Σιατίστης Αντώνιος: Όταν οι κάτοικοι της Σιάτιστας μιλούν για τον μακαριστό Μητροπολίτη κυρό Αντώνιο Κόμπο κάνουν λόγο για έναν άγιο άνθρωπο, που έκανε περιοδείες στα απομακρυσμένα χωριά με τα πόδια, επέλεγε τα φθαρμένα ράσα αντί για τα άμφια, και νουθετούσε με το βλέμμα και το παράδειγμά του.
Στις 17 Δεκεμβρίου του 2005 αναχωρούσε για την Ουράνια Βασιλεία ένας αγιασμένος ασκητής επίσκοπος, ένας συνεχιστής της παράδοσης των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, αρχαίων και συγχρόνων. Μιας «χρυσής γραμμής ατελεύτητης» από τους Αποστολικούς Πατέρες ως τον Αγιο Νεκτάριο και τον προσφάτως αγιοκαταταχθέντα Αγιο Καλλίνικο Εδέσσης. Ο λόγος για τον μακαριστό Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης κυρό Αντώνιο Κόμπο.
Γεννήθηκε στο Αργος, από γονείς φτωχούς, αλλά ιδιαίτερα ευσεβείς, που μετέδωσαν και στα παιδιά τους την ίδια ευσέβεια. Ο ίδιος ανέφερε για την μητέρα του πως, όταν σε ηλικία 92 ετών εκοιμήθη, ευωδίασε όλο το δωμάτιο και η ευωδία εκείνη διατηρήθηκε για πολλή ώρα.
Έχοντας παιδιόθεν δίψα για τη γνώση, αφού τελείωσε το Γυμνάσιο συνέχισε τις σπουδές του στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία. Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε ως δημοδιδάσκαλος και το 1945 συνέχισε τις σπουδές του, στη Θεολογική Σχολή αυτή τη φορά, υπηρετώντας συγχρόνως και τη στρατιωτική του θητεία. Εξ απαλών ονύχων ζούσε συνειδητά την εκκλησιαστική ζωή, έχοντας ως Πνευματικό του τον Μητροπολίτη Κορινθίας και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αμερικής κυρό Μιχαήλ.
Στην Πατμιάδα
Το 1951, έχοντας πλέον αποφοιτήσει από την Θεολογική Σχολή, διορίστηκε καθηγητής στην Πατμιάδα Εκκλησιαστική Σχολή. Στη συνέχεια υπηρέτησε στο Γυμνάσιο Αρεοπόλεως και στις Εκκλησιαστικές Σχολές Κορίνθου, Κατερίνης, Ξάνθης και Λαμίας.
Μεταξύ των ετών 1959-1961 δέχθηκε υποτροφία για μετεκπαίδευση στην Οξφόρδη και στο Παρίσι, όπου ειδικεύτηκε στην ερμηνεία της Καινής Διαθήκης και στην Παιδαγωγική.
Παιδιόθεν η άγια αυτή ψυχή είχε τον πόθο της ιεροσύνης, που όμως συνεχώς ανέβαλλε να τον πραγματοποιήσει, φοβούμενος μήπως δεν είναι άξιος. «Διερωτώμην αν όντως διαθέτω τα αληθινά ή μερικά τουλάχιστον των αληθινών τοιούτων προσόντων προς αποδοχήν τοιαύτης υψηλής κλήσεως», είχε πει κάποτε, ερωτηθείς σχετικά. Ωστόσο το 1967 πείσθηκε από τον τότε Μητροπολίτη Ξάνθης κυρό Αντώνιο, ο οποίος και τον χειροτόνησε διάκονο και ιερέα τον Δεκέμβριο του 1967.
Μεταξύ των ετών 1971-1974 υπηρέτησε στην Μητρόπολη Αιτωλίας ως ιεροκήρυκας. Η απλότητα και η ασκητική του βιοτή, ο εξόχως βαθύς θεολογικός του λόγος και η ακάματη προσφορά του ως Λειτουργού και Πνευματικού, ακόμα και στα πιο απομακρυσμένα χωριά (για τα οποία, σημειωτέον, πάντοτε έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη, και ως κληρικός και ιεροκήρυκας αλλά και μετέπειτα, ως Επίσκοπος), είχαν κινήσει την αγάπη και τον θαυμασμό των απλών ανθρώπων προς το πρόσωπό του.
Το όνειρο
Κάποια μέρα, μια ευλαβική, απλή γυναίκα του λαού, του είπε: «Πάτερ, ετοιμάσου για Δεσπότης! Είδα τον Άγιο Νεκτάριο στον ύπνο μου και μου είπε ότι σε αγαπά πολύ γιατί τρέχεις στα χωριά και βοηθάς τον κόσμο, όπως εκείνος και γι’ αυτό θα χειροτονηθείς Επίσκοπος στη Δυτική Μακεδονία»!
Ο π. Αντώνιος της απάντησε ότι δεν μπορούσε ποτέ να γίνει κάτι τέτοιο. «Ούτε γραμμένος είμαι σε κατάλογο υποψηφίων προς Αρχιερατεία, αλλά ούτε και γνωρίζω κανέναν Μητροπολίτη στη Σύνοδο», της είπε. Όμως η γυναίκα εκείνη είδε ξανά το ίδιο όνειρο και το ανέφερε και πάλι στον π. Αντώνιο, για να λάβει προφανώς την ίδια απάντηση.
Την περίοδο εκείνη ήταν χηρεύουσα η Μητρόπολη Σισανίου και Σιατίστης, σχεδόν για μια διετία. Ο υποψήφιος κληρικός που επελέγη από την Ιερά Σύνοδο είχε απορριφθεί από την τότε κυβέρνηση με το αιτιολογικό ότι είχε ασχοληθεί με την πολιτική. Η Ιερά Σύνοδος εξέλεξε άλλον, αλλά και κείνος απορρίφθηκε, ως μη αρεστός στην τοπική κοινωνία.
Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος κυρός Σεραφείμ είπε τότε αγανακτισμένος: «Μα καλά, δεν υπάρχει ένας που να μην ασχολείται με την πολιτική και να είναι αρεστός στην κοινωνία;». Ο τότε Μητροπολίτης Αιτωλίας Θεόκλητος πρότεινε τον π. Αντώνιο. Η πρότασή του έγινε δεκτή. Η πρόρρηση του αγίου Νεκταρίου επαληθεύθηκε! Στις 22 Μαΐου 1974 ο π. Αντώνιος, χωρίς να το επιδιώξει, χωρίς να το έχει καν σκεφτεί, εξελέγη Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης.
Μαγείρευε και καθάριζε ο ίδιος και δεν είχε κινητό
Ως Επίσκοπος πλέον, ο π. Αντώνιος συνέχισε να ζει την ίδια λιτή και ασκητική ζωή και να δείχνει τον ίδιο και μεγαλύτερο ζήλο που έδειχνε και ως ιερέας για το ποίμνιο που του εμπιστεύθηκε ο Δεσπότης Χριστός. Σύντομα κέρδισε τον σεβασμό, την αγάπη και τον θαυμασμό του λαού του Θεού, αλλά ακόμη και των κοσμικών ανθρώπων.
Δημοσιεύματα κοσμικών εφημερίδων γράφουν γι’ αυτόν με θαυμασμό αυτά που πληροφορούνται από τους γύρω του: «Μαγειρεύει μόνος του, καθαρίζει ο ίδιος το μητροπολιτικό σπίτι, δεν χρησιμοποιεί κινητό τηλέφωνο, ενώ σπάνια μιλά και στο σταθερό. Επισκέπτεται την Αθήνα για να συμμετάσχει στις Συνόδους χρησιμοποιώντας…το λεωφορείο του ΚΤΕΛ, κάνει περιοδείες στα «κουτσοχώρια» με τα πόδια και έχει ξεχάσει πώς είναι τα πλούσια αρχιερατικά άμφια. «Εγώ είμαι ένας καλόγερος», επιμένει ο ίδιος.
Οι πρωτοβουλίες ανάδειξης ιστορικών μοναστηριών, η αρετή της απλότητας και το ταπεινό και αθόρυβο τέλος του
«Ο 84χρονος Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Αντώνιος ξεχωρίζει για τη λιτή και ταπεινή ζωή που κάνει. «Τι να το κάνει ένας καλόγερος το κινητό, αφήστε που βλάπτει κιόλας», απαντά με χαμόγελο στην παρατήρηση του δημοσιογράφου, ότι δεν ακολουθεί την τεχνολογία. «Εγώ είχα γέροντα τον Μητροπολίτη Κορινθίας, που πήγε μετά στην Αμερική. Αυτός μου είχε πει ότι ο επίσκοπος είναι καλόγερος και έτσι πρέπει να είναι».
Οι ίδιοι οι κάτοικοι της Σιάτιστας κάνουν λόγο για έναν Άγιο άνθρωπο, που ζούσε σαν καλόγερος. Δεν ξεχώριζε από τους κληρικούς του, τον διέκρινε κανείς από τα φθαρμένα του ράσα, την ευγένεια και τα λεπτά του χαρακτηριστικά: «Νουθετούσε με το βλέμμα, με το παράδειγμά του, με το πνευματικό του ανάστημα.
Η τροφή σχεδόν απουσίαζε από το καθημερινό του πρόγραμμα! Είναι χαρακτηριστικό το περιστατικό κάποιο Πάσχα, που προσκλήθηκε στο Μικρόκαστρο για φαγητό: «Α, όχι, ευχαριστώ, έφαγα», απάντησε. «Μα πότε φάγατε; Σας έφερε κάποιος φαγητό»; Για να λάβουν την αφοπλιστική απάντηση: «Οχι, αλλά είχε περισσέψει μισή μουσταλευριά από την Μ. Παρασκευή. Την έφαγα σήμερα».
Ζώντας και ο ίδιος ως μοναχός, έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη για τα μοναστήρια, γνωρίζοντας καλά ότι ο Μοναχισμός αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της Εκκλησίας. Χάρη στις δικές του προσπάθειες ανακαινίστηκαν και επαναλειτούργησαν οι ιστορικές Ιερές Μονές Κοιμήσεως Θεοτόκου κοντά στο χωριό Σισάνι, η Ιερά Μονή Αγίου Αθανασίου στη Σέλιτσα, η Ιερά Μονή Αγίου Αθανασίου Ζηκιβίστας, η Ιερά Μονή Αγίας Τριάδας στον Βυθό.
Επαναλειτούργησαν
Η Ι. Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Δρυοβουνίου επίσης αναβίωσε, με την εγκατάσταση ανδρώας Αδελφότητας, απαρτιζόμενης από ευλαβείς λογίους μοναχούς, που εργάστηκε με ιδιαίτερο ζήλο για την ανακαίνιση της Μονής. Τέλος, επεσήμανε την ανάγκη ανακαίνισης της Ι. Μ. Κοιμήσεως Θεοτόκου Μικροκάστρου. Με δικές του πρωτοβουλίες εγκαταστάθηκε εκεί γυναικεία αδελφότητα, η οποία, όπως διείδε ο π. Αντώνιος, έγινε μια πραγματική πνευματική κυψέλη, προπύργιο πνευματικό της Θεοσώστου επαρχίας του.
Συνήθιζε τα τελευταία χρόνια να επαναλαμβάνει στα κηρύγματά του τον λόγο του Κυρίου: «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, … καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς». Ως παράδειγμα ανέφερε τον Αγιο Διονύσιο που συγχώρεσε τον δολοφόνο του αδελφού του. Και επρόκειτο να εγκαταλείψει τον εφήμερο βίο κατά την ημέρα της μνήμης του Αγίου, στις 17 Δεκεμβρίου του 2005. Έφυγε από τη ζωή αυτή ταπεινά και αθόρυβα, έτσι όπως έζησε και αγωνίστηκε σε όλη του τη ζωή, αφήνοντας πίσω του τους καρπούς ενός τεράστιου πνευματικού έργου. Στη συνείδηση του λαού του Θεού η αγιότητά του είναι αναγνωρισμένη και πολλοί προσκυνούν τον τάφο του, ζητώντας τις προς Κύριον μεσιτείες τους για τα προβλήματά τους.
Ήθελε να διακονήσει, όχι να διακονηθεί
Όπως είχε γράψει σε σχετικό αφιέρωμα στη μνήμη του ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας καθηγητής κ. Μπούσιας, ο ίδιος ο ουρανοπολίτης Επίσκοπος επαναλάμβανε συχνά τον λόγο του Αποστόλου: «Ἐμοὶ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος». Ζούσε για τον Χριστό και έσπευδε να Τον συναντήσει, όπως ο νοσταλγός απόδημος σπεύδει στην πατρίδα, για να συναντήσει τους δικούς του ανθρώπους. «Δεν έχουμε», σημειώνει ο κ. Μπούσιας, «καλύτερο παράδειγμα σύγχρονης αγιότητος από τον ταπεινό και αφιλοχρήματο, τον ακτήμονα, νηστευτή, προσευχόμενο π. Αντώνιο. Σήμερα που ο κόσμος έχει ανάγκη από βιωματική πίστη, αφού έχει βαρεθεί τα πολλά λόγια, ο Επίσκοπος Αντώνιος προβάλλεται ως πρότυπο, γιατί πραγματικά είχε βρει «τὴν πρᾶξιν εἰς θεωρίας ἐπίβασιν». Ηταν αυτό που έλεγε. Ηλθε να διακονήσει και όχι να διακονηθεί. Ήταν πραγματικά ένα δώρο του ουρανού στη γη».
Έκανε ώτο-στοπ και ανέβηκε σε καρότσα Ι.Χ.
Η απλότητα ήταν μία ακόμα αρετή του μακαριστού κυρού Αντωνίου: Το πολυτελές και εντυπωσιακό τον άφηνε αδιάφορο, δεν δεχόταν ποτέ να ψαλλεί η φήμη του, δεν διέθετε αυτοκίνητο. Είναι επίσης χαρακτηριστικό το περιστατικό που πήγε να λειτουργήσει κάποια Κυριακή στο Βόιο και για την επιστροφή του στη Σιάτιστα κατέφυγε σε… ωτοστόπ! Κάποιος οδηγός σταμάτησε να τον εξυπηρετήσει, χωρίς να γνωρίζει ποιος ήταν. «Πού πας παππούλη;» τον ρώτησε. «Στη Σιάτιστα», απάντησε. «Και εγώ εκεί πάω, αλλά έχω δίπλα μου τη γυναίκα μου. Πρέπει να στριμωχθούμε». «Στην καρότσα με παίρνεις»; ρώτησε ο Μητροπολίτης. «Ναι», απάντησε ο οδηγός. Και επιβιβάστηκε στην καρότσα. Όταν έφτασαν στη Σιάτιστα, ο οδηγός είδε έκπληκτος τους ανθρώπους να σταματούν μπροστά στον επίσκοπο, να τον βοηθούν να κατέβει, να του ασπάζονται το χέρι! «Ποιος είναι;» Ρωτάει ο άνθρωπος. «Ο Δεσπότης», του απάντησαν. Και ο οδηγός εδιηγείτο αργότερα το περιστατικό κλαίγοντας. «Έβαλα τον Δεσπότη στην καρότσα κι άφησα τη γυναίκα μου στο κάθισμα»…
Γιάννης Ζαννής
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”