Ι.Μ. ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ: Την Κυριακή, της Τυρινής, τιμάται στην Ορθόδοξη εκκλησία η εορτή της ανακομιδής των λειψάνων του Αγίου Λουκά και γιορτάζει το Ιερό Μητροπολιτικό Παρεκκλήσιο του Αγίου στο Ναύπλιο, Κυριακή 14 Μαρτίου 2021.
Τη θεία Λειτουργία τέλεσε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αργολίδας Νεκτάριος. Οι ακολουθίες του όρθρου και της θείας Λειτουργίας έγιναν κεκλεισμένων των θυρών, λόγω των περιοριστικών μέτρων προς αποφυγή του covid-19 .
Την παραμονή της εορτής τελέσθηκε πανηγυρικός εσπερινός ιερουργούντος του εφημέριου του ναού π. Δημητρίου Κρουσταλάκη.
Τη Θεία Λειτουργία που τέλεσε ο Μητροπολίτης Αργολίδας την αφιέρωσε στους λειτουργούς Υγείας που τον τελευταίο χρόνο δίνουν μάχη με τον κορονοϊό. Στο τέλος τελέστηκε μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του κτήτορα του Αγίου Λουκά Ιωάννη Σαουλίδη που απεβίωσε πρόσφατα.
Ο Άγιος Λουκάς (κοσμικό όνομα, Βαλεντίν Βόϊνο-Γιασενέτσκι) είναι άγιος της Ορθόδοξης Ουκρανικής Εκκλησίας και γεννήθηκε στις 14 Απριλίου του 1877 στο Κέρτς της Κριμαίας. Στο τέλος της δεκαετίας του 1880 η οικογένειά του μετακόμισε στο Κίεβο.
Το 1920 εξελέγη καθηγητής της ανατομίας και χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο της Τασκένδης.
Σε όλη του τη ζωή ήταν από λίγο έως εξαιρετικά φτωχός, καθώς είτε ο μισθός του ήταν μικρός, είτε βρισκόταν στη φυλακή, είτε όταν του πρόσφεραν χρήματα για κάποια θεραπεία υποδείκνυε άλλα πρόσωπα και ζητούσε τα χρήματα να δοθούν απ’ ευθείας σε αυτά. Ο άγιος Λουκάς ως ιατρός δημοσίευσε σαράντα επιστημονικά έργα.
Έκανε μεγάλες ανακαλύψεις σε αντίξοες συνθήκες. Εργαζόταν εντατικά στα εξωτερικά ιατρεία, περιόδευε στα χωριά και ανέλαβε και το χειρουργικό τμήμα.
Το 1904, με το ξέσπασμα του Ρωσο – Ιαπωνικού πολέμου, βρέθηκε στην Άπω Ανατολή, όπου εργάστηκε ως χειρουργός με μεγάλη επιτυχία.
Εκεί συναντήθηκε και με την Άννα Βασιλίεβνα Λάνσκαγια, τη μέλλουσα σύζυγό του, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά.
Μετά το τέλος του πολέμου εργάζεται σε διάφορα επαρχιακά νοσοκομεία. Οι επιτυχίες του είναι τόσες πολλές που η φήμη του εξαπλώνεται γρήγορα και ασθενείς καταφθάνουν από παντού.
Στο χειρουργείο είχε πάντα την εικόνα της Παναγίας μπροστά στην οποία προσευχόταν για λίγα λεπτά πριν από κάθε επέμβαση.
Το 1921 χειροτονήθηκε ιερέας και αργότερα (1923) Επίσκοπος Τασκένδης.
Από τότε συνδύαζε ποιμαντικά και ιερατικά καθήκοντα. Παρέμεινε αρχίατρος του Γενικού Νοσοκομείου Τασκένδης, χειρουργούσε καθημερινά και παρέδιδε μαθήματα στην Ιατρική Σχολή, πάντα με το ράσο και το σταυρό του.
Από το 1922 και μέχρι την τελευταία του πνοή γνώρισε συλλήψεις, βασανιστήρια, εξορίες και κακουχίες.
Φυλακίστηκε και εξορίστηκε συνολικά έντεκα χρόνια. Σε όλο αυτό το διάστημα εξασκούσε την ιατρική βοηθώντας όσους είχαν ανάγκη.
Οι λόγοι των διώξεών του ήταν, οι γενικοί διωγμοί κατά των Ορθοδόξων και η ιδιαίτερη άρνηση του επισκόπου Λουκά να υποστηρίξει τη «Ζωντανή Εκκλησία», ένα εκκλησιαστικό πραξικόπημα μέσω του οποίου το σοβιετικό καθεστώς προσπαθούσε να ελέγξει τους πιστούς.
Την Άνοιξη του 1952 επιδεινώνεται η όρασή του, ενώ στις αρχές του 1956 τυφλώνεται οριστικά από γλαύκωμα. Τα τελευταία εννέα έτη της ζωής του ήταν τυφλός.
Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου διηύθυνε το στρατιωτικό νοσοκομείο του Κρασνογιάρσκ, ενώ ήταν και επίσκοπος της πόλης αυτής.
Από το 1946 μέχρι το 1961 που πέθανε, ήταν μητροπολίτης της Συμφερούπολης. Παράλληλα το 1947 του απαγορεύθηκε να μιλά στους φοιτητές, σταμάτησαν να τον καλούν στα ιατρικά συμβούλια και τον απέλυσαν από ιατρικό σύμβουλο, επειδή «γνώριζαν ότι δεν είχε καθαρό παρελθόν: φυλακές, εξορίες, κηρύγματα» κι επειδή αρνιόταν να πηγαίνει χωρίς το ράσο και το σταυρό του στην εργασία του και σε αυτές τις εκδηλώσεις.
Καθώς όμως εκείνος ενδιαφερόταν για τον ανθρώπινο πόνο, έβγαλε ανακοίνωση ότι «δέχεται καθημερινά έκτος Κυριακών και εορτών, κάθε άνθρωπο που θέλει τη βοήθειά του» με αποτέλεσμα να καταφθάνουν στο διαμέρισμά του καθημερινά αμέτρητοι άνθρωποι απ’ όλη την Κριμαία.
. Τα Χριστούγεννα του 1960 λειτουργεί για τελευταία φορά και για τον καιρό που απομένει, περιορίζεται στο να κηρύττει.
Τελικά την Κυριακή 11 Ιουνίου 1961, ημέρα που γιορτάζουν οι Άγιοι Πάντες της Αγίας Ρωσίας, κοιμήθηκε ο αρχιεπίσκοπος – γιατρός Λουκάς.
Οι αρχές απαγόρευσαν την εκφορά του νεκρού με τα πόδια από τους κεντρικούς δρόμους της πόλης, πράγμα που προκάλεσε τη λαϊκή αγανάκτηση ακόμα και των αλλόδοξων.
Τελικά αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, η εκφορά έγινε στην κεντρική λεωφόρο της Συμφερούπολης και διήρκεσε τρεισήμισι ώρες.
Τη νεκρική πομπή ακολούθησε πλήθος κόσμου, η κυκλοφορία σταμάτησε, ενώ τα μπαλκόνια, οι ταράτσες και τα δέντρα ακόμα, ήταν γεμάτα ανθρώπους.
Τον Νοέμβριο του 1995 ανακηρύχτηκε άγιος με απόφαση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, αφού πρώτα ειδική επιτροπή ασχολήθηκε με τη ζωή, τα έργα και τα θαύματά του τα οποία καταγράφονταν και μετά τον θάνατό του.
Στις 17 Μαρτίου 1996 έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του από τον αρχιεπίσκοπο Λάζαρο και μέλη της επιτροπής, μπροστά σε 40.000 περίπου παρευρισκόμενους.
STUDIO B&G ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΟΥΓΙΩΤΗΣ – Γ.ΡΑΣΣΙΑ