Ι.Μ.Βεροίας: Το διήμερο 26 και 27 Ιουνίου εορτάστηκε στην Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας η εορτή των απανταχού της Οικουμένης εν Ασία, Λιβύη και Ευρώπη, Βορρά τε και Νότω, Αγίων Πάντων εορτήν στην πανηγυρίζουσα Ιερά Μονή των Αγίων Πάντων Βεργίνης.
Την παραμονή της εορτής τελέστηκε Πανηγυρικός Αρχιερατικός Εσπερινός χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος, ο οποίος κήρυξε και τον θείο λόγο.
Ανήμερα της εορτής το πρωί τελέστηκε Πανηγυρική Αρχιερατική Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Παντελεήμονος.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του κατά τον Πανηγυρικό Εσπερινό ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Γίνεσθέ μοι μάρτυρες, καί εγώ μάρτυς Κύριος ο Θεός». Τήν υπόσχεση αυτή τού Θεού, τήν οποία έδωσε διά τού προφήτου Ησαΐου οκτακόσια περίπου χρόνια πρίν από τή γέννηση τού Χριστού, καί τήν οποία επιβεβαίωσε καί ο ίδιος ο Κύριός μας λέγοντας ότι «όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν τών ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν τού Πατρός μου τού εν ουρανοίς», ακούσαμε πρό ολίγου στά αναγνώσματα τού Μεγάλου Εσπερινού τών αγίων Πάντων, τούς οποίους εορτάζει από σήμερα η Εκκλησία μας καί πανηγυρίζει ιδιαιτέρως ως προστάτες της η Ιερά αυτή Μονή.
Γιατί όμως αναφέρεται στούς μάρτυρες, εφόσον στή χορεία τών αγίων Πάντων συναριθμούνται πάντες οι ευαρεστήσαντες τόν Θεό, απόστολοι, ιεράρχες, όσιοι καί θεοφόροι πατέρες καί μητέρες, άγιοι πού έζησαν μέσα στόν κόσμο καί στήν οικογένεια, δίκαιοι καί ευσεβείς, οι οποίοι ετελειώθησαν εν ειρήνη, όπως διαβάζουμε καθημερινά στά συναξάρια.
Η απάντηση είναι απλή καί ευνόητη. Μάρτυρες δέν είναι μόνον όσοι μαρτύρησαν δι’ αίματος καί προσέφεραν τόν εαυτό τους καί τή ζωή τους στόν Χριστό. Αυτοί έδωσαν τήν μαρτυρία τού Ιησού Χριστού μέ τόν πιό εμφανή τρόπο, ομολογώντας τό όνομά του «ενώπιον εθνών καί βασιλέων» καί επιλέγοντας τόν θάνατο μαζί μέ τόν Χριστό από μία ζωή χωρισμένη από τήν αγάπη του.
Όμως οι δι’ αίματος μάρτυρες δέν είναι οι μόνοι, οι οποίοι έδωσαν τήν μαρτυρία τού Ιησού στόν κόσμο. Μάρτυρες είναι οι απόστολοι, όχι μόνο γιά τό μαρτυρικό τέλος πού είχαν οι περισσότεροι, αλλά γιατί μέ τό κήρυγμά τους έγιναν μάρτυρες τής ζωής καί τής διδασκαλίας τού Χριστού σέ όλη τήν οικουμένη.
Μάρτυρες είναι οι πατέρες καί οι διδάσκαλοι τής Εκκλησίας, γιατί καί αυτοί μέ τόν λόγο καί τή ζωή τους έδωσαν τή μαρτυρία τού Ιησού Χριστού στούς ανθρώπους, αλλά καί υπέμειναν πολλές φορές γι’ αυτή τους τή μαρτυρία τόν φθόνο καί τήν κακία τών ανθρώπων, υπέμειναν συκοφαντίες καί εξορίες, υπέμειναν αδικίες καί διωγμούς.
Μάρτυρες είναι οι όσιοι, άνδρες καί γυναίκες, οι οποίοι αρνήθηκαν τόν κόσμο καί τά τού κόσμου καί έζησαν αγωνιζόμενοι νά τηρούν τίς εντολές τού Θεού, υπομένοντας τό εκούσιο μαρτύριο τής συνειδήσεως αλλά καί τών πειρασμών τού αρχεκάκου, όλοι εκείνοι οι οποίοι έδωσαν αίμα καί έλαβαν πνεύμα, καί έγιναν μέ τή σιωπή τους καί τήν άσκησή τους εύγλωττοι μάρτυρες τής διδασκαλίας τού Χριστού.
Μάρτυρες όμως τού Χριστού λογίζονται καί όσοι μέσα στόν καθημερινό αγώνα τής ζωής, μέσα στούς πειρασμούς καί τίς προκλήσεις τού κόσμου, αγωνίζονται νά ζούν σύμφωνα μέ τό θέλημα τού Θεού, προσπαθούν νά προΐστανται «καλών έργων», όπως συστήνει ο πρωτοκορυφαίος απόστολος, έτσι ώστε διά τών καλών τους έργων, τών έργων δηλαδή τής αρετής αλλά καί τής ευποιΐας, νά τούς αναγνωρίζουν οι άνθρωποι ως μαθητές τού Χριστού, ομολογώντας μέ τόν τρόπο αυτό καί αυτοί τό όνομα τού Θεού μεταξύ τών ανθρώπων.
Επομένως η υπόσχεση τού Θεού δέν αφορά κάποιους μόνον αγίους, αλλά όλους τούς αγίους, τούς οποίους τιμούμε καί γιά τούς οποίους θά ακούσουμε αύριο καί τόν πρωτοκορυφαίο απόστολο Παύλο νά λέγει ότι «ούτοι πάντες μαρτυρηθέντες διά τής πίστεως», αναμένουν καί εμάς, «ίνα μή χωρίς ημών τελειωθώσι».
Καί μάς περιμένουν όντως νά δώσουμε καί εμείς τή μαρτυρία τού Ιησού, νά αποδείξουμε μέ τή ζωή μας ότι όντως ανήκουμε στόν Χριστό, ότι όντως τόν πιστεύουμε καί τόν θεωρούμε ως Κύριο καί Θεό μας, γι’ αυτό καί αγωνιζόμεθα καί προσπαθούμε όχι κάποιες φορές, αλλά διαρκώς νά ζούμε σύμφωνα μέ τό θέλημά του, αγωνιζόμεθα νά ταυτιζόμεθα μαζί του, αγωνιζόμεθα γιά νά μπορούμε νά επαναλαμβάνουμε καί εμείς τούς λόγους τού αποστόλου Παύλου «ζώ δέ ουκέτι εγώ, ζή δέ εν εμοί Χριστός».
Καί εάν κατόρθωσε ένας πρώην εχθρός καί διώκτης τού Χριστού νά ταυτισθεί μέ τόν Χριστό καί νά γίνει ο μεγαλύτερος κήρυξ τού Ευαγγελίου του, μπορούμε νά τό κάνουμε όλοι μας. Αρκεί νά τό θελήσουμε. Αρκεί νά επιθυμεί η ψυχή μας σφοδρά καί διαρκώς νά ζεί μέ τόν Χριστό, νά ζεί γιά τόν Χριστό, νά ζεί καί νά αισθάνεται όχι απλώς τήν παρουσία του, αλλά μέσα στήν παρουσία του, καί νά μήν αφήνει τίποτε νά τήν ελκύσει από τά τερπνά τού κόσμου, τίποτε νά τήν αποθαρρύνει από τόν αγώνα καί τήν προσπάθεια νά ζεί εν Χριστώ.
Καί όταν ζούμε εν Χριστώ, τότε μιλά η ζωή μας γι’ Αυτόν, τότε γινόμεθα μάρτυρές του στούς ανθρώπους, όπως έγιναν καί οι άγιοι Πάντες τούς οποίους εορτάζουμε καί πανηγυρίζουμε, αλλά καί τών οποίων επικαλούμεθα τίς πρεσβείες καί τή μεσιτεία, γιά νά αξιωθούμε καί εμείς νά μιμηθούμε τό παράδειγμά τους καί νά τούς συναντήσουμε στή βασιλεία τού Θεού, «όπου ήχος καθαρός εορταζόντων» καί υμνούντων τό υπερύμνητο όνομα τού Χριστού.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του κατά την Θεία Λειτουργία ανέφερε μεταξύ άλλων: «Όγκον αποθέμενοι πάντα καί τήν ευπερίστατον αμαρτίαν, δι’ υπομονής τρέχωμεν τόν προκείμενον ημίν αγώνα».
Κυριακή τών αγίων Πάντων καί η Εκκλησία μας τιμά καί πανηγυρίζει σήμερα τή μνήμη όλων εκείνων τών ευλαβών καί πιστών τέκνων της, τά οποία μέ τή ζωή τους ευαρέστησαν τόν Θεό. Τιμά όσους μέ τόν προσωπικό τους αγώνα καί μέ τή χάρη τού Θεού επέτυχαν νά φθάσουν από τό κατ’ εικόνα στό καθ’ ομοίωσιν καί νά γίνουν τέκνα τής χάριτος τού Θεού καί κληρονόμοι τής βασιλείας του.
Καί όπως όλες οι μνήμες τών αγίων τής Εκκλησίας μας δέν έχουν ως μόνο σκοπό τήν τιμή τών αγίων αλλά καί τή μίμησή τους, διότι η αληθινή τιμή τής μνήμης τών αγίων είναι η μίμηση τής ζωής τους, τό ίδιο ισχύει καί γιά τή μνήμη πάντων τών αγίων, η παρουσία τών οποίων επισκιάζει τή ζωή τής Εκκλησίας καί τή ζωή τών πιστών.
Γι’ αυτό καί στό αποστολικό ανάγνωσμα πού ακούσαμε σήμερα ο πρωτοκορυφαίος απόστολος Παύλος μάς υποδεικνύει τρείς προϋποθέσεις μέ τίς οποίες θά μπορέσουμε καί εμείς νά μιμηθούμε τούς εορταζομένους αγίους Πάντες καί νά τούς τιμήσουμε επαξίως.
Η πρώτη προϋπόθεση είναι νά απαλλαγούμε από τά πάθη καί τήν αμαρτία. «Όγκον αποθέμενοι πάντα καί τήν ευπερίστατον αμαρτίαν», συστήνει ο απόστολος Παύλος.
Καλούμεθα νά απομακρύνουμε από τήν ψυχή μας «πάντα όγκον», οτιδήποτε, δηλαδή, υπάρχει μέσα μας καί καταλαμβάνει χώρο, τόν χώρο πού θά πρέπει νά καταλάβει ο Χριστός καί η αγάπη του, καί ακόμη οτιδήποτε βαρύνει τήν ψυχή μας καί δέν τήν αφήνει νά υψωθεί πρός τόν Θεό.
Δέν αρκεί όμως αυτό· θά πρέπει νά αγωνιζόμεθα νά αποφεύγουμε καί «τήν ευπερίστατον αμαρτίαν», τήν αμαρτία δηλαδή πού κάθε στιγμή μάς περιτριγυρίζει καί επιδιώκει νά μάς παρασύρει καί νά κυριαρχήσει στήν ψυχή μας.
Η πρώτη προϋπόθεση, λοιπόν, είναι η διά τής μετανοίας καί εξομολογήσεως προσπάθεια τής καθάρσεως καί τής αποφυγής τής αμαρτίας, η οποία θά μάς βοηθήσει νά εκπληρώσουμε τή δεύτερη προϋπόθεση, τόν πνευματικό αγώνα διά τήν εν Χριστώ ζωή καί τελείωση.
«Δι’ υπομονής τρέχωμεν τόν προκείμενον ημίν αγώνα», μάς προτρέπει ο απόστολος. Καί τί εννοεί; Εννοεί ότι στόν πνευματικό αγώνα δέν χρειάζεται βιασύνη. Δέν είναι αγώνας ταχύτητος, αλλά μαραθώνιος, καί γι’ αυτό θά πρέπει νά έχουμε υπομονή καί καρτερία γιά νά αντιμετωπίσουμε οτιδήποτε συναντούμε. Καί υπομονή δέν μπορούμε νά κάνουμε, εάν δέν έχουμε απαλλαγεί από τά βαρίδια τής ψυχής μας, εάν δέν έχουμε αποθέσει «όγκον πάντα», όπως μάς συνέστησε ο απόστολος Παύλος.
Υπάρχει όμως καί μία τρίτη καί πολύ σημαντική προϋπόθεση γιά νά επιτύχει η προσπάθειά μας νά μιμηθούμε τούς αγίους, καί μέ αυτήν ολοκληρώνει τόν λόγο του ο μέγας απόστολος. Τί λέγει; «αφορώντες εις τόν τής πίστεως αρχηγόν καί τελειωτήν Ιησούν».
Δέν αρκεί, δηλαδή, νά απαλλαγούμε από τό βάρος τών παθών καί από τίς αδυναμίες μας. Δέν αρκεί νά μήν παρασυρόμεθα από τήν αμαρτία πού κυκλοφορεί στόν κόσμο, ούτε μόνο νά αγωνιζόμεθα μέ υπομονή καί καρτερία. Όλα αυτά είναι χρήσιμα καί ωφέλιμα γιά τή διαμόρφωση τής προσωπικότητος τού ανθρώπου, γιά τήν καλλιέργεια ενός ευγενούς καί ηθικού χαρακτήρος, αλλά δέν οδηγούν στή μίμηση τών αγίων Πάντων. Γι’ αυτήν χρειάζεται νά έχουμε πάντοτε στραμμένο τό βλέμμα μας «εις τόν τής πίστεως αρχηγόν καί τελειωτήν Ιησούν». Είναι ανάγκη νά βλέπουμε πάντοτε πρός τόν Χριστό, στόν οποίο θέλουμε νά ομοιάσουμε καί χάριν τού οποίου αγωνιζόμεθα. Είναι ανάγκη νά έχουμε στραμμένο πρός Αυτόν τό βλέμμα μας, γιά νά λαμβάνουμε δύναμη, αλλά καί γιατί, όπως, όποιοι αγωνίζονται στούς κοσμικούς στίβους επικεντρώνουν τήν προσοχή τους στόν στόχο τους, έτσι καί εμείς θά πρέπει νά είμεθα προσηλωμένοι στόν Χριστό, τόν οποίο θά πρέπει νά αγαπούμε σέ τέτοιο βαθμό, ώστε τίποτε νά ρεί νά αποσπάσει τήν προσοχή μας από Εκείνον, ο οποίος θά μάς χαρίσει τή σωτηρία.
Δέν είναι δυνατόν νά θέλουμε νά φθάσουμε στόν Χριστό καί εμείς νά ασχολούμεθα μέ ανθρώπους ή νά εντυπωσιαζόμεθα από τή συμπεριφορά τους. Δέν είναι δυνατόν νά θέλουμε νά φθάσουμε στόν Χριστό καί νά αφήνουμε τόν εαυτό μας νά παρασύρεται από υλικά πράγματα καί νά χάνει τόν στόχο του, διότι ό,τι καί άν επιτύχουμε μέ τόν αγώνα μας, αυτό δέν θά έχει καμία αξία, εάν δέν μάς οδηγήσει στόν τελικό μας προορισμό πού είναι μόνον ο Χριστός.
Γι’ αυτό καί άς συγκεντρώσουμε τίς δυνάμεις μας καί τόν νού μας καί άς τηρήσουμε τίς προϋποθέσεις πού μάς υποδεικνύει ο άγιος απόστολος Παύλος ως σοφός παιδαγωγός, γιά νά αξιωθούμε νά βρεθούμε καί εμείς κοντά στόν Χριστό μαζί μέ όλους τούς αγίους, στή χαρά τής βασιλείας τών ουρανών.