Μεγάλη Παρασκευή: Τή ημέρα αυτή, τήν θεόσωμον ταφήν καί τήν εις Άδου κάθοδον τού Κυρίου καί Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εορτάζομεν, δι ών τής φθοράς το ημέτερον γένος ανακληθέν πρός αιωνίαν ζωήν μεταβέβηκε.
Του Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Γενικού Διευθυντού τής Αποστολικής Διακονίας τής Εκκλησίας τής Ελλάδος
Σύμφωνα μέ τό ιερό συναξάρι αυτή τήν άγια ημέρα τιμάμε καί προσκυνάμε τήν ταφή τού Κυρίου μας καί τήν εις Άδου κάθοδό Του. Σή-μερα είναι η ημέρα τής μεγάλης σιγής, τής μεγάλης αναμονής, τής προσδοκίας, η ημέρα τής αναπαύσεως, τό Σάββατο (διότι στήν Ακολου-θία τού Επιταφίου ψάλλεται ο Όρθρος τού Μεγάλου Σαββάτου). Τούτο τό Σάββατο πού ονομάζεται μεγάλο, είναι τό υπερευλογημένο Σάββατο, στό οποίο «Χριστός αφυπνώσας, αναστήσεται τριήμερος». Υπνοί η Ζωή καί Άδης τρέμει. Η σιγή αυτή είναι θρήνος καί κοπετός γιά τόν θάνατο καί τόν Άδη. Ο Κύριος συντρίβει τίς πύλες τού θανάτου, λυτρώνει από τά αιώνια δεσμά. Μέ τόν θάνατό Του θανατώνει τόν θάνατο. Η Ζωή κα-τέρχεται στό βασίλειο τού θανάτου. Τό θείο φώς λάμπει στά σκοτάδια του. Φωτίζει όλους αυτούς πού βρίσκονται εκεί, διότι ο Χριστός είναι η ζωή όλων καί η μοναδική πηγή τής ζωής. Έτσι ο Χριστός πεθαίνει γιά ό-λους καί ό,τι συμβαίνει στήν ζωή Του συμβαίνει στήν ζωή όλων μας.
Όλη η υμνογραφία τής σημερινής ημέρας, από τόν κατανυκτικώ-τατο κανόνα «Κύματι θαλάσσης» καί τά γλυκύκατα ανδρώδη Εγκώμια, μέχρι τά στιχηρά τών Αίνων, όλα τά τροπάρια είναι ένα κράμα από σταυρώσιμη λύπη καί αναστάσιμη χαρά. Αυτή είναι η μεγάλη καύχηση καί δόξα τής Εκκλησίας, πού βλέπει τήν Ανάσταση μέσα από τήν Σταύ-ρωση, τήν δέ Σταύρωση υπό τίς φωτεινές ανταύγειες πάντοτε τού όρ-θρου τής Αναστάσεως. Γι’ αυτό καί ο ιερός υμνογράφος ξεσπά, μέσα στήν χαρμολύπη του καί τό χαροποιόν πένθος του, σ’ έναν ύμνο, πού εί-ναι επιτάφιος καί αναστάσιμος: «Ώ Κύριε καί Θεέ μου! Θέλω νά ψάλω έναν επιθανάτιο καί επιτάφιο ύμνο σ’ εσένα, Θεέ μου! Θέλω νά ψάλω έ-ναν επιθανάτιο καί επιτάφιο ύμνο σ’ εσένα, Θεέ μου, πού μέ τήν ταφή σου καί τήν έξοδό σου από τήν κάτω ζωή, καί πού μέ τόν θάνατό Σου, ό-χι μονάχα μού άνοιξες τίς πύλες τού ουράνιου Παράδεισου, αλλά καί ε-
θανάτωσες πλέον τόν θάνατο καί εξουθένωσες τήν νίκη του καί τό κέ-ντρο του».
Ο Θεός τών πνευμάτων καί πάσης σαρκός, αφήσας ήδη τήν σάρ-κα επί τού Σταυρού, κατέρχεται στή χώρα τών πνευμάτων καί εισδύει στόν Άδη ως ελευθερωτής, γιά νά δώση τήν τελευταία μάχη καί νά ε-λευθερώση τά πεπεδημένα πνεύματα.
Σήμερα, ό,τι επιτελούμε επιταφίως δέν είναι θρήνος. Είναι λα-τρευτικός θαυμασμός. Δέν είναι πίστη στήν ισχύ τού θανάτου, αλλά στήν αλήθεια τής Αναστάσεως. Γι’ αυτό ο Επιτάφιος στήν Εκκλησία δέν είναι θρήνος, αλλά προεόρτια καί προσκομιδή τής Αναστάσεως. Μέ αυτή τήν πίστη, ηγουμένων τών Χερουβείμ, θά λιτανεύσουμε τόν Επιτά-φιο, θά λιτανεύσουμε τόν Αρχηγό τής Αναστάσεως, αναφωνούντες πρός τόν εκ Τάφου προερχόμενο: Ανάστα ο Θεός καί κρίνον.
Όταν σήμερα τό βράδυ κάνουμε τήν περιφορά τού Επιταφίου δέν κάνουμε μιά επικήδεια πορεία. Όχι, είναι ο Υιός τού Θεού πού πορεύε-ται μέσα στό σκοτάδι τού Άδη καί αναγγέλει σέ όλες τίς γενιές τού Αδάμ τήν χαρά τής ερχομένης Αναστάσεως. Γι’ αυτό καί η κάθοδος τού Χρι-στού στόν Άδη ταυτίζεται μέ τό γεγονός τής Αναστάσεως καί μάλιστα μέχρι σημείου, πού η βυζαντινή εικόνα τής Αναστάσεως νά φέρη γιά ε-πιγραφή: «Η εις Άδου Κάθοδος». Τό δοξαστικό πού θά ψαλή εκφράζει θαυμάσια αυτή τήν αλήθεια. Όταν, μετά τήν περιφορά τού Επιταφίου, γυρίζουμε στόν Ναό, γνωρίζουμε πιά τό μυστήριο τού ζωοδότου θανά-του τού Χριστού. Ο Άδης πατήθηκε. Ο Άδης τρέμει. Τό Ευλογημένο Σάβ-βατο, η Εβδόμη Ημέρα, ολοκληρώνει τήν ιστορία τής σωτηρίας, τής ο-ποίας η τελευταία πράξη υπήρξε τό ξεπέρασμα τού θανάτου. Γι’ αυτό θά ακούσουμε νά διαβάζεται η προφητεία τού Ιεζεκιήλ, γιά τά ξηρά ο-στά. Στήν προφητεία παρουσιάζεται ο θρίαμβος τού θανάτου πάνω στόν κόσμο. Αλλά ο Θεός μιλάει στόν προφήτη Ιεζεκιήλ. Τού αναγγέλει, ότι αυτή η καταδίκη δέν είναι ο τελικός καί αμετάκλητος προορισμός τού ανθρώπου. Τά οστά τά ξηρά θά ακούσουν τούς λόγους τού Κυρίου. Οι νεκροί θά ζήσουν καί πάλι. «Τάδε λέγει Κύριος Κύριος: Ιδού εγώ α-νοίγω τά μνήματα υμών καί ανάξω υμάς εκ τών μνημάτων υμών…». Ο Ι-ησούς Χριστός, τό ημέτερον Πάσχα, είναι τό φύραμα τής Αναστάσεως ό-λων μας. Όπως ο θάνατός Του νικάει τόν άρχοντα τού θανάτου, έτσι καί η Ανάστασή Του είναι η απόδειξη τής αναστάσεως όλων μας.
Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στόν Τάφο τού Χριστού. Όλα όσα έγιναν αυτή τήν ημέρα καί τά γιορτάζουμε σήμερα είναι η αληθινή εικό-να τών συνθηκών τής ανθρωπότητας σήμερα, πού ζεί τό κακό, τήν από-γνωση, τήν απελπισία, αλλά καί προσδοκά. Πιστεύουμε στήν Ανάσταση καί προσδοκούμε τήν Ανάσταση. Ξέρουμε ότι ο θάνατος τού Χριστού ε-
κμηδένισε τήν δύναμη τού θανάτου. Καί περιμένουμε μέ αγάπη, ελπίδα καί πίστη. Όταν βαπτιζόμαστε στό όνομα τής Αγίας Τριάδος, βαπτιζόμα-στε στό θάνατο τού Χριστού καί από κείνη τήν στιγμή συμμετέχουμε στήν ζωή Του πού βγήκε από τόν Τάφο. Κοινωνούμε τό Σώμα καί τό Αί-μα Του, πού είναι η τροφή τής αθανασίας, τής αιωνιότητας.
Ο Χριστός μας, πού μέ τίς αμαρτίες μας, τίς αστοχίες μας, τά πάθη καί τίς αδυναμίες μας, ξανασταυρώνεται καί ενταφιάζεται, σήμερα έρ-χεται κοντά μας, έρχεται στήν καρδιά μας, έρχεται μέσα μας, γιά νά μάς αναγεννήση καί νά μάς αναστήση. Είναι η αγάπη Εκείνου πού δημιουρ-γεί εκ τού μηδενός ανθρώπινες υπάρξεις, κατά τήν εικόνα Του. Αυτή η οδυνώμενη αγάπη τού Θεού περνά από τόν Σταυρό καί τόν θάνατό Του. Η αγάπη τού Θεού, πού είναι άπειρη δύναμη καί αιώνια ζωή, διαποτίζει τό ξύλο τού Σταυρού, γι’ αυτό καί μεταμορφώνεται σέ δύναμη καί ανά-σταση. Άς πάμε καί μείς κοντά σ’ Εκείνον, γιά νά γιορτάσουμε, μαζί μέ τήν δική Του, καί τήν δική μας Ανάσταση.