“Κύριε Ελέησον” – Σε όποιον μου απευθύνει τούτη την προσευχή, οι ουρανοί θα ανοίγουν και το έλεός Μου θα τον σώζει.
(Μήνυμα στη Βασούλα, 18 Ιανουαρίου, 1990)
Ένα απόσπασμα από το βιβλίο “Ορθόδοξη Εκκλησία” του επισκόπου Κάλλιστου Ware:
Υπάρχει ένας τύπος προσωπικής προσευχής που είναι σε ευρύτατη χρήση στη Δύση από την εποχή της Αντιμεταρρύθμισης, ο οποίος όμως ποτέ δεν υπήρξε χαρακτηριστικός της Ορθόδοξης Πνευματικότητας – ένας τυπικός “Διαλογισμός”, που γίνεται σύμφωνα με κάποια “Μέθοδο- του Ιγνάτιου, του Σουλπικίου, της Σαλεσίας και άλλων. Οι Ορθόδοξοι από την άλλη πλευρά ενθαρρύνονται να διαβάζουν τη Βίβλο και τους Πατέρες, αργά και στοχαστικά. Μια τέτοια όμως άσκηση, αν και θεωρείται εντελώς θεμιτή, δεν λογίζεται πως αποτελεί προσευχή, ούτε έχει συστηματοποιηθεί και καλουπωθεί σε “Μέθοδο”. Ο καθένας παροτρύνεται να διαβάζει με τον τρόπο που βρίσκει πλέον κατάλληλο γι’ αυτόν.
Αλλά ενώ οι Ορθόδοξοι δεν εξασκούν τον επαγωγικό Διαλογισμό (Meditation), υπάρχει ένας άλλος τύπος προσωπικής προσευχής που για αιώνες έπαιξε σπουδαιότατο ρόλο στη ζωή της Ορθοδοξίας, η νοερά προσευχή:
“Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν.”
Αν και μερικές φορές λέγεται πως οι Ορθόδοξοι δεν δίνουν μεγάλη σημασία στο πρόσωπο του Ένσαρκου Χριστού, αξίζει να δειχτεί πως αυτή, η κλασικότερη από όλες τις Ορθόδοξες προσευχές, είναι ουσιαστικά μια Χριστοκεντρική προσευχή, που απευθύνεται και επικεντρώνεται στο πρόσωπο του Χριστού. Όσοι έχουν ανατραφεί στην παράδοση της νοεράς προσευχής δεν ξεχνούν ούτε για μια στιγμή την κεντρική θέση που κατέχει σε αυτήν η Σάρκωση.
Πολλοί Ορθόδοξοι, για να βοηθήσουν την εξωτερίκευση της προσευχής, χρησιμοποιούν ένα κομποσχοίνι, η κατασκευή του οποίου διαφέρει κάπως από το δυτικό ροδάριο. Το Ορθόδοξο κομποσχοίνι είναι συνήθως φτιαγμένο από μαλλί ή σπάγγο, κι έτσι είναι εντελώς αθόρυβο.
Η νοερά προσευχή διαθέτει μια θαυμαστή ευελιξία. Είναι προσευχή για αρχάριους, αλλά και προσευχή που μπορεί να οδηγήσει στα βαθύτερα μυστήρια του θεωρητικού βίου. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον καθένα, οποτεδήποτε και οπουδήποτε: περιμένοντας κάπου στην ουρά, περπατώντας, ταξιδεύοντας με το λεωφορείο ή το τρένο. Στη δουλειά, ή τη νύχτα, όταν δεν σου κολλάει ο ύπνος. Σε στιγμές ιδιαίτερης αγωνίας, όταν είναι αδύνατο να συγκεντρωθεί κανείς σε άλλου είδους προσευχή. Φυσικά, μολονότι κάθε χριστιανός μπορεί να χρησιμοποιήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο τη νοερά προσευχή σε δύσκολες στιγμές, είναι αρκετά διαφορετικό ζήτημα η συνεχής επανάληψή της με χρήση των σωματικών ασκήσεων που τη συνοδεύουν. Οι Ορθόδοξοι θεολόγοι επιμένουν πως αυτοί που χρησιμοποιούν συστηματικά τη νοερά προσευχή πρέπει, αν είναι δυνατόν, να μπουν υπό την καθοδήγηση ενός έμπειρου γέροντα και να μην κάνουν τίποτε με δική τους πρωτοβουλία.
Σε μερικούς έρχεται η στιγμή που η νοερά προσευχή “εισέρχεται στην καρδιά”, και δεν λέγεται πλέον καταβάλλοντας κάποια προσπάθεια, αλλά επαναλαμβάνεται από μόνη της, αυθόρμητα, και συνεχίζει κι όταν ακόμη ο άνθρωπος μιλά ή γράφει, παρούσα στα όνειρα του, ξυπνώντας τον το πρωί. Σύμφωνα με το άγιο Ισαάκ τον Σύρο: Όταν το άγιο Πνεύμα εγκατασταθεί στον άνθρωπο, δεν παύει να προσεύχεται, επειδή το Πνεύμα προσεύχεται συνεχώς μέσα του. Τότε, κι όταν κοιμάται, κι όταν ξυπνά, η προσευχή δεν αποκόπτεται από την ψυχή του. Όταν τρώει κι όταν πίνει, όταν είναι ξαπλωμένος ή όταν εργάζεται, κι όταν ακόμη είναι βυθισμένος στον ύπνο, το άρωμα της προσευχής θα εισέρχεται αυθόρμητα στην καρδιά του.΄(Mystic Treatises, εκδ. Wensinck, σελ. 174).
Οι Ορθόδοξοι πιστεύουν πως η δύναμη του Θεού είναι παρούσα στο Όνομα του Ιησού έτσι, ώστε η επίκληση αυτού του θείου Ονόματος να ενεργεί ως σημείο της ενέργειας του Θεού, προικισμένο με μυστηριακή χάρη. ” Το Όνομα του Ιησού, παρόν στην ανθρώπινη καρδιά, της μεταδίδει τη δύναμη της θέωσης … Λάμποντας μέσα από την καρδιά, το φως του Ονόματος του Ιησού φωτίζει όλο το Σύμπαν”. S. Bulgakov, The Orthodox Church, σσ. 170-171).
Η προσευχή του Ιησού αποδεικνύεται μεγάλη πηγή θάρρους και χαράς γι’ αυτούς που την προφέρουν συνέχεια, αλλά και γι’ αυτούς που τη χρησιμοποιούν περιστασιακά. Ας ξαναθυμηθούμε τον Προσκυνητή (Περιπέτειες ενός Προσκυνητή): Έτσι πορεύομαι τώρα, και επαναλαμβάνω ασίγαστα την Προσευχή του Ιησού, που μου είναι πολυτιμότερη και γλυκύτερη από καθετί άλλο στον κόσμο.
Μερικές φορές κάνω σαράντα τρία με σαράντα τέσσερα μίλια τη μέρα, και δεν αισθάνομαι πως περπάτησα καθόλου. Έχω τη συνείδηση μόνο του γεγονότος πως επαναλαμβάνω την προσευχή. Όταν με διατρυπάει το πικρό κρύο, αρχίζω να λέω την προσευχή πιο ζωηρά, και γρήγορα ζεσταίνομαι. Όταν αρχίζει να με βασανίζει η πείνα, καλώ πιο συχνά το Όνομα του Ιησού, και ξεχνώ την επιθυμία του φαγητού.
Όταν αρρωσταίνω και με πιάνουν οι ρευματισμοί στην πλάτη και στα πόδια, συγκεντρώνω τις σκέψεις μου στην Προσευχή, και δεν προσέχω τον πόνο. Αν κάποιος με πληγώσει, αρκεί να σκεφτώ “Πόσο γλυκιά είναι η Προσευχή του Ιησού!” και ο πόνος και ο θυμός περνούν και ξεχνώ τα πάντα… Ευχαριστώ τον Θεό που καταλαβαίνω τώρα το νόημα των λέξεων που άκουσα στον Απόστολο – Αδιαλείπτως προσεύχεσθε (Α΄Θεσσαλ. 5, 17). Τhe Way of a Pilgrim, σς. 17-18