Μητροπόλεις: Συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό Astra και στον δημοσιογράφο Δημήτρη Μαρέδη παραχώρησε την Παρασκευή 23/7 ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος.
Ο Σεβασμιώτατος ρωτήθηκε και για το ζήτημα του εμβολιασμού για την αντιμετώπιση της πανδημίας: «Έχω εμπιστοσύνη στους γιατρούς μας και δε αμφέβαλα ούτε μια στιγμή. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν οικογένειες, έχουν τις ζωές τους. Θα πρόδιδαν ποτέ την οικογένεια και τον εαυτό τους, προτείνοντάς τους ένα εμβόλιο που κάνει κακό; Δυσκολεύομαι να καταλάβω αυτή τη λογική. Ο Θεός μας δοκιμάζει με την πανδημία, για να καταλάβουμε ότι δεν είμαστε τέλειοι. Είναι καιρός να ταπεινωθούμε. Την ίδια στιγμή, όμως, μας δίδει την Επιστήμη ως ένα τείχος προστασίας απέναντι στο κακό. Δίνουμε όλοι μαζί την μάχη. Η Εκκλησία μελέτησε το πρόβλημα και τοποθετήθηκε υπεύθυνα. Σε μια μερίδα ανθρώπων κυριαρχεί μια λανθασμένη νοοτροπία, που πιστεύω ότι σταδιακά θα εξομαλυνθεί. Και στην Τοπική μας Εκκλησία προέκυψαν τέτοια φαινόμενα που προσπαθήσαμε να αντιμετωπίσουμε με διακριτικότητα και με πειθώ, διασώζοντας την ενότητα. Το σίγουρο είναι ότι στην Εκκλησία δεν θα ξεχωρίσουμε τους ανθρώπους. Ο καθένας έρχεται στην Εκκλησία για την ψυχή του, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορώ να του πω να μην έρθει. Δεν έχω τέτοιο δικαίωμα».
Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος αναγνώρισε ότι η Εκκλησία μας κλήθηκε στην αρχή της πανδημίας ν’ αντιμετωπίσει μια πρωτόγνωρη κατάσταση, «με αποτέλεσμα να ληφθούν αποφάσεις που θα μπορούσαν ν’ αποφευχθούν. Πολύ σύντομα, όμως, επικράτησε η ενότητα, η αλληλοκατανόηση, βρέθηκαν οι ισορροπίες και επανήλθε η ηρεμία και ο λαός μας κράτησε την ενότητά του. Αν βγάλουμε την Εκκλησία και την Ορθοδοξία, άλλωστε, από την κοινωνία μας, τί θα μείνει; Αυτή μας ενώνει και αυτό το αναγνωρίζουν οι σώφρονες, είτε πιστεύουν είτε όχι. Πρέπει να κρατήσουμε την ενότητα και την πίστη μας, για να διατηρήσουμε την ιστορία μας, την ιδιοπροσωπία μας».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του ο κ. Ιγνάτιος αναφέρθηκε στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, και στην ετοιμότητα που βρέθηκε η Μητρόπολή, καθότι «είχαμε εγκαίρως φροντίσει κάθε ενορία να διαθέτει ένα έργο αγάπης και προσφοράς. Δημιουργήσαμε κοινωνικές δομές, με πλήθος εθελοντριών και έτσι ουδείς στερήθηκε το φαγητό του την περίοδο της κρίσης. Δημιουργήσαμε ένα δίκτυο κοινωνικής μέριμνας, συνεργαζόμενοι με τοπικούς φορείς, δημιουργήσαμε το Κοινωνικό Φαρμακείο, που λειτούργησε ως πρότυπο για ανάλογες δράσεις σε άλλα μέρη, ενώ ο «Εσταυρωμένος» φρόντισε ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, συμβάλλοντας στο να μη νιώσει κανείς μόνος».
Ο Σεβασμιώτατος ρωτήθηκε για τον χωρισμό Κράτους – Εκκλησίας και θύμισε, ότι:
«Η Εκκλησία προϋπήρχε του Κράτους στον τόπο μας. Πάνω Της βασίστηκε το Κράτος. Οι σχέσεις, λοιπόν, είναι στενές και διαχρονικές και δεν μπορούν από τη μια στιγμή στην άλλη να διαχωριστούν. Βρισκόμαστε σε συμπόρευση. Από την μεριά της η Πολιτεία έχει μεγάλη ευθύνη έναντι της Εκκλησίας, καθώς εγγυάται τις σχέσεις της με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, διατηρεί μέριμνα για τα Ελληνόφωνα Πατριαρχεία της Ανατολής. Γι’ αυτό στην Ελλάδα δεν μπορεί να υπάρχει το μοντέλο ενός Κράτους άθρησκου και αδιάφορου. Πρέπει διαρκώς να βρίσκουμε τον τρόπο, η Εκκλησία να λειτουργεί ελεύθερα, μέσα στο πλαίσιο μιας ανεξίθρησκης Πολιτείας και το Κράτος να αναγνωρίζει ότι η Εκκλησία είναι η μοναδική ενοποιός δύναμη, πολύ σημαντική για τον τόπο. Ο ενωμένος λαός θα αποφύγει την ξενοφοβία και τον ρατσισμό. Όταν ο Έλληνας γνωρίζει την πίστη και την Παράδοσή του, μπορεί να συνυπάρξει με τους ξένους».
Ο κ. Ιγνάτιος αναφέρθηκε, επίσης, στον σοβαρό διάλογο που πρέπει να κάνει η Εκκλησία με τους νέους και να δει νέες ιδέες στο Λατρευτικό κομμάτι, που γέννησε η πανδημία: «Με απασχολεί η επόμενη μέρα της πανδημίας. Δεν θα είμαστε οι ίδιοι. Ο καθένας έχει πόνο μέσα του, έχει στερηθεί πρόσωπα, θέλει απαντήσεις σε σειρά υπαρξιακών ερωτημάτων. Πρέπει να σταθούμε αντάξιοι των περιστάσεων. Αυτή είναι η ευθύνη μας».