυσοστόμου (30 Ιανουαρίου).
Του Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου – Γενικού Διευθυντού τής Αποστολικής Διακονίας τής Εκκλησίας τής Ελλάδος
Η αιτία γιά τήν εισαγωγή τής εορτής τών Τριών Ιεραρχών στήν Εκκλησία είναι τό εξής γεγονός: Κατά τούς χρόνους τής βασιλείας τού Αλεξίου τού Κομνηνού (1081-1118), ο οποίος διαδέχθηκε στή βασιλική εξουσία τόν Νικηφόρο Γ/ τόν Βοτανειάτη (1078-1081), έγινε στήν Κωνσταντινούπολη φιλονικία ανάμεσα σέ λόγιους καί ενάρετους άνδρες. Άλλοι θεωρούσαν ανώτερο τόν Μέγα Βασίλειο, χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυία καί υπέροχη φυσιογνωμία. Άλλοι τοποθετούσαν υψηλά τόν ιερό Χρυσόστομο καί τόν θεωρούσαν ανώτερο από τόν Μέγα Βασίλειο καί τόν Γρηγόριο, καί, τέλος, άλλοι, προκείμενοι στόν Γρηγόριο τό Θεολόγο, θεωρούσαν αυτόν ανώτερο από τούς δύο άλλους, δηλαδή από τόν Βασίλειο καί τόν Χρυσόστομο. Η φιλονικία αυτή είχε ως αποτέλεσμα νά διαιρεθούν τά πλήθη τών Χριστιανών καί άλλοι ονομάζονταν «Ιωαννίτες», άλλοι «Βασιλείτες» καί άλλοι «Γρηγορίτες».
Στήν έριδα αυτή έθεσε τέλος ο Μητροπολίτης Ευχαίτων Ιωάν-νης ο Μαυρόπους. Αυτός, κατά τή διήγηση τού Συναξαριστού, είδε σέ οπτασία τούς μέγιστους αυτούς Ιεράρχες, πρώτα καθένα χωρι-στά καί στή συνέχεια καί τούς τρείς μαζί. Αυτοί τού είπαν: «Εμείς, όπως βλέπεις, είμαστε ένα κοντά στό Θεό καί τίποτε δέν υπάρχει πού νά μάς χωρίζει ή νά μάς κάνει νά αντιδικούμε. Ομως, κάτω από τίς ιδιαίτερες χρονικές συγκυρίες καί περιστάσεις πού βρέθηκε ο καθένας μας, κινούμενοι καί καθοδηγούμενοι από τό Άγιο Πνεύμα, εγράψαμε σέ συγγράμματα, καί μέ τόν τρόπο του ο καθέ-νας, διδασκαλίες πού βοηθούν τούς ανθρώπους νά βρούν τό δρόμο τής σωτηρίας. Επίσης, τίς βαθύτερες θείες αλήθειες, στίς οποίες μπορέσαμε νά διεισδύσουμε μέ τό φωτισμό τού Αγίου Πνεύματος, τίς συμπεριλάβαμε σέ συγγράμματα πού εκδώσαμε. Καί ανάμεσά μας δέν υπάρχει ούτε πρώτος ούτε δεύτερος αλλά, άν πείς τόν ένα, συμπορεύονται δίπλα του καί οι δύο άλλοι. Σήκω, λοιπόν, καί δώ-σε εντολή στούς φιλονικούντες νά σταματήσουν τίς έριδες καί νά πάψουν νά χωρίζονται γιά εμάς. Γιατί εμείς, καί στήν επίγεια ζωή πού είμασταν καί στήν ουράνια πού μεταβήκαμε, φροντίζαμε καί φροντίζουμε νά ειρηνεύουμε καί νά
οδηγούμε σέ ομόνοια τόν κό-σμο. Καί όρισε μία ημέρα νά εορτάζεται από κοινού η μνήμη μας καί, καθώς είναι χρέος σου, νά ενεργήσεις νά εισαχθεί η εορτή στήν Εκκλησία καί νά συνταχθεί η ιερή ακολουθία. Ακόμη ένα χρέος σου νά παραδώσεις στίς μελλοντικές γενιές ότι εμείς είμαστε ένα γιά τό Θεό. Βεβαίως καί εμείς θά συμπράξουμε γιά τή σωτηρία εκείνων πού θά εορτάζουν τή μνήμη μας, γιατί έχουμε καί εμείς παρρησία ενώπιον τού Θεού».
Έτσι ο Επίσκοπος Ευχαίτων Ιωάννης ανέλαβε τή συμφιλίω-ση τών διαμαχόμενων μερίδων, συνέστησε τήν εορτή τής 30ής Ια-νουαρίου καί συνέγραψε καί κοινή Ακολουθία αντάξια τών τριών Μεγάλων Πατέρων.
Η εορτή αυτή τής Συνάξεως τού Μεγάλου Βασιλείου, τού Γρηγορίου τού Θεολόγου καί τού Ιωάννου τού Χρυσοστόμου, αποτελεί τό ορατό σύμβολο τής ισότητος καί τής ενότητος τών Με-γάλων Διδασκάλων, οι οποίοι εδίδαξαν μέ τόν άγιο βίο τους τό Ευαγγέλιο τού Χριστού. Είναι εκείνοι, οι οποίοι εξ αιτίας τής τα-πεινώσεώς τους μπροστά στήν αλήθεια, έχουν λάβει τό χάρισμα νά εκφράζουν τήν καθολική συνείδηση τής Εκκλησίας, καί ό,τι διδά-σκουν δέν είναι απλώς ιδική τους σκέψη ή προσωπική τους πεποί-θηση, αλλ’ είναι επί πλέον η ίδια η μαρτυρία τής Εκκλησίας, γιατί ομιλούν από τό βάθος τής καθολικής της πληρότητος.
Περί τίς αρχές τού 14ου αιώνος μ.Χ. ανηγέρθη ναός τών Τριών Ιεραρχών κοντά στήν Αγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως, δί-πλα σχεδόν στή μονή τής Παναχράντου.